√ Εισαγωγή II
Η νοοτροπία της «ευρωευφορίας» που επικράτησε στα δέκα
πρώτα χρόνια στις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης, λειτούργησε αμφίσημα.
Προκάλεσε από τη μία τα «θαύματα», των χαμηλών επιτοκίων, τον απλόχερο δανεισμό
και τη βροχή των €, με συνέπεια την πρόσκαιρη μεγέθυνση των οικονομιών των χωρών του Νότου
και από την άλλη εξαφάνισε κάθε πιθανή διάθεση στις χώρες τις περιφέρειας του
Νότου να βελτιώσουν την αποδοτικότητα, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα
της οικονομίας τους και κυρίως το χάσμα ανάπτυξης με τις Βόρειες Ευρωπαϊκές
χώρες. Εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια αναδιάρθρωσης των αγορών τους, που
παρέμειναν στις ξεπερασμένες καπιταλιστικές δομές τους στάσιμες και άκαμπτες, με
τη δικαιολογία της πίεσης των συνδικάτων, και συνέχισαν να λειτουργούν στις
νέες πλήρως παγκοσμιοποιημένες οικονομικές δομές εντός και εκτός της ΟΝΕ, με
τους περιορισμούς και τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, τα κλειστά επαγγέλματα,
τις ρυθμισμένες συντεχνιακά αγορές, υπό τη σκέπη μιας ανίκανης, διεφθαρμένης
και τελείως αντιπαραγωγικής δημόσιας διοίκησης, με εξίσου ανίκανο και δειαπλεκόμενο πολιτικό προσωπικό στο εσωτερικό τους. Αναφύονται όμως εδώ κρίσιμα
ερωτήματα. Τι έκανε για όλα αυτά η άρχουσα ευρωπαϊκή ελίτ αλλά και οι
κυβερνήσεις των χωρών αυτών; Γιατί δεν παρενέβησαν εγκαίρως; Γιατί η άρχουσα
ευρωπαϊκή ελίτ προχώρησε σε κοινωνικά ανάλγητα «προγράμματα στήριξης» και
προκλητικές και αντιδημοκρατικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά των χωρών του Νότου,
όταν η κρίση χρέους είχε ξεφύγει τελείως; Ποιοι τελικά ευθύνονται για την
εκρηκτική κατάσταση που προκλήθηκε στην ευρωζώνη μετά το 2009;
√ Τα παράδοξα του Περιφερειακού Νότου με πρώτη την Ελλάδα
Στις μεγάλες οικονομικές κρίσεις, μια φαινομενικά ασήμαντη δήλωση ή ένα συμβάν
ή ακόμα και μια απλή υποψία, αποκτά τεράστια σημασία και προβάλει την
πραγματική διάσταση της κρίσης. Το σημείο καμπής για την έναρξη της κρίσης στην
ευρωζώνη ξεκίνησε από την Ελλάδα. Ήταν η ομολογία του Γιώργου Παπανδρέου (ΓΑΠ) τον Οκτώβριο του
2009, ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας του ήταν πολύ μεγαλύτερο από
εκείνο που είχε ανακοινωθεί επίσημα. Η ομολογία του ΓΑΠ προκάλεσε από μόνη της
ένα σοκ τόσο στον πολιτικό κόσμο της Ευρώπης
όσο και στις χρηματοπιστωτικές αγορές και ταυτόχρονα χρέωσε τη χώρα με το εξευτελιστικό πολιτικό στίγμα των «Greek Statistics»
Προφανώς η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ ήταν μια εξαιρετικά σημαντική
επιλογή. Μετά την καθιέρωση του €,
μειώθηκαν αμέσως τα επιτόκια της αγοράς και τα ασφάλιστρα. Το δεκαετές
πραγματικό επιτόκιο μειώθηκε από το 5% το 1999 σε μηδέν το 2005. Το περιθώριο
κινδύνου για την Ελλάδα ουσιαστικά μηδενίστηκε. Η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση,
μπορούσε να δανείζεται χρήματα με επιτόκιο ελάχιστα υψηλότερο από αυτό της
Γερμανίας, της πιο αξιόχρεης χώρας της Ευρώπης.
Η συμμετοχή στην ΟΝΕ ήταν εξίσου σημαντική και για την Ιρλανδία, την
Πορτογαλία και την Ισπανία. Τα πραγματικά επιτόκια και αυτών των χωρών
μειώθηκαν σημαντικά, γεγονός που έκανε
πολύ ελκυστικό τον δανεισμό. Η ενίσχυση της συνολικής ζήτησης που προκλήθηκε
από την πτώση των πραγματικών επιτοκίων, οδήγησε τις χώρες του νότου σε
υψηλότερη οικονομική μεγέθυνση.
Η υψηλότερη οικονομική μεγέθυνση αύξησε βαθμιαία τον πληθωρισμό, ο οποίος
με τη σειρά του μείωσε ακόμα περισσότερο το πραγματικό κόστος δανεισμού. Σε
μερικές περιπτώσεις το πραγματικό κόστος δανεισμού ήταν αρνητικό. Με τα
επιτόκια να είναι πολύ χαμηλά και δεδομένου ότι οι αγορές δεν εξέταζαν τον
πληθωρισμό και τα περιθώρια κινδύνου των χωρών του ευρωπαϊκού νότου, οι
εσωτερικές δαπάνες ξεπέρασαν κατά πολύ την εσωτερική παραγωγή τους. Αυτό
οδήγησε σε ταχεία αύξηση των ελλειμμάτων
μέσω δανεισμού που ήταν εύκολος, αφού οι ευρωπαϊκές Τράπεζες (κυρίως
Γερμανίας και Γαλλίας) και άλλα οικονομικά ιδρύματα, δεν έβλεπαν κανένα
συναλλαγματικό κίνδυνο. Έτσι οι Ελλάδα και οι άλλες χώρες της περιφέρειας
συσσώρευσαν τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών, τα οποία συνοδεύονταν από
επίσης τεράστια και αυξανόμενα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών στις χώρες του
βορά. Οι ισολογισμοί των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όλης της ευρωζώνης,
επιβαρύνονταν με όλο και περισσότερα ομόλογα και άλλα χρεόγραφα των
ελλειμματικών χωρών που μετά το ξέσπασμα της κρίσης χρέους έγιναν όλα τοξικά.
Αιχμή του τρόπου που εκδηλώθηκε η μεγέθυνση από τα πολύ χαμηλά επιτόκια των
χωρών της περιφέρειας, ήταν ο τομέας των ακινήτων. Η τερατώδης αυτή φούσκα των
ακινήτων τροφοδοτήθηκε από μια πολύ μεγάλη πιστωτική επέκταση από κεφάλαια που
εισέρρεαν σε αυτές τις χώρες για να καλύψουν τα αυξανόμενα ελλείμματα τρεχουσών
συναλλαγών. Οι κεντρικές Τράπεζες των χωρών αυτών που αντιμετώπιζαν φούσκα
ακινήτων θα μπορούσαν να περιορίσουν το πρόβλημα επιβάλλοντας για παράδειγμα υψηλότερα υποχρεωτικά
αποθεματικά για τα στεγαστικά δάνεια και να περιορίσουν τον άκρατο καταναλωτικό
υπερδανεισμό που χορηγούνταν από τον τραπεζικό τομέα. Δυστυχώς ο τραπεζικός
τομέας αντίθετα ανατροφοδότησε την πιστωτική επέκταση. Παράλληλα η
τεράστια ζήτηση αύξησε τους μισθούς στον τομέα της κτηματαγοράς, η οποία
επεκτάθηκε στη συνέχεια στο δημόσιο τομέα της οικονομίας και από εκεί διαχύθηκε και στους άλλους τομείς.
Η παραγωγικότητα προφανώς δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τις μισθολογικές αυξήσεις
καθώς και η διεθνής ανταγωνιστικότητα όπως μετράται από το σχετικό εργατικό
κόστος. Την ευφορία της οικονομικής μεγέθυνσης, της αύξησης της απασχόλησης και
της επέκτασης του κράτους πρόνοιας, που έπεφτε από τον ουρανό του € ευρώ, εξαφάνισε κάθε πιθανή διάθεση για
βελτίωση της αποδοτικότητας της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας,
διαιώνισε την ασύδοτη δραστηριότητα των
ρυθμισμένων και άκαμπτων αγορών, τροφοδότησε την ανεξέλεγκτη κατανάλωση μέσω
δανεισμού, με αποτέλεσμα η κρίση χρέους του 2009 να σαρώσει κυριολεκτικά τις
οικονομίες των χωρών που βρέθηκαν με τα μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών
και απώλεια της διεθνούς ανταγωνιστικότητας τους.
√ Η διάσωση της Ελλάδας
Από το 1948 καμία προηγμένη ευρωπαϊκή χώρα δεν είχε αντιμετωπίσει κίνδυνο
χρεοκοπίας. Στις αρχές του 2010 η
Ελλάδα έσπασε το ρεκόρ αυτό των 60 χρόνων. Μετά την ομολογία του ΓΑΠ από το
Καστελόριζο, ξεκίνησε μια γοργή αύξηση των spread ( ασφάλιστρα κινδύνου) των ελληνικών ομολόγων. Η
χώρα δυσκολεύονταν όλο και περισσότερο να
συγκεντρώσει κεφάλαια για να καλύψει τα ελλείμματά της. Οι
χρηματοπιστωτικές αγορές έδειχναν κατηγορηματικά ότι μια χώρα μέλος της ΟΝΕ έχανε
το αξιόχρεό της. Η κρίση δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη ήταν πλέον εμφανής σε
όλους.
Ο πανικός που προκλήθηκε από την Ελλάδα, έβαλε κάτω από το μικροσκόπιο και
άλλες περιφερειακές χώρες της ΟΝΕ. Η Πορτογαλία , η Ιρλανδία και η Ισπανία
είδαν επίσης μεγάλες αυξήσεις των spread των ομολόγων τους. Οι αγορές άρχισαν να αντιμετωπίζουν με
όλο και μεγαλύτερη καχυποψία τη χρηματοπιστωτική και οικονομική σταθερότητα των
περιφερειακών χωρών της ευρωζώνης. Οι πολιτικοί ηγέτες των Βρυξελών και του Βερολίνου
προσπαθούσαν απεγνωσμένα να ηρεμήσουν τις αγορές με αντιφατικές και εξωπραγματικές
δηλώσεις (π.χ για τους τεμπέληδες του Νότου ή για τα άσωτα μέλη της ΟΝΕ) που όμως δεν έπειθαν τις αγορές. Η κρίση
συνέχισε να βαθαίνει και η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία γνώρισαν νέες αυξήσεις των spread τελικά καθιστούσαν το κόστος
χρηματοδότησής τους δυσβάσταχτο.
Τα spread των ελληνικών ομολόγων σε σχέση με τα γερμανικά άγγιξαν την τιμή
ρεκόρ των 1000 μονάδων βάσης. Ήταν πλέον απίθανο να μπορέσει η Ελλάδα να
εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση που χρειαζόταν για να συνεχίσει να λειτουργεί το
ελληνικό κράτος. Μετά ήλθαν τα πακέτα διάσωσης, οι δανειακές συμβάσεις και τα
μνημόνια. Οι όροι «μη διάσωσης κρατών» των συνθηκών του Μάασριχτ και της Λισαβόνας πήγαν
περίπατο.
Τα διαδοχικά «πακέτα διάσωσης» σχεδιάστηκαν για να διευκολύνουν την Ελλάδα
να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της μέχρι να επιστρέψει στις αγορές όταν
διασφαλίσει δημοσιονομική εξυγίανση, πρωτογενή πλεονάσματα και εξυπηρέτηση των
δανειακών αναγκών της.
Τα πακέτα διάσωσης των δύο
προγραμμάτων στήριξης, συνολικού ύψους 250 δισεκατομμυρίων που κάλυψαν κυρίως την απαλλαγή των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών από τα ελληνικά τοξικά ομόλογα, ενώ όριζαν ότι οι ελληνικές αρχές
έπρεπε να περιορίσουν δραστικά τις δαπάνες και να αυξήσουν τους φόρους, ώστε να
μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα και να σταματήσει η ανεξέλεγκτη αύξηση του
δημόσιου χρέους. Να γίνουν αναδιαρθρώσεις στις Τράπεζες, ιδιωτικοποιήσεις στην οικονομία,
να βελτιωθεί η ποιότητα των στατιστικών στοιχείων, να ισοσκελιστούν από τούδε
και στο εξής οι προϋπολογισμοί και να
επιτευχθούν για τα επόμενα χρόνια πρωτογενή πλεονάσματα. Η εφαρμογή των προγραμμάτων τέθηκε υπό την
εποπτεία της διαβόητης Τρόικα (ΔΝΤ. Ε.Ε, ΕΚΤ). Τα προγράμματα απέτυχαν
παταγωδώς τους στόχους τους και οι μνημονιακές κυβερνήσεις που τα
διαχειρίστηκαν μαζί με τα κόμματα που τις στήριξαν καταποντίστηκαν.
• Το ελληνικό
πολιτικό σύστημα και στην περίοδο της κρίσης παρέμεινε βαθιά αγκιστρωμένο στις πελατειακές
σχέσεις, στη συντήρηση ενός εκτεταμένου και αντιπαραγωγικού δημόσιου τομέα και
στην ασύδοτη δραστηριότητα της κλεπτοκρατίας
και των παντός είδους συντεχνιακών συμφερόντων.
• Επίσης την ίδια
περίοδο, οι αποσπασματικές και δύσμορφες προσπάθειες, σε ευρωπαϊκό επίπεδο (Δημιουργία, Ευρωπαϊκού
Μηχανισμού Σταθερότητας, Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας,
Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθεροποίησης, Πρόγραμμα Αγοράς Τίτλων
από την ΕΚΤ, διαδοχικά Στρες Τεστ και ανακεφαλαιοποιήσεις Ευρωπαϊκών Τραπεζών, Ρυθμίσεις μείωσης των επιτοκίων και χρονικές επεκτάσεις
αποπληρωμής των πακέτων διάσωσης Ελλάδας και Ιρλανδίας κ.α, ακόμη και διαγραφή μέρους του ελληνικού
χρέους,με το γνωστό και αποτυχημένο PSI), δεν στάθηκαν ικανές να διασώσουν ούτε την
Ελλάδα.
Η Ελλάδα μετά από έξη χρόνια βαθειάς ύφεσης, παραμένει σήμερα
υπερχρεωμένη με χρέος 180% του ΑΕΠ και
προοπτική αύξησής του, με απορρυθμισμένο
το διοικητικό μηχανισμό της και διαλυμένο τον παραγωγικό ιστό της, με ένα και
πλέον εκατομμύριο διαχρονικά άνεργους και 40%
του πληθυσμού της χώρας κάτω από το όριο φτώχειας, με πάνω από 100 δις ευρώ κόκκινα δάνεια στις Τράπεζές της και παραπαίει στην
άκρη του γκρεμού.Είναι χρεοκοπημένη. Βρίσκεται
για αυτό ξανά, σε συνθήκες νέας διαπραγμάτευσης, για τρίτο
«πακέτο διάσωσης», με δάνειο ύψους 85 δισεκατομμυρίων και λήψη νέων
μέτρων δημοσιονομικού και μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα.
Μοναδικό και ανέλπιστο συγκριτικό πλεονέκτημά της, σε σχέση με τα
προηγούμενα 6 χρόνια της ύφεσης, της ανεργίας, της νέας φτώχειας, της παραγωγικής άπνοιας και της υπερχρέωσης, η ανάθεση μερίδας του εκλογικού σώματος τη διαχείριση της κρίσης από τη σημερινή κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που αγωνίζεται, με
λάθη, αδυναμίες και ανυπέρβλητες δυσκολίες από τους άτεγκτους «ευρωπαϊκούς κανόνες»
εντός και εκτός του πολιτικού συστήματος, από δεξιά και αριστερά, να ανακόψει
την πορεία της χώρας προς τα βράχια
Είναι πλέον βέβαιο ότι το δίλλημα δεν είναι αν η Ελλάδα πρέπει να μείνει η
να αποχωρήσει από την ΟΝΕ. Το έχει άλλωστε κατανοήσει η πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Ακόμη, είναι ορθή η εκτίμηση, ότι οι ευρωπαίοι
ηγέτες και οι θεσμοθετημένες αρχές της Ένωσης διαχειρίζονται, με επιπολαιότητα και κατά συρροή ανικανότητα, με προεξάρχουσα
την ισχυρή και άτεγκτη γερμανική αντίσταση,
το πιο επιτυχημένο οικοδόμημα οικονομικής ένωσης στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η Ευρωπαϊκή Ένοποίηση παραμένει ακόμη ζωντανός στόχος του πρωτότυπου εγχειρήματος των ευρωπαϊκών λαών και κρατών να οικοδομήσουν μια ευρωπαϊκή ένωση με δημοκρατία, αλληλεγγύη και ευημερία, παρά τις ελλείψεις, τις καθυστερήσεις και τις αντιθέσεις του, παραμένει σημαντικό και ελπιδοφόρο βήμα προόδου. Είναι όμως φανερό ότι, σήμερα διακυβεύονται πολύ περισσότερα από την παραμονή ή την έξοδο μιας χώρας από την νομισματική ένωση. Όσο αβέβαιο γίνεται το μέλλον του €, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να γκρεμιστεί το όλο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η ομαλή, αποδοτική και κοινωνικά αποδεκτή από τους ευρωπαίους πολίτες άνδρες και γυναίκες λειτουργία μιας βέλτιστης και ισότιμης προς όλους νομισματικής ζώνης, στην πορεία ολοκλήρωσης μιας δημοκρατικής, αλληλέγγυας και ευημερούσας ευρωπαϊκής ενοποίησης, χωρίς βιαστικές φεντεραλιστικές επιδιώξεις, παραμένει ένα γνήσιο επαναστατικό όραμα, που αξίζει να το υπηρετήσει η Ευρωπαϊκή Αριστερά που σήμερα εμπνέεται από τον αγώνα του ΣΥΡΙΖΑ. Όλα τα άλλα που ακούγονται δεξιά και αριστερά εντός και εκτός της χώρας αγγίζουν τα όρια τις ανοησίας, της άγνοιας ή της εξυπηρέτησης διαφόρων μορφών επιδιώξεων και συμφερόντων.
Η Ευρωπαϊκή Ένοποίηση παραμένει ακόμη ζωντανός στόχος του πρωτότυπου εγχειρήματος των ευρωπαϊκών λαών και κρατών να οικοδομήσουν μια ευρωπαϊκή ένωση με δημοκρατία, αλληλεγγύη και ευημερία, παρά τις ελλείψεις, τις καθυστερήσεις και τις αντιθέσεις του, παραμένει σημαντικό και ελπιδοφόρο βήμα προόδου. Είναι όμως φανερό ότι, σήμερα διακυβεύονται πολύ περισσότερα από την παραμονή ή την έξοδο μιας χώρας από την νομισματική ένωση. Όσο αβέβαιο γίνεται το μέλλον του €, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να γκρεμιστεί το όλο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η ομαλή, αποδοτική και κοινωνικά αποδεκτή από τους ευρωπαίους πολίτες άνδρες και γυναίκες λειτουργία μιας βέλτιστης και ισότιμης προς όλους νομισματικής ζώνης, στην πορεία ολοκλήρωσης μιας δημοκρατικής, αλληλέγγυας και ευημερούσας ευρωπαϊκής ενοποίησης, χωρίς βιαστικές φεντεραλιστικές επιδιώξεις, παραμένει ένα γνήσιο επαναστατικό όραμα, που αξίζει να το υπηρετήσει η Ευρωπαϊκή Αριστερά που σήμερα εμπνέεται από τον αγώνα του ΣΥΡΙΖΑ. Όλα τα άλλα που ακούγονται δεξιά και αριστερά εντός και εκτός της χώρας αγγίζουν τα όρια τις ανοησίας, της άγνοιας ή της εξυπηρέτησης διαφόρων μορφών επιδιώξεων και συμφερόντων.
Η κρίση στην Ελλάδα έθεσε το κρίσιμο ερώτημα της εκβάθρων μεταρρύμισης της θεσμικής υπόστασης της νομισματικής ένωσης.
Προϋπόθεση στη σημερινή ενδιάμεση φάση που βρίσκεται η Ευρώπη, αποτελεί η ολοκλήρωση των απαραίτητων θεσμικών αναδιαρθρώσεων, που καθυστερούν και δεν επιτρέπουν τη σταθεροποίηση και την πλήρη εδραίωση της ευρωζώνης. Η πολιτική Ένωση, η Οικονομική Ένωση, η Δημοσιονομική Ένωση και η Τραπεζική Ένωση, για να καταλήξουμε στο ίδιο συμπέρασμα που διαπιστώσαμε και στο προηγούμενο άρθρο για τους μύθους και τις πραγματικότητες της ΟΝΕ.
Ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συμμετάσχει ενεργά και ισότιμα στην πορεία ενοποίησης της Ευρώπης, μαζί με τις άλλες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), να αγωνιστεί για τη μετεξέλιξη των θεσμών και των κανόνων της, προς μια συνολική δημοκρατική και προοδευτική αλλαγή και παράλληλα να προωθεί επιλογές στο εσωτερικό της χώρας, που θα αντισταθμίζουν τις επιπτώσεις από τα κοινωνικά ανάλγητα μνημόνια και θα ανοίγουν δρόμους για την παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας.
Προϋπόθεση στη σημερινή ενδιάμεση φάση που βρίσκεται η Ευρώπη, αποτελεί η ολοκλήρωση των απαραίτητων θεσμικών αναδιαρθρώσεων, που καθυστερούν και δεν επιτρέπουν τη σταθεροποίηση και την πλήρη εδραίωση της ευρωζώνης. Η πολιτική Ένωση, η Οικονομική Ένωση, η Δημοσιονομική Ένωση και η Τραπεζική Ένωση, για να καταλήξουμε στο ίδιο συμπέρασμα που διαπιστώσαμε και στο προηγούμενο άρθρο για τους μύθους και τις πραγματικότητες της ΟΝΕ.
Ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συμμετάσχει ενεργά και ισότιμα στην πορεία ενοποίησης της Ευρώπης, μαζί με τις άλλες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), να αγωνιστεί για τη μετεξέλιξη των θεσμών και των κανόνων της, προς μια συνολική δημοκρατική και προοδευτική αλλαγή και παράλληλα να προωθεί επιλογές στο εσωτερικό της χώρας, που θα αντισταθμίζουν τις επιπτώσεις από τα κοινωνικά ανάλγητα μνημόνια και θα ανοίγουν δρόμους για την παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας.
Πλήρες και κατατοπιστικό. Αναδημοσίευση, με ευχαριστίες.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://aftercrisisblog.blogspot.gr/2015/08/blog-post_12.html#more