Οι κλυδωνισμοί που βγήκαν προσφάτως στην επιφάνεια της πολιτικής
επικαιρότητας, από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελούν κεραυνό εν αιθρία.
Η πολιτική που άσκησε η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μετά την επιτυχή έκβαση των
εκλογών της 25ης Ιανουαρίου, παρότι σωστή κατά βάση, εμφανίζει
σημεία έλλειψης συνοχής, ταλάντευσης και αναποτελεσματικότητας, χωρίς βέβαια να θεωρείται ως αποτυχημένη.
Η κρητική αποτίμησή της όμως δεν
μπορεί να γίνεται εν θερμό η να επιχειρείται να ενταχθεί στις παντός είδους
ιδεοληψίες και τα αριστερά σύνδρομα, που ενδημούν ως πραγματικότητα στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ. Η προσπάθεια
αναλυτικής προσέγγισης της πολιτικής και το κυβερνητικό έργο του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει
να αποτιμηθούν σε συνθήκες ηρεμίας, νηφαλιότητας και προ παντός με βάσει τις πραγματικές
πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.
Πριν επομένως επιχειρήσει κάποιος να προχωρήσει σε κριτική για την ασκούμενη
πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, οφείλει με περίσκεψη και σοβαρότητα να ενσκήψει και να μελετήσει τις «αντικειμενικές
συνθήκες» και να προχωρήσει σε συγκεκριμένες και μη επιδεχόμενες αμφισβήτηση διαπιστώσεις,
όσο γίνεται πιο τεκμηριωμένες. Αυτή την
προσπάθεια θα επιχειρήσει το παρόν σημείωμα να αποτυπώσει αναγκαστικά με
δογματικό τρόπο στο πλαίσιο ενός σημειώματος, στις δύσκολες συνθήκες που
περνάμε όλοι σε αυτή η χώρα.
• Διαπίστωση πρώτη:
Κάθε μέρα που περνάει με τις σκληρές, προφανώς όχι τυχαία, διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, επιδεινώνει
με ραγδαίο τρόπο την οικονομική κατάσταση, τη ρευστότητα, την παραγωγική
υπόσταση και την κοινωνική κατρακύλα της
χώρας, και οδηγεί στην εκτίμηση, ότι η μόνη υπαρκτή και σχετικά αξιόπιστη
διέξοδος που διαφαίνεται στον ορίζοντα, που μπορεί να διακόψει τη πορεία της προς
τα βράχια, είναι ο «έντιμος και αμοιβαίος συμβιβασμός» Όποιος εκτιμήσει ότι
υπάρχει και άλλος δρόμος μπορεί κάλλιστα να τον προτείνει, να τον περιγράψει
και να ζητήσει την επικύρωσή του από το κόμμα και τον ελληνικό λαό. Όλα τα άλλα
είναι κινήσεις και πρακτικές αδιέξοδες.
• Διαπίστωση δεύτερη:
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κυβέρνηση, παρόλο που αιφνιδίασε και κατατρόπωσε το συστημικό-
πολιτικό κατεστημένο εντός και εκτός της χώρας, αλλά και συνεχίζει ακόμη να διεκδικεί διαπραγματευτική
επιτυχία, δεν επιδίωξε ούτε μπόρεσε να συνθέσει μια ενιαία, συνεκτική και
ολοκληρωμένη πρόταση κυβερνητικής παρέμβασης
για να την επιβάλλει χωρίς άχρηστους και άεργους κλυδωνισμούς.
Αντίθετα λειτουργησε αποσυπειρωτικά η κυβερνητική πρακτική του με τις αποσπασματικές, αψυχολόγητες και υπερφίαλες
εξαγγελίες μετά τις εκλογές αλλά κυρίως πριν από αυτές, δίπλα στην απειρία, τη χασμωδία
και την πρακτική των κυβερνητικών στελεχών. Πλήρωσε τις επιλογές κάποιων μη κατάλληλων προσώπων,
που διατήρησαν μετά την ανάληψη ευθυνών, εξωπραγματικές και ανεφάρμοστες για τη
συγκεκριμένη περίοδο απόψεις, οι οποίες θόλωσαν κατά βάση την ορθή και επαρκή κυβερνητική
πολιτική και αποδυνάμωσαν τη δυνατότητα αποτελεσματικής και αξιόπιστης
εφαρμογής τη πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ στον κατάλληλο χρόνο. Πέρασαν έτσι 100 ημέρες
με πενιχρά κυβερνητικά αποτελέσματα, επικοινωνιακές ενοχλήσεις από λάθη και
απειρίες αλλά και αναδυόμενες αντιθέσεις μέσα στο κόμμα.
• Διαπίστωση τρίτη:
Τώρα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, με την σωστή πολιτική κατεύθυνση με τα τυχόν λάθη
της και τις ανεπάρκειές της, βρίσκεται μόνη απέναντι σε ένα πανίσχυρο συστημικό πεδίο, που
εκτείνεται μέσα και έξω από τη χώρα, χωρίς συμμάχους, παρά μόνο με μια εντολή απλής «ανάθεσης» από μια
μικρή πλειοψηφία και με πρόσκαιρη ανοχή και συναίνεση από την «ιδιόμορφη» ελληνική
κοινωνία που απλώς παρακολουθεί. Η αδυναμία διεξόδου από την κρίση διαπραγμάτευσης, που απορροφά το μεγαλύτερο
μέρος της κυβερνητικής δραστηριότητας, εκτός από τις αντικειμενικές πολύ
δύσκολες συνθήκες αντιμετωπίζει και εσωτερικό μέτωπο, λόγω των αρνητικών συνδρόμων
και των εμμονών πολλών αριστερών ή άλλων που εντάχθηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ, που αυταπατώνται
και νομίζουν ότι βρισκόμαστε σε επαναστατική ή ένοπλη περίοδο.
• Διαπίστωση τέταρτη:
Η άλλη «διαπραγματευτική πλευρά» οι δανειστές, οι εταίροι, οι θεσμοί, οι Ευρωπαίοι
πολίτες, η παγκόσμια κοινή γνώμη, δεν βλέπουν την Ελλάδα ως το κέντρο της Γής.
Δεν έχουν κατανοήσει, βοηθούντων των διεθνών και εγχώριων ΜΜΕ, τα λάθη που
έχουν γίνει σε βάρος της χώρας μας και αγνοούν ότι η Ελλάδα όδευε προς τη
χρεωκοπία πριν από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Ειδικότερα στο εσωτερικό
του ΣΥΡΙΖΑ υποτιμάται ή αγνοείται το σκληρό και ανάλγητο πλαίσιο των δανειστών
και των θεσμών αλλά και των εταίρων μας, που λόγω ιδεολογικών και πολιτικών διαφορών,
δεν έχουν καμία διάθεση να υποκύψουν στις επιδιώξεις ή τις απαιτήσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Δέχονται τη διαπραγμάτευση και τη συμφωνία με μια Αριστερή κυβέρνηση στην
Ελλάδα για ένα συμβιβασμό, που όμως θα σεβαστεί τους κανόνες της Ένωσης, τη
συνέχεια του δεύτερου προγράμματος στήριξης και του ελληνικού κράτους. Η επιλογή τους αυτή δεν είναι
αποτέλεσμα ευαισθησιών ηγετών, κρατών ή θεσμών, αλλά είναι απόρροια της εκτίμησης,
ότι η υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολύ μεγάλη υπόθεση για να εκτεθεί
σε οποιοδήποτε κίνδυνο αμφισβήτησης της συνοχής
της με ένα Grexit, όταν πυκνώνουν
τα σύννεφα αμφισβήτησής της και αναδύονται
κίνδυνοι σοβαρότεροι στο εσωτερικό της από πολύ μεγαλύτερες χώρες και δυνάμεις πχ με ένα Βρετανικό Brexit ή με μια προεδρία της Μαρί Λεπέν. Η εκτίμηση
αυτή, που είναι σωστή έγκαιρα τη διαπίστωσε και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά υπερεκτιμήθηκε, με αποτέλεσμα οι
διαπραγματεύσεις να σκοντάψουν σε τοίχο και να περισσεύσουν οι σκληράδες της εσωτερικής
κατανάλωσης .
• Διαπίστωση Πέμπτη:
Η σύγκρουση που επέλεξε αρχικά ο
ΣΥΡΙΖΑ, για να αντιμετωπίσει τη σκληρή στάση των δανειστών, στηρίχθηκε στην γνωστή
και μη εξαιρετέα εν πολλοίς αντιφατική συμπεριφορά της Ελληνικής κοινωνίας, που
με ευκολία φορτώνει όλες τις ευθύνες και τα οικονομικά αδιέξοδα της χώρας στους
δανειστές, απαιτεί ένα συμβιβασμό εντός της Ένωσης, ενώ ταυτόχρονα αποδέχεται τις
περίφημες κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα απορρίπτει κάθε εξωπραγματική
και απονενοημένη προσπάθεια Grexit.
Επομένως είναι τουλάχιστον ανόητο αυτό που ισχυρίζονται ορισμένοι, εντός
του ΣΥΡΙΖΑ, ότι εκφράζουν ή ομιλούν στο όνομα των διαθέσεων της πλειοψηφίας του
Ελληνικού λαού, όταν προτείνουν άκρως επικίνδυνες και επιπόλαιες προτάσεις «ρήξης»
ή επιστροφής στη δραχμή, κάτω από τελείως
δυσανάλογους συσχετισμούς δύναμης σε ιδεολογικό, πολιτικό, θεσμικό και
κοινωνικό επίπεδο, εντός και εκτός της χώρας. Προτάσεις που θα οδηγήσουν σε κατάρρευση
ενός ήδη χρεωκοπημένου και διαλυμένου
θεσμικά κράτους εντός της ευρωζώνης. Η πιθανότερη εκδοχή στην περίπτωση αυτή
είναι η Ελλάδα μετατραπεί σε ένα «Κόσοβο» εντός της ζώνης του Ευρώ.
Μαζί με αυτές στις διαπιστώσεις, πρέπει να συνυπολογιστούν τα αποτελέσματα
από άλλες ιστορικές εμπειρίες ή ανάλογους πειραματισμούς, που διαδραματίστηκαν στο
παγκόσμιο σκηνικό, οι οποίες επιβεβαιώνουν την ορθότητα του πυρήνα της πολιτικής
του ΣΥΡΙΖΑ, με εξαίρεση κάποιες υπερβολές ή λάθη που πραγματοποιήθηκαν τις
πρώτες 100 ημέρες, οι οποίες προφανώς δεν θα κρίνουν μια πολιτική με ορίζοντα τετραετίας.
Επομένως το μόνο που οφείλουν να κάνουν οι προαναφερθείσες απόψεις, της «ρήξης»
και του «Grexit», που δεν απηχούν έτσι ή αλλιώς τις απόψεις των
μελών και των στελεχών του κόμματος ούτε της Ελληνικής κοινωνίας, να αναμείνουν
την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και να στρατευθούν με την πολιτική της κυβέρνησης,
που μάχεται για να ανατραπούν πολιτικές «παρένθεσης» ή κεντροαριστερών επιδιώξεων.
Να συναινέσουν στη διαμόρφωση κλίματος συσπείρωσης και παραμονής της Αριστεράς
στο προσκήνιο των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, ώστε να
ενισχυθεί η διαπραγματευτική ισχύ του ΣΥΡΙΖΑ, αφού οι διαπραγματεύσεις
συνεχίζονται. Να παραμείνει η πολιτική της
τετραετούς προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ στο προσκήνιο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη χωρίς υπονομεύσεις και αστήριχτες και ανόητες κατηγορίες
περί διολισθήσεων και κεντροαριστερών επιλογών που αποτελούν αντικειμενικά
υπονόμευσή της.
v
ΑπάντησηΔιαγραφήthank you
سعودي اوتو