Α. Ιστορικό
Πριν από το «1989» στην Ελλάδα λειτουργούσε κατά αποκλειστικότητα κρατικο-μονοπωλιακό
σύστημα επικοινωνίας και ενημέρωσης.
Το μονομερές δημόσιο σύστημα ραδιοτηλεοπτικής
ενημέρωσης, ολοκληρώθηκε το 1987 με το Νόμο 1730/1987 και την ίδρυση της Ενιαίας Δημόσιας ΕΡΤ ΑΕ. Το 1989 με βάση
το Ν. 1866/1989 το σύστημα συμπληρώθηκε με «μη κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα»
και την ταυτόχρονη δημιουργία ενός στοιχειωδώς ανεξάρτητου εποπτικού οργάνου
εποπτείας και ελέγχου των ραδιοτηλεοπτικών μέσων, του Εθνικού Συμβουλίου
Ραδιοτηλεόρασης(ΕΣΡ)
√ Ο νόμος 1866/1989 αποτέλεσε ταυτόχρονα και την αφετηρία απορρύθμισης του
κρατικο-μονοπωλιακού συστήματος επικοινωνίας και ενημέρωσης. Με το νόμο αυτό
(άρθρο 4) χορηγήθηκαν προσωρινές άδειες ίδρυσης και λειτουργίας μη
κρατικών τηλεοπτικών σταθμών τοπικής εμβέλειας ενώ με το άρθρο 5 του
ίδιου νόμου θεσμοθετήθηκε σύναψη σύμβασης παραχώρησης με το κράτος,
στην οποία περιλαμβάνονταν ειδικότεροι όροι και υποχρεώσεις της παραχώρησης. Με
το άρθρο 9 καθορίστηκε οικονομικό αντάλλαγμα υπέρ του
κράτους, ως ποσοστό επί των καθαρών κερδών των μη κρατικών τηλεοπτικών
εταιρειών ανά έτος(νόμιμος φόρος). Με το άρθρο 11 καθορίστηκε η δημοσιογραφική
δεοντολογία και η αυτοτέλεια των ενημερωτικών και ψυχαγωγικών εκπομπών, με βάση
την καθιερωμένη από τη δημόσια ΕΡΤ πρακτική, καθώς και τις συνταγματικές
επιταγές (άρθρο 15.2 του Συντάγματος 1975) και τους κανόνες που είχαν παγιωθεί στα σύγχρονα κράτη, ενώ με το ΕΣΡ
(άρθρο 1 του Νόμου) επιχειρήθηκε η εξασφάλιση της εποπτείας αλλά και της ελευθερίας
της έκφρασης, της πολυφωνίας, της τήρησης της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και
η προαγωγή της ποιότητας των ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων κατά τη συνταγματική
επιταγή.
Ειδικότερα στην ΕΡΤ ΑΕ, με το άρθρο 19 εκχωρήθηκε από το κράτος το αποκλειστικό προνόμιο για την
πραγματοποίηση ραδιοφωνικών εκπομπών εθνικής εμβέλειας ως αποκλειστικό
και αναπαλλοτρίωτο προνόμιο.
√ Ο επόμενος νόμος 2328/1995 αποτέλεσε νέα τομή στη συγκρότηση των ραδιοτηλεοπτικών ιδιωτικών μέσων (Ο περιβόητος νόμος «Βενιζέλου).
Καθιέρωσε την ιδιωτική-εμπορική ραδιοτηλεόραση, τη μετέτρεψε σε πανελλαδικής
εμβέλειας πέραν της περιφερειακής και της τοπικής, καθόρισε τις αρχές και όρους
χορήγησης αδειών τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών(οικονομικές απαιτήσεις,
κριτήρια χορήγησης, κατηγοριοποίηση σταθμών, περιεχόμενο προγραμμάτων, έλεγχοι
διαφάνειας και συγκέντρωσης κεφαλαίων, αθέμιτη επιρροή επιχειρήσεων,
ονομαστικοποίηση μετοχών, ασυμβιβάστων, πόθεν έσχες, δεοντολογία,
δημοσιογραφικών εκπομπών, ψυχαγωγικών προγραμμάτων και διαφημίσεων κα), προδιέγραψε τις προϋποθέσεις ίδρυσης
λειτουργίας ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, χρόνος και κατηγορία αδείας, ανανέωσης
αδειών, διαδικασίες εποπτείας και ελέγχου σταθμών, επιχειρήσεις ερευνών
ραδιοτηλεοπτικής αγοράς, διαφημιστική δραστηριότητα.
Στις μεταβατικές διατάξεις του νόμου αυτού (άρθρο 5) οι άδειες που είχαν
χορηγηθεί σε ΑΕ η δημοτικές επιχειρήσεις κατά το άρθρο 4 του Ν 1866/1989
παρατάθηκαν για πρώτη φορά και για διάστημα ενός έτους από την έναρξη της
ισχύος του νέου νόμου, ενώ με το άρθρο 2 του ίδιου νόμου καθορίστηκε ο τρόπος
χορήγησης, ανανέωσης και ανάκλησης των αδειών αυτών στο μέλλον.
Με το άρθρο 1 του 2328/1995 παρ. 21, η άδεια χορηγείται υπό τον όρο της
καταβολής ελαχίστου ετήσιου ανταλλάγματος υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου για
τη χρήση ορισμένου ή ορισμένων διαύλων ραδιοσυχνοτήτων, μέσω επίγειων πομπών,
που παραχωρούνται στους σταθμούς. Το αντάλλαγμα καθορίστηκε σε
ποσοστό 2% επί των ακαθαρίστων εσόδων του σταθμού. Ενώ προς διασφάλιση
εγγυήσεων η άδεια συνοδεύονταν με εγγυητική επιστολή τραπέζης ύψους διακοσίων
πενήντα εκατομμυρίων (250.000.000) για τους σταθμούς εθνικής εμβέλειας και
ανάλογου ποσού για τους σταθμούς περιφερειακής και τοπικής εμβέλειας και
ραδιοφώνων η οποία κατέπιπτε όταν η επιχείρηση δεν ανταποκρινόταν στις
υποχρεώσεις της.
√ Επόμενος
καθοριστικός νόμος 3592/2007
συνέβαλε καταλυτικά στην ανάπτυξη του απορυθμισμένου πλέον «Συστήματος Ενημέρωσης
και Επικοινωνίας» (Ο επίσης περιβόητος νόμος Ρουσόπουλου).
Με το νόμο αυτό, επιχειρήθηκε η «εναρμόνιση» της ραδιοτηλεοπτικής
νομοθεσίας προς τις σχετικές Κοινοτικές Οδηγίες μετάβασης στη ψηφιακή εποχή, 2002/19,20,21,22
και 77/ΕΚ, η εισαγωγή των ευρυζωνικών δικτύων και της επίγειας ψηφιακής
τηλεόρασης στην Ελλάδα καθώς και η νέα διαδικασία αδειοδότησης, στη ψηφιακή
εκπομπή, των μέχρι τότε λειτουργούντων, από το 1989 Ραδιοτηλεοπτικών Επιχειρήσεων, με αναλογική
τεχνολογία και προσωρινές άδειες.
Στη διαδικασία αδειοδότησης ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών που ποτέ επίσης
δεν ολοκληρώθηκε, στο άρθρο 6 παραγρ. 15, του Ν 3259/2007 οι αδειούχοι έπρεπε να καταβάλουν κατά τη
χορήγηση της αδείας οικονομικό αντάλλαγμα υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου για τη
χρήση ορισμένου ή ορισμένων διαύλων συχνοτήτων, μέσω επίγειων πομπών που
παραχωρούνται στους σταθμούς. Για τους ενημερωτικούς σταθμούς γενικού
περιεχομένου εθνικής εμβέλειας το αντάλλαγμα καθορίστηκε ετησίως σε ποσοστό 2%
επί των ακαθαρίστων εσόδων του σταθμού με ελάχιστο όριο το ποσό του ενός
εκατομμυρίου € ετησίως (!.000.000) Για τους ενημερωτικούς σταθμούς θεματικού
περιεχομένου εθνικής εμβέλειας το αντάλλαγμα καθορίστηκε ετησίως σε ποσοστό 2%
επί των ακαθαρίστων εσόδων του σταθμού με ελάχιστο όριο το ποσό των διακοσίων
χιλιάδων € (200.000). για τους μη ενημερωτικούς σταθμούς εθνικής εμβέλειας το
αντάλλαγμα καθορίστηκε ετησίως σε ποσοστό 2% επί των ακαθαρίστων εσόδων του
σταθμού με ελάχιστο όριο το ποσό των διακοσίων πενήντα χιλιάδων €
ετησίως(250.000). Για τους περιφερειακούς σταθμούς το οικονομικό αντάλλαγμα
καθορίζεται ετησίως με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών
και Μεταφορών καθώς και του Αρμόδιου Υπουργού Μέσων Ενημέρωσης. Με όμοια
απόφαση καθορίζονταν και τα ποσά σε περίπτωση ανανέωσης αδείας. Για την
εξασφάλιση του συνολικού ποσού του οικονομικού ανταλλάγματος οι υποψήφιοι θα
κατέθεταν κατά την υποβολή της υποψηφιότητας ισόποση εγγυητική επιστολή. Η
εγγυητική επιστολή σε περίπτωση που ο αδειούχος δεν καταβάλει το οικονομικό
αντάλλαγμα καταπίπτει.
Ανάλογες διαδικασίες ισχύουν και κατά την αδειοδότηση των ραδιοφωνικών
σταθμών, που συνεχίζουν να λειτουργούν κατά βάση με αναλογική τεχνολογία.
Με βάσει το άρθρο 11 παρ.3 β) του Ν 3259/2007 ο σταθμός υποχρεούται να
καλύψει πληθυσμιακά τουλάχιστον το ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) της
γεωγραφικής περιοχής για την οποία έχει λάβει άδεια. Η υποχρέωση αυτή
για τους τηλεοπτικούς σταθμούς πρέπει να εκπληρωθεί μέσα σε δώδεκα μήνες (12)
από την ημερομηνία χορήγησης της αδείας. Προθεσμία που μπορεί να παραταθεί με
αιτιολογημένη απόφαση του σταθμού μέχρι 12 μήνες επί πλέον.
Με την παραγρ 7 του άρθρου 5 του Ν 3259/2007 ως νομίμως λειτουργούντες
τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας νοούνται αυτοί που έχουν λάβει άδεια
ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού ελεύθερης λήψης και
ειδική άδεια τεχνικής δικτύωσης προκειμένου να αποκτήσουν εθνική εμβέλεια
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.(Διάταξη του άρθρου 4 του Ν 1866/1989 η οποία
ισχύει διαχρονικά και έχει παραταθεί αλληλοδιαδόχως με μεταγενέστερους νόμους με
άλλες διατάξεις ως ισχύουν).
Ως νομίμως λειτουργούντες περιφερειακοί τηλεοπτικοί σταθμοί νοούνται
εκείνοι που θεωρείται ότι λειτουργούν νομίμως σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.
1 του άρθρου 17 του 2644/1998 και άλλες διατάξεις μεταγενέστερων νόμων ως
ισχύουν.
Ως νομίμως λειτουργούντες ραδιοφωνικοί σταθμοί νοούνται αυτοί που έχουν
λάβει άδεια ίδρυσης εγκατάστασης και λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού ελεύθερης
λήψης σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ 25/1988 και άλλες διατάξεις μεταγενέστερων
νόμων ως ισχύουν. Οι τοπικοί τηλεοπτικοί σταθμοί καταργούνται με το νέο νόμο
και υποτίθεται ότι θα μεταλλαχτούν στις νέες κατηγορίες σταθμών που προβλέπει ο
νέος νόμος αδειοδοτήσεων 3259/2007
Με το άρθρο 6 παρ 1 του νόμου
3259/2007, η συνέχιση της λειτουργίας των ήδη νομίμως λειτουργούντων ιδιωτικών
τηλεοπτικών σταθμών, κατά τα αναφερόμενα στο εδάφιο α) της παραγ. 7 του άρθρου
5, προϋποθέτει τη συμμετοχή τους στη διαγωνιστική διαδικασία και τη χορήγηση
της σχετικής αδείας. Μέχρι την έκδοση της σχετικής αδείας,
θεωρείται ότι λειτουργούν νομίμως στη γεωγραφική περιοχή που εκπέμπουν, εφόσον
υποβάλουν υποψηφιότητα στη νέα διαγωνιστική διαδικασία του παρόντος που επίσης
δεν υλοποιήθηκε ποτέ
Με το άρθρο 14 του Ν 3259/2007 από τη δημοσίευση του νόμου και μέχρι την
έκδοση του ΠΔ που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγ. 5 του άρθρου 13, οι
νομίμως λειτουργούντες τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας ή οι αδειούχοι
τηλεοπτικοί σταθμοί τηλεοπτικής εμβέλειας μετά την αδειοδότησή τους
συμπεριλαμβανομένης και της ΕΡΤ ΑΕ ή της θυγατρικής της (διάταξη που ίσχυε για
τη ΝΕΡΙΤ ή τη νέα ΕΡΤ ΑΕ σε λίγο) έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν, εφόσον το
επιθυμούν, να μεταδίδουν το αναλογικό πρόγραμμα με ψηφιακή τεχνολογία. Εντός
χρονικού διαστήματος τριών ετών από τη δημοσίευση της απόφασης της προηγούμενης
παραγράφου όσες αναλογικές συχνότητες χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση
συνδρομητικών υπηρεσιών με αναλογική μορφή απελευθερώνονται και
χρησιμοποιούνται από την ΕΡΤ ΑΕ.
Στο άρθρο 15 παραγ 1 του ίδιου νόμου, για τα ευρυζωνικά δίκτυα οι επιχειρήσεις
παροχής ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών μέσω ευρυζωνικών δικτύων, μπορούν να είναι
πάροχοι δικτύου ή/και πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και
πάροχοι περιεχομένου, οι οποίοι μπορεί να είναι ο ίδιος ή διαφορετικοί φορείς.
Στην παραγ. 11 επίσης αναφέρεται ότι οι πάροχοι περιεχομένου μπορούν να
συνάπτουν συμβάσεις με παρόχους δικτύου ή/και παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών
επικοινωνιών για τη μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών.
Στην παραγ. 12 επίσης σημειώνεται ότι για τη μετάδοση από τους παρόχους
δικτύων ραδιοτηλεοπτικού προγράμματος, είναι υποχρεωτική η προηγούμενη υποβολή
στο ΕΣΡ αντιγράφου της σύμβασης που έχουν συνάψει με επιχείρηση που έχει λάβει
άδεια ή έγκριση τηλεοπτικού προγράμματος.
Ενώ με το άρθρο 18 επιχειρείται η αναδιοργάνωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού
στην οποία συστήνεται Ειδικό τμήμα Ελέγχου της Αγοράς Μέσων Ενημέρωσης στη
Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού.
Στο άρθρο 20 προβλέπεται παράταση της προθεσμίας για την έκδοση προκήρυξης
με αντικείμενο τη χορήγηση τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών αδειών μέχρι την
31.12.2007. μεθόδευση που επαναλαμβάνεται με σωρεία νέων παρατάσεων μέχρι το
τέλος του 2015.
Β. Πεδία εφαρμογής παραβατικότητας.
Μετά από σχετική έρευνα του ισχύοντος νομικού πλαισίου, καθίσταται προφανές
ότι εφαρμόστηκε στην εξέλιξη του συστήματος πολυδιάστατη παραβατικότητα. Για την όσο γίνεται πιο ομαλή και
χαμηλού κόστους εδραίωση της πληθώρας των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών στην
ανταγωνιστική και παράλληλα υποβαθμισμένη λόγω της κρίσης ραδιοτηλεοπτική αγορά.
Η παραβατικότητα αφορά στην παράκαμψη διατάξεων των νόμων που προέβλεπαν εποπτεία
και ελέγχους στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των επιχειρήσεων, στον έλεγχο της διαφάνειας,
στη μετοχική σύνθεση των κεφαλαίων τους, στο πόθεν έσχες των μετόχων και στα
ασυμβίβαστα που επιβάλλει η σχετική νομοθεσία, στην ποιότητα των προγραμμάτων.
Ο πυρήνας της παραβατικότητας αφορά στη παράκαμψη των απαραίτητων ελέγχων κατά τη διαδικασία
αδειοδότησης των σταθμών.
Εξ’ ου όλοι, χωρίς εξαίρεση οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί λειτουργούν με προσωρινές άδειες για 26
ολόκληρα χρόνια, γεγονός που επιβεβαιώνει το παρακάτω πανόραμα των
παρατάσεων των προσωρινών αδειών. Το καθεστώς νόμιμης λειτουργίας των
τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών έχει παραταθεί επανειλημμένα από το 1995 μέχρι
σήμερα, με σωρεία νομοθετικών διατάξεων.
√ Τηλεοπτικοί σταθμοί (παρατάσεις αδειών)
•Πρώτη έκδοση προσωρινών τηλεοπτικών αδειών πραγματοποιήθηκε με το άρθρο 4
του ν 1866/1989. Στη συνέχεια ακολούθησαν προκλητικές παρατάσεις από το 1995
έως σήμερα
• Παράταση με την παρ.1 του άρθρου 5 του ν 2328/1995.
• Παράταση άρθρο 4 του ν 2438/1996.
• Παράταση παρ. 1 και 3 του άρθρου 17 του ν 2644/1998.
• Παράταση παρ.2 άρθρο 7 του ν 3021/2002
• Παράταση παρ. 2 και 3 του άρθρου 19 του ν 3051/2002.
• Παράταση παρ. 7β άρθρου 15 του ν 3444/2006.
• Παράταση παρ. 2 άρθρο 19 του ν 3548/2007.
• Παράταση άρθρο 9 του ν 3723/2008.
• Παράταση άρθρο 38 του ν 3775/2009.
• Παράταση παρ.4 άρθρο 29 του ν 3838/2010 (Προθεσμία για την έκδοση
προκήρυξης με αντικείμενο την χορήγηση αδειών τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών
σταθμών παρατείνεται μέχρι 31/12/2011)
• Παράταση παρ.8 άρθρο 49 του ν 3905/2010 (Λήξη των παρατάσεων για χορήγηση
αδειών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών αναλογικής εκπομπής, λόγω μετάβασης στη ψηφιακή
εκπομπή)
• Παράταση παρ. 1 και 2 του άρθρου 8 του ν 4038/2012 σε συνδυασμό με την
παρ. 7α του άρθρου 5 του ν 3592/2007.(για επίγεια ψηφιακή ευρυεκπομπή)
• Παράταση άρθρο 18 του ν 4208/2013 ( για επίγεια
ψηφιακής ευρυεκπομπής μέχρι τις 31/12/2014)
• Παράταση παρ. 3 άρθρου 6 στοιχ α’
του ν 4279/2014 (παράταση επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής μέχρι 31/12/2015)
√ Ραδιοφωνικοί σταθμοί
• Παράταση παρ 8 του άρθρου 49 του ν
3905/2010
• Παράταση παρ. 4
του άρθρου 8 του ν 4038/2012 (Προθεσμία έκδοσης προκήρυξης χορήγησης
αδειών
• Παράταση άρθρου 17 του ν 4208/2013 (Προθεσμία έκδοσης προκήρυξης
χορήγησης αδειών ραδιοφωνικών σταθμών παρατείνεται από τη λήξη της μέχρι
31/12/2014)
• Παράταση παρ. 4 άρθρου 6 στοιχ α’
του ν 45279/2014(προθεσμία έκδοσης προκήρυξης χορήγησης αδειών ραδιοφωνικών
σταθμών παρατείνεται από τη λήξη της μέχρι τι; 31/12/2015).
√ Περιφερειακοί τηλεοπτικοί σταθμοί Για τους περιφερειακούς τηλεοπτικούς σταθμούς που
ακολουθούσαν κατά πόδας στις παρατάσεις τους σταθμούς εθνικής εμβέλειας,
θεσπίστηκε επί πλέον ως όρος για τη «νόμιμη λειτουργία» τους η υποβολή αίτησης
κατά τη διάταξη του άρθρου 14 παρ 2 του ν 3592/2007 εντός αποκλειστικής
προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του ν 4038/2012 και η έγκριση από το ΕΣΡ της ψηφιακής εκπομπής
του αναλογικού τους προγράμματος (παρ
1και 2 του άρθρου 8 του ν 4038/2012) Η εν λόγω διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 του
ν 3592/2007 αφορά στη δυνατότητα των νομίμως λειτουργούντων τηλεοπτικών σταθμών
περιφερειακής( η τοπικής) εμβέλειας και
τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να εκπέμπουν παραλλήλως το αναλογικό
τους πρόγραμμα με ψηφιακή τεχνολογία.
√ Συμπεράσματα
Από τα παραπάνω είναι δεδομένο ότι οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί με τις
συνεχείς παρατάσεις συντηρούσαν ένα επικοινωνιακό τοπίο στην ομίχλη. Από την
έναρξη της προσπάθειας ρύθμισης του ιδιωτικού ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, οι ιδιωτικές
ραδιοτηλεοπτικές επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν να συγκροτήσουν αξιόπιστους φακέλους
για την έκδοση των αδειών ίδρυσης εγκατάστασης και λειτουργίας, σύμφωνα με τους
όρους που προέβλεπε το εκάστοτε ισχύον θεσμικό πλαίσιο και η προκήρυξη του ΕΣΡ.
Στους φακέλους που κατά καιρούς κατέθεταν οι ιδιωτικοί σταθμοί δεν διασφάλιζαν
τον τρόπο απόκτησης των οικονομικών μέσων που διέθεταν οι μέτοχοι που κατείχαν
ποσοστά μεγαλύτερα του 2,5% του μετοχικού κεφαλαίου, δεν κάλυπταν τα
προβλεπόμενα ασυμβίβαστα, δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν την απόκτηση των
κεφαλαίων και της βιωσιμότητας της επιχείρησής τους, δεν παρείχαν πλήρη
στοιχεία για τη λειτουργία, τη διοίκηση και τη διαχείριση του σταθμού, ιδίως σε
σχέση με το προσωπικό, το πρόγραμμα, τον εξοπλισμό, τις τεχνικές προδιαγραφές
τις κάθε είδους εγκαταστάσεις το δίκτυο, τα περιουσιακά στοιχεία, τους μετόχους
και τα οικονομικά μέσα που διέθεταν για την απόκτηση των μετοχών τους, τις
δανειακές, τις φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, τις διαφημίσεις
που μετέδιδαν, τις συμφωνίες τους με του διαφημιστές και τους όρους μετάδοσης
των διαφημίσεων, δεν κάλυπταν το αξιόπιστο των ισολογισμών τους με ελέγχους από ορκωτούς λογιστές ή
εμπειρογνώμονες. Όλες οι διαγωνιστικές προσπάθειες αδειοδότησης κατέληγαν σε
απόρριψη ή στις αίθουσες των
δικαστηρίων.
Την ίδια ώρα η λειτουργία τους με προσωρινές άδειες, περιόριζε την εκ των
πραγμάτων άσκηση των απαιτούμενων βασικών ελέγχων των επιχειρήσεων από το ΕΣΡ, που
θα πραγματοποιούνταν με την αδειοδότηση.
Κάλυπτε το θολό πλαίσιο λειτουργίας των σταθμών, τα υπαρκτά ελλείμματα του προσωπικού,
τους περιορισμένους προγραμματικούς
στόχους. Περιόριζε στο ελάχιστο τους
δεοντολογικούς ελέγχους και τις συνταγματικές απαιτήσεις στην ενημέρωση, στην
ψυχαγωγία και στην επιμόρφωση, Από-μείωνε το κόστος της λειτουργίας και της νομιμοποίησης,
ενώ διευκόλυνε την παραβατικότητα, τη διαπλοκή και τη συναλλαγή με τις πολικές
δυνάμεις δημιουργώντας συνθήκες μιας
ιδιότυπης και αμφίδρομης ομηρίας. Αποτέλεσμα η υποβάθμιση της πολιτιστικής ποιότητας και της
πολυφωνίας στην ενημέρωση, τη χαμηλού
επιπέδου ψυχαγωγία και την ανυπαρξία
επιμόρφωσης. Δεδομένη ήταν επίσης η ανεπάρκεια της προστασίας των
χρηστών/καταναλωτών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της παιδικής ηλικίας.
√ Σχετικά με το ετήσιο ελάχιστο οικονομικό αντάλλαγμα που οφείλουν να καταβάλουν οι τηλεοπτικοί
σταθμοί αυτό καθορίζεται επακριβώς σε ποσοστό 2% των ακαθαρίστων εσόδων του
σταθμού (άρθρο 1 παρ. 21 του ν 2328/1995) και έκτοτε το ύψος αυτό παγιώθηκε σε
ποσοστό 2% (άρθρο 6 παρ. 15 του ν 3592/2007).
Κατά τη χορήγηση της αδείας, οι ανωτέρω τηλεοπτικοί σταθμοί θα καταβάλλουν
αντιστοίχως τα ανωτέρω ελάχιστα προϋπολογισθέντα ποσά, τα οποία στο τέλος του
πρώτου έτους λειτουργίας συνυπολογίζονται για τον ακριβή καθορισμό των
οφειλομένων ποσών του έτους. Δεν υπάρχει ούτε αναφέρεται άλλου είδους συμψηφισμός(άρθρο
6 παρ15 εδάφιο 4 του ν 3592/2007).
Οι περικοπές που πραγματοποιούνταν κατά καιρούς και οι συμψηφισμοί των
ποσών του οικονομικού ανταλλάγματος για χρήση συχνοτήτων, με την αγορά από το
κράτος airtime δεν νομιμοποιούνται με βάσει την
κείμενη νομοθεσία. Επίσης δεν νομιμοποιούνται οι αυθαίρετες μεταβολές και διαφορές
που αποφασίζονταν κατά καιρούς και η αναρχία που επικρατούσε στον καθορισμό του
ετήσιου ανταλλάγματος για τη χρήση συχνοτήτων από 0.1-3%.
Από το 2011 και μετά, «σιωπηρώς» οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις
είχαν αποποιηθεί παντελώς την είσπραξη του δικαίωματος του δημοσίου για το
οικονομικό αντάλλαγμα χρήσης συχνοτήτων και οι σταθμοί διέκοψαν εξίσου σιωπηρώς
την καταβολή του. Την ώρα που οι ίδιες αυτές κυβερνήσεις απομάστευαν υπέρογκα φορολογικά έσοδα από
τους έλληνες φορολογούμενους.
Εξίσου προκλητική είναι και η "νόμιμη φοροαποφυγή" που μεθοδεύτηκε στις μνημονιακές συνθήκες (2010-2014)και συνεχίζεται σήμερα ακάθεκτη στο φορολογικό πεδίο. Το 2010 ψηφίστηκε νόμος (3845/2010) κατ'απαίτηση μνημονιακών αναγκών που στο άρθρο 5 παρ. 12 επέβαλε ειδικό φόρο στις τηλεοπτικές διαφημίσεις των τηλεοράσεων με συντελεστή 20% επί της αξίας της κάθε διαφήμισης. Διάταξη που δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Η έναρξη της εφαρμογής της αναβλήθηκε με σχετικές τροπολογίες, ακόμα και με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου από το 2010 στην 01/01/2012 και στη συνέχεια στην 01/01/2013 και τέλος στην 01/01/ 2015. Δημιουργόντας ένα νέο φορολογικό σκάνδαλο εν μέσω κρίσης και υπερφορολόγησης όλων των άλλων επιχειρήσεων.
Εξίσου προκλητική είναι και η "νόμιμη φοροαποφυγή" που μεθοδεύτηκε στις μνημονιακές συνθήκες (2010-2014)και συνεχίζεται σήμερα ακάθεκτη στο φορολογικό πεδίο. Το 2010 ψηφίστηκε νόμος (3845/2010) κατ'απαίτηση μνημονιακών αναγκών που στο άρθρο 5 παρ. 12 επέβαλε ειδικό φόρο στις τηλεοπτικές διαφημίσεις των τηλεοράσεων με συντελεστή 20% επί της αξίας της κάθε διαφήμισης. Διάταξη που δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Η έναρξη της εφαρμογής της αναβλήθηκε με σχετικές τροπολογίες, ακόμα και με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου από το 2010 στην 01/01/2012 και στη συνέχεια στην 01/01/2013 και τέλος στην 01/01/ 2015. Δημιουργόντας ένα νέο φορολογικό σκάνδαλο εν μέσω κρίσης και υπερφορολόγησης όλων των άλλων επιχειρήσεων.
Πέραν τούτων οι τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας καταγράφουν σήμερα δανειακές
υποχρεώσεις προς τις τράπεζες που ξεπερνούν τα 700 εκατομμύρια € με το παθητικό
στο σύνολο του κλάδου να ανέρχεται στα 800 εκατομμύρια €.
Ο όμιλος της ‘Καθημερινής» μόλις προσφάτως ανακοίνωσε νέο ομολογιακό δάνειο
ύψους 36 εκατομμυρίων € από τέσσερις τράπεζες για να αναχρηματοδοτήσει τον
υφιστάμενο τραπεζικό δανεισμό της, που ανέρχεται σε πάνω από 100 εκατομμύρια €
Είναι αυτονόητο ότι η κατάσταση των υπερχρεωμένων τηλεοπτικών ομίλων και
σταθμών εθνικής εμβέλειας είναι προϊόν αθέμιτων συναλλαγών, όταν η ρευστότητα
προς όλες τις άλλες επιχειρήσεις είναι προκλητικά αρνητική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου