Η διαδικασία της εκλογής του Ζαν
Κλωντ Γιουνκέρ στην Προεδρία της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, επιβεβαιώνει ότι η θεωρία των «μικρών βημάτων» που καθιέρωσε πριν μισό αιώνα και πλέον ο Ζακ Μονέ
λειτουργεί και σήμερα. Για πρώτη φορά από την ίδρυσή της, η Ε.Ε έχει εκλεγμένο
πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τον οποίον προηγουμένως
έχρησαν υποψήφιο οι ευρωπαίοι πολίτες μέσω της ψήφου τους.
Στο λόγο του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο Ζ.Κ. Γιουνκέρ, ως υποψήφιος Πρόεδρος
της Επιτροπής, έκανε μια πολύ σοβαρή
διαπίστωση. Σημείωσε με έμφαση, ότι αν η κρίση χρέους εύρισκε την ευρωζώνη με
το καλάθι των συναλλαγματικών ισοτιμιών αντί του ενιαίου νομίσματος, τότε θα
είχε ξεσπάσει μεταξύ των κρατών μελών της οικονομικός πόλεμος. Αυτή η σημαντική διαπίστωση
απευθύνεται προφανώς προς τους ακροδεξιούς ευρωσκεπτικιστές που ενισχύθηκαν
στις πρόσφατες ευρωεκλογές αλλά και
στους παντός είδους πολέμιους του €.
Έκρυψε όμως άλλες σοβαρότερες αλήθειες όπως, «τι Ευρώπη θέλουμε» και «τι
δημοκρατία θέλουμε στην Ευρώπη». Η γενικόλογη αναφορά όλων των ηγετών στην Ε.Ε
για «περισσότερη Ευρώπη» δεν καλύπτει πλέον
τους λαούς της Ευρώπης. Κραυγαλέα απόδειξη που επαναφέρει στο προσκήνιο τα
κρίσιμα αυτά ερωτήματα, είναι η συμπεριφορά του Βρετανού Πρωθυπουργού κ Κάμερον σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης,
αλλά και για την εκλογή του νέου Προέδρου της Επιτροπής. Εκβιάζει, και διαρκώς
απειλεί με αποχώρηση από την Ε.Ε, δείχνοντας προκλητικά τη συντηρητική άποψή
του για την προοπτική της Ευρώπης αλλά και το πολιτικό ήθος του, σε σύγκριση με τον «τρομοκράτη»
Αλέξη Τσίπρα, που αν και διαπιστευμένος αντίπαλος του Ζ.Κ. Γιουνκέρ, σεβόμενος
την απόφαση των ευρωπαίων πολιτών, τον υπέδειξε δημόσια ως υποψήφιο για την εκλογή
του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκφράζοντας τη διαφορετική κουλτούρα
ενός αριστερού ευρωπαίου ηγέτη από ένα συντηρητικό και άκρως νεοφιλελεύθερο
Βρετανό.
Η κρίση χρέους στην Ευρώπη έδειξε και άλλα εξίσου σημαντικά προβλήματα που
πρέπει να απαντηθούν αν θέλουμε να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
• Η ελλειμματική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης και του Ευρω, που δεν
μπορούν να πάνε πολύ μακριά, όπως έδειξε
η κρίση χρέους. Απαιτούν δομικού χαρακτήρα αναδιαρθρώσεις. Διότι, ναι μεν το
ενιαίο νόμισμα λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας στις επιθέσεις των χρηματαγορών
σε αντίθεση με την ευάλωτη ύπαρξη διαφορετικών εθνικών νομισμάτων όπως
ισχυρίστηκε ο Ζ.Κ Γιουνκέρ, η ανεδαφική όμως συμφωνία με βάσει την οποία το
κάθε € χρέους της ευρωζώνης θα είναι χρέος αποκλειστικά ενός μόνο κράτους
μέλους, ανοίγει διάπλατα την κερκόπορτα για επιθέσεις των διεθνών και
αδίστακτων χρηματαγορών στις ελλειμματικές χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης.
Απόδειξη που επιβεβαιώνει την εκτίμηση
αυτή, είναι η αναγκαστική εκτός θεσμικού πλαισίου παρέμβαση του Προέδρου της
ΕΚΤ, όταν η ευρωζώνη βρέθηκε ενώπιον της διάλυσής της τον Ιούνιο του 2012. Ο
Πρόεδρος της ΕΚΤ απείλησε τις χρηματαγορές, ενώπιον του «κινδύνου διάλυσης» ότι
αν παραστεί ανάγκη θα κάνει «οτιδήποτε απαιτείται». Απείλησε εμμέσως πλην σαφώς,
ότι θα τυπώσει όσα ευρώ χρειαστούν για
να αγοράσει υποτιμημένα ομόλογα κρατών
μελών της ευρωζώνης (Ελλάδας, Ιταλίας, Ισπανίας, Πορτογαλίας) με άμεσες νομισματικές
συναλλαγές και τότε ο «πανικός των αγορών» υποχώρησε.
• Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί επίσης να λειτουργήσει αποτελεσματικά χωρίς
τη θεσμικού χαρακτήρα επαναθεμελίωσή της, στην προοπτική της πολιτικής ενοποίησής της
και στην υπερεθνική δημοκρατική συνταγματοποίησή της και όχι να παραμείνει στη σημερινή
παραλυτική κατάσταση, της διαρκούς διαπραγμάτευσης κορυφής και των ηγεμονικών βλέψεων των κυρίαρχων
δυνάμεων. Δεν μπορεί για παράδειγμα, κάθε κράτος μέλος να επιδιώκει εκβιαστικά να
ευνοήσει τα ιδιαίτερα εθνικά συμφέροντά του μέσω της εκλεγμένης Κυβέρνησής του, ή και αντιστρόφως, η άρχουσα
και θεσμικά ανεύθυνη ελίτ των Βρυξελών, να αποφασίζει ερήμην των κυρίαρχων
λαϊκών δικαιωμάτων των ευρωπαϊκών λαών, αν δεν υπάρχουν συνταγματοποιημένοι δημοκρατικοί
κανόνες που θα έχουν προηγουμένως εγκριθεί από τους ευρωπαϊκούς λαούς. Το
επίκαιρο παράδειγμα του αδιέξοδου της Συνόδου Κορυφής κατά τη διαπραγμάτευση για
τη «μοιρασιά» των Επιτρόπων, δείχνει ότι η πολιτική της «συνεχούς
διαπραγμάτευσης» είναι παραλυτική και δεν μπορεί να συνεχιστεί. Το κάθε εθνικό
αίτημα, δεν κάμπτεται εύκολα, παρά μόνο στην περίπτωση που θα λειτουργεί η
δημοκρατία σε όλα τα επίπεδα. Όταν οι λαοί της Ευρώπης πεισθούν, ότι κάθε βήμα
εκχώρησης στοιχείων εθνικής κυριαρχίας θα συνοδεύεται με ένα αντίστοιχο βήμα
εμβάθυνσης της υπερεθνικής δημοκρατίας,
ώστε να ενισχύεται η λαϊκή κυριαρχία και στα δύο επίπεδα εθνικό και ευρωπαϊκό, τότε
μόνο η νομιμοποίηση των υπερεθνικών δημοκρατικών θεσμών θα είναι αποδεκτή και
θα λειτουργεί.
• Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήδη έχει απολέσει την ενοποιημένη και αλληλέγγυα
συγκρότησή της. Υπάρχουν πλέον δύο «ενότητες
κρατών» που τις χωρίζει κοινωνικό και αναπτυξιακό χάσμα. Αν δεν κλείσει ή
τουλάχιστον αν δεν εξομαλυνθεί, όπως άλλωστε έχει γίνει στο παρελθόν, επί Ζακ
Ντελόρ, με τα προγράμματα συνοχής και σύγκλισης που οδήγησαν την Ευρώπη στις δύο
χρυσές δεκαετίες, η κατάσταση θα δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο. Ο υπερφίαλος
στόχος της απόφασης της Λισαβόνας, των πολυεθνικών και της Γερμανίας, ότι η
Ευρώπη μπορεί με τη λιτότητα να γίνει η πιο ανταγωνιστική περιοχή του πλανήτη
δεν είναι πραγματοποιήσιμος, όπως άλλωστε αποδεικνύεται, ότι η Ευρώπη μετά την
κρίση χρέους παραπαίει προς μια στάσιμη και αβέβαιη οικονομική κατάσταση και συνεχίζει
να εμφανίζει σημαντικές απώλειες στο διεθνή καταμερισμό. Η αναζήτηση ενός νέου
ευρωπαϊκού προγράμματος, έστω των τριακοσίων δις €, που θα στηρίξει την
απασχόληση, μπορεί να αποτελέσει απαρχή για μια νέα αναπτυξιακή ώθηση της
Ευρώπης.
Τι Ευρώπη θέλουμε
Είναι προφανές ότι οι πολιτικές ηγεσίες όλων ανεξαιρέτως των χωρών, μικρών
και μεγάλων, φέρουν ακεραία την ευθύνη για την παραλυτική και αδιέξοδη
κατάσταση που επικρατεί στην Ευρώπη σήμερα. Επιβάλλεται να υπάρξουν
πρωτοβουλίες και εναλλακτικές προτάσεις που θα ανοίξουν έναν σοβαρό και αποτελεσματικό ευρωπαϊκό διάλογο για την πορεία και το μέλλον της Ευρώπης. Είναι ο μόνος σίγουρος δρόμος
για να ενεργοποιήσει τους λαούς της Ευρώπης, να δημιουργήσει όρους και
προϋποθέσεις κοινωνικής συναίνεσης και δημοκρατικής νομιμοποίησης, να αμβλύνει
τις αντιθέσεις και την παραλυτική πρακτική της διαρκούς μίζερης και ασήμαντης
πολιτικά διαπραγμάτευσης κορυφής, προκειμένου να ξεκαθαρίσουν τα κρίσιμα
ερωτήματα που ταλανίζουν την πορεία μιας Ηπειρωτικής Ολοκλήρωσης κρατών και
λαών που ξεκίνησε με την πιο ελπιδοφόρα προοπτική, αποτέλεσε πρότυπο συνενώσεων
και περιφερειακών ολοκληρώσεων ανά τον κόσμο και σήμερα έχει οδηγηθεί σε
παραλυτικό τέλμα.
«Τι είδους Ευρώπη θέλουμε; Με ποιά δομή και ποια υπερεθνικά όργανα; Τι
σημαίνει εκχώρηση εξουσιών από το εθνικό κέντρο στο κεντρικό επίπεδο; Ποια
είναι τα οφέλη μιας οικονομικά και πολιτικά Ενωμένης Ευρώπης; Ποιοι θα λαμβάνουν
τις αποφάσεις; Πώς θα εκλέγονται οι ηγέτες της και ποιος είναι ο
αποτελεσματικός τρόπος δημοκρατικής λειτουργίας μιας οικονομικής και πολιτικής
οντότητας τετρακοσίων και πλέον εκατομμυρίων πολιτών; Πώς θα οδηγηθούμε σε έναν
μεγάλο κοινοτικό προϋπολογισμό, ο οποίος αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση της
κεντρικής πολιτικής εξουσίας; Πολύ σημαντικά ερωτήματα που το Τμήμα Ευρωπαϊκής
Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, έχει διατυπώσει και απαντήσει εγκαίρως και που πρόσφατα
κατατέθηκαν δημοσίως ως ερωτήματα με ένα εξαιρετικό άρθρο του Γιάννη Κοτόφωλου.
(Κυριακάτική Καθημερινή 13/07/2014).
Το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς με επί κεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα τάραξε τα
νερά και διεκδίκησε να αποτελέσει η πολιτική του πρόταση, εναλλακτική για το
μέλλον της Ευρώπης. Αν συμβεί κάτι ανάλογο και από τις άλλες πολιτικές
οικογένειες που μέχρι σήμερα διατηρούν γραφειοκρατικές και αδιέξοδες
παραλυτικές συναινέσεις, τότε κάτι μπορεί να κινηθεί στην Ευρώπη. Αξίζει να
σημειωθεί ότι σήμερα στην Ευρώπη, εκτός από τα μεγάλα ελλείμματα της
δημοκρατίας, της αλληλεγγύης και της συνοχής, προστίθεται και ένα ακόμη
αποκρουστικό φαινόμενο, έστω σε υβριδική μορφή, που στο παρελθόν τη μετέτρεψε σε «σκοτεινή
ήπειρο» η νέα φασιστική απειλή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου