Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Οι μεγάλες προκλήσεις του ΣΥΡΙΖΑ


ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ  ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Η συνάντηση του Α. Τσίπρα με τον Όλυ Ρεν τον Επίτροπο των Οικονομικών Υποθέσεων  της Ε.Ε ήταν, αν μη τι άλλο διδακτική, τουλάχιστον ως προς την αντιμετώπιση του  μείζονος  ζητούμενου της χώρας, του Δημόσιου Χρέους.

Ο αρμόδιος Επίτροπος δεν έδειξε ότι απορρίπτει την ιδέα της αναδιάρθρωσης του Ελληνικού χρέους, άλλωστε υπάρχουν ήδη προτάσεις ακόμη και στον επίσημο τομέα της Ε.Ε, για τη «διαχείρισή» του,  σύμφωνα με θέσεις που προβάλλονται από την ευρωπαϊκή ελίτ (δραστική μείωση των επιτοκίων και διεύρυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων του επίσημου τομέα OSI). Θεωρεί όμως το θέμα ευαίσθητο και δεν συζητάει τη διαγραφή του, διότι «θα τροφοδοτήσει την εκ νέου αναζωπύρωση σεναρίων χρεωκοπίας». Πολύ έξυπνος τρόπος διαφυγής από το ζητούμενο του ΣΥΡΙΖΑ.

Ένας επομένως ακόμη ευρωπαίος επίσημος με εύσχημο τρόπο απέρριψε το αίτημα της διαγραφής του μεγαλύτερου τμήματος του χρέους που διεκδικεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ένας άλλος επίσημος, ισχυρότερος του Ολυ Ρεν, ο κ Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, έχει εκφράσει δημοσίως ανάλογες θέσεις, ο οποίος ως γνωστόν, παραμένει αμετακίνητος στη θέση του και στη νέα Γερμανική κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών.


Προφανώς στην άλλη όχθη, στην ευρωπαϊκή αριστερά, υπάρχει διαφορετική στάση. Στο εισηγητικό κείμενο του κόμματος της ευρωπαϊκής αριστεράς του ΚΕΑ για το συνέδριό του, αναφέρεται η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για τη σύγκλιση ευρωπαϊκής διάσκεψης που θα αποφασίσει τη διαγραφή του μεγαλύτερου μη βιώσιμου τμήματος του χρέους των χωρών  που αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Ενώ παράλληλα τίθεται επί τάπητος και ο όρος της ρήτρας ανάπτυξης για την πληρωμή του υπόλοιπου χρέους, μια ακόμη ιδέα από τις επεξεργασίες του ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως από όλα  τα παραπάνω εξάγεται το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα, που αποτελεί τον «ευρωπαίο πρωταθλητή» του δημόσιου χρέους, δύσκολα θα αποσπάσει ευρωπαϊκή απόφαση για νέα αναδιάρθρωση του χρέους της. Αν στη διαπίστωση αυτή προστεθεί, και το γεγονός ότι η Ελλάδα, ήταν αυτή στην οποία εφαρμόστηκε αναδιάρθρωση χρέους (PSI), που το ύψος της ανήλθε σε επίπεδο μοναδικό στην ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας (και άλλο ρεκόρ), κατανοεί κανείς γιατί αποτελούμε το μαύρο πρόβατο και δεχόμαστε αρνήσεις για νέα αναδιάρθρωση που παραμένει ένα πολύ σοβαρό ζήτημα για τη χώρα μας.

Ερευνητές έχουν καταγράψει σενάρια για τον τρόπο και την απαιτούμενη χρονική διάρκεια αποπληρωμής του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, σύμφωνα με τα σημερινά επίπεδα του χρέους (175% του ΑΕΠ). Αν η Ελλάδα επιχειρήσει να αποπληρώσει το χρέος της, χρειάζεται  επιτόκια μικρότερα από το ρυθμό της ετήσιας οικονομικής ανάπτυξης, μεγάλο μονοψήφιο αριθμό ποσοστού μεγέθυνσης, για να  περιορίσει το χρέος ώστε να είναι βιώσιμο, όχι στο 60% που προβλέπει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, αλλά στο 90% η στο 100% Κατά συνέπεια  προκύπτουν ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

Για την προσπάθεια θα απαιτηθούν 22 έως 50 χρόνια, ανάλογα με το ύψος των ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων που θα επιτύχει η χώρα μετά από έναν  ισοσκελισμένο  προϋπολογισμό. Αν δηλαδή το πρωτογενές πλεόνασμά της θα είναι 2% ετησίως, θα απαιτηθούν (50) πενήντα χρόνια για την αποπληρωμή του. Αν το πλεόνασμα είναι 3% θα απαιτηθούν (30) τριάντα χρόνια και αν είναι 4% ετησίως, (25) είκοσι πέντε χρόνια αν υπάρξουν ενδιάμεσες αποτυχίες  ισοσκέλισης κάποιων προϋπολογισμών

Προκύπτει μετά από όλα τα παραπάνω  η αμείλικτη  διαπίστωση: Κανένα σύστημα δεν μπορεί να αντέξει, με όρους δημοκρατίας και νομιμότητας, μια τόσο «παρατεταμένη»  εφαρμογή προγραμμάτων διαρκούς λιτότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελευταία προσπάθεια που επιχειρήθηκε  στην Ελλάδα, με όρους βεβαίως κατάλυσης της δημοκρατίας (Χούντα), κράτησε μόνον επτά χρόνια, και στιγματίστηκε ως μια από τις πιο μελανές σελίδες της ελληνικής ιστορίας, εκτός των άλλων και για τη λιτότητα.

Είναι αυτονόητο ότι στο «προβλεπτό μέλλον» δεν διαφαίνεται διέξοδος στην αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους και στην  ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Αν μάλιστα συνυπολογιστούν, η εξαιρετικά εύθραυστη πρόβλεψη για την ευρωπαϊκή ανάκαμψη και οι αβεβαιότητες στις προβλέψεις για τη διεθνή οικονομία, η δυνατότητα έστω και οριακής ανάκαμψης στον εναπομείναντα προεκλογικό χρόνο περιορίζεται σημαντικά.

Άρα παραμένει «όνειρο απατηλό», η προοπτική των μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων και η απαιτούμενη εκτίναξη της ανάκαμψης, με ρυθμούς που προσεγγίζουν διψήφιο αριθμό, για να μπορέσει η Ελλάδα να αντιμετωπίσει, τους τόκους των δανείων, να ανακόψει την ανοδική πορεία του χρέους, να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση, να επιτύχει την σταδιακή παραγωγική αναδιάρθρωση, να εκσυγχρονίσει τη Δημόσια Διοίκηση, να αναβαθμίσει το ρόλο του δημόσιου τομέα,  να προωθήσει την μικρο-επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, να προχωρήσει σε βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές, στους θεσμούς του κράτους, στην οικονομία και στην κοινωνία, να επιτύχει μεγέθυνση και ανάπτυξη για να καλύψει το έλλειμμα των 1,5 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας που απώλεσε στα χρόνια της κρίσης.

Χωρίς καμία απολύτως διάθεση κινδυνολογικού χαρακτήρα το οικονομικό, κοινωνικό και διεθνές περιβάλλον που θα βρει μπροστά του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι καθόλου ρόδινο ούτε και πολύ  ελπιδοφόρο. Τα στοιχεία που έχουν δει το φώς της δημοσιότητας είναι αμείλικτα.

Επομένως μια πιθανή κυβερνητική αλλαγή προφανώς θα φέρει στα χέρια του ΣΥΡΙΖΑ την «καυτή πατάτα» της διαχείρισης μιας χώρας σε κρίση, με τις «δουλείες», τις διεθνείς και εσωτερικές οικονομικές υποχρεώσεις, την επισφαλή προοπτική ανάπτυξης, το ισχυρό αντιπολιτευτικό μέτωπο στο εσωτερικό, ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, τις εύλογες και δίκαιες απαιτήσεις των πληττόμενων από την κρίση κοινωνικών κατηγοριών και στρωμάτων της Ελληνικής κοινωνίας.

Μαξιμαλιστικές ή σεχταριστικές πρακτικές για το πώς θα αντιμετωπιστούν δανειστές δεν χωράνε. Διαθέσεις τακτικών κινήσεων αναχωρητισμού από την Ευρώπη και εξωπραγματικών  εκβιασμών προς τους εταίρους μας και τους δανειστές αποκλείονται. Ρεβανσιστικές αντιλήψεις και διαθέσεις αντεκδίκησης δεν επιτρέπονται στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ αποφασίσει να προσεγγίσει από τώρα το πολύ πιθανό  ενδεχόμενο της επικείμενης κυβερνητικής εξουσίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ  το Μάιο του 2012 κατέθεσε μια «πρόταση εξουσίας» προς τον Ελληνικό λαό και αυτός ανταποκρίνεται θετικά αλλά σταδιακά μέχρι σήμερα.

Διακήρυξε αρχές διακυβέρνησης, με διαπραγμάτευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο του επαχθούς κομματιού του χρέους της χώρας, με αναδιάρθρωσή του και ρήτρα ανάπτυξης, με όρους εθνικής αξιοπρέπειας.

Δεσμεύτηκε για διαχείριση της ανθρωπιστικής κρίσης με τη διασφάλιση των βασικών ανθρώπινων αναγκών.

Πρότεινε προσπάθεια διεξόδου από την κρίση με ακριβοδίκαιη κατανομή των βαρών, δημοκρατική φορολογική μεταρρύθμιση, κοινωνική ανασυγκρότηση με ατμομηχανή το δημόσιο τομέα και οικονομική υποστήριξη  από δημόσιο τραπεζικό πυλώνα.

Υποσχέθηκε πρόσβαση όλων των Ελλήνων στα συστήματα  δημόσιων υπηρεσιών και κοινωνικών αναγκών. Δεν πρότεινε τίποτε περισσότερο ή τίποτε λιγότερο. Ούτε σοσιαλισμό, ούτε επίγειους παραδείσους, ούτε καν αριστερή κυβέρνηση.

Για να υλοποιηθούν αυτά τα πολύ σημαντικά πράγματα απαιτούνται:

√ Συγκροτημένη επικοινωνιακή πολιτική χωρίς υπερφίαλους στόχους περί επικοινωνιακών ομίλων. Πρόταση συμπαράταξης χρειάζεται με τους ανθρώπους του τύπου και της επικοινωνίας, πάνω σε ένα ρεαλιστικό και ανεξάρτητο επικοινωνιακό πρόγραμμα εναλλακτικής παρέμβασης προς την κοινωνία, που θα το επεξεργαστούν οι ίδιοι οι άνθρωποι του τύπου και των μέσων κοινωνικής και δημόσιας δικτύωσης και θα στρατευτούν για να το υλοποιήσουν, ανεξάρτητα από τις διαθέσεις του οποιουδήποτε μορφώματος διακυβέρνησης.

  Πολιτική συμμαχιών για την προοπτική συγκρότησης κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας επί τη βάση δημοκρατικών αρχών, αξιών και στόχων, με κοινά αποδεκτό πρόγραμμα ενώπιον του λαού, των κοινωνικών φορέων και των κοινωνικών κινημάτων, με διαφάνεια, δημοσιότητα και συμμετοχή στην επεξεργασία του.

  Πρόταση αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης με σαφείς επεξεργασμένους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους, που δεν αντέχουν σε πειραματισμούς και άσκοπες καθυστερήσεις.

  Απόλυτη αποσαφήνιση της θολής, πολυμορφικής και θορυβώδους φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ στην κορυφή του, ιδιαίτερα στις ιδεολογικές αναφορές του, χωρίς παραλυτικές ισορροπίες τύπου καραγκιόζη, «ένα μου, ένα σου, ένα του, και ξανά πάλι από την αρχή» ούτε βεβαίως εκπτώσεις στις διακηρυγμένες αρχές και αξίες του. Ο δεξιοτέχνης επικοινωνιακά και πολιτικά Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αρκεί, από εδώ και εμπρός από μόνος του, μπροστά στη «μητέρα των πολιτικών μαχών» τις εθνικές εκλογές,  να μαζεύει ρωγμές, να επιτυγχάνει συγκολλήσεις και να στρογγυλεύει υπαρκτές διαφορές, στο προφίλ και στον εκφερόμενο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ.

Ολόκληρη η  ηγετική ομάδα που θα διαχειρίζεται τις επερχόμενες εξελίξεις, που από εδώ και εμπρός θα είναι και πυκνές και ταχύτατες, οφείλει να συντονιστεί απόλυτα, με αυστηρότητα και συγκροτημένη εκφορά πολιτικού και προγραμματικού λόγου και τίποτε άλλο. Αν κάποιος δεν αντέχει και επιμένει στη σημερινή πολυγλωσσία και θορυβώδη πρακτική, της ιδιαίτερης άποψης και της μεθοδευμένης επικοινωνιακής προβολής της, και της παραφωνίας, ας μείνει στην άκρη για αργότερα, που θα υπάρχουν ανέσεις και περισσότερες δυνατότητες.

√ Τέλος το επεξεργασμένο, ευέλικτο, ολοκληρωμένο και ποσοτικοποιημένο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, έπρεπε να είναι ήδη έτοιμο, τέρμα τώρα πριν είναι αργά, οι παραλυτικές ισορροπίες και αμφισημίες ή η επαναφορά από το παράθυρο ιδιαίτερων απόψεων ή οι πρακτικές του παρελθόντος, με τα κόκκινα και πράσινα μολύβια στα προγραμματικά κείμενα. Η έγκριση του  προγράμματος  που θα παρουσιαστεί εγκαίρως, ολοκληρωμένο και εκλαϊκευμένο με ειλικρίνεια και πλήρη διαφάνεια στον ελληνικό λαό πολύ πριν από τις εκλογές, να γίνει με δημοκρατικές διαδικασίες και όχι με ελαστικές συναινέσεις. Το αποτέλεσμα θα το κρίνει η κοινωνία και ο λαός με την ψήφο του. Διαφορετικά ο καθένας από όλους μας ας αναλογιστεί την ευθύνη του.      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου