Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Η σύγκρουση δημοκρατίας και αγορών το διακύβευμα της κρίσης


Ι. Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον και η απαίτηση των αγορών για λιγότερη Δημοκρατία

Ο καπιταλισμός είτε με τη σύγχρονη νεοφιλελεύθερη μορφή  του, είτε με την παλαιότερη του κρατικού καπιταλισμού έχει ως γνωστόν αποκλειστικό στόχο το κέρδος.

Η αναζήτηση του κέρδους είναι μια σύνθετη διαδικασία, που εκτυλίσσεται στο πλαίσιο λειτουργίας του συστήματος, είτε μέσω της διαχείρισης  κεφαλαίων, είτε μέσω της κίνησης των πιστώσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Προσφάτως, η πιο εξελιγμένη μορφή του καπιταλισμού, έχει καταστήσει ως κυρίαρχο παίκτη στην παγκόσμια διαδικασία ανάπτυξης (μεγέθυνσης), τις χρηματοπιστωτικές αγορές, που διευκολύνουν με το αζημίωτο, ένα από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του. Τον διττό ρόλο της αποταμίευσης και της επένδυσης. Οι βασικές λειτουργίες σε αυτή τη διαδικασία, είναι προφανώς η « ανάπτυξη» για τα κράτη και η μεγιστοποίηση  των  κερδών για τις αγορές.





Σήμερα το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, μέσω αυτής της λειτουργίας, έχει καταστεί πανίσχυρο. Η όλο και διογκούμενη κερδοφορία του, το ωθεί σε  αφόρητες πιέσεις, έντονες παρεμβάσεις και άνομες επιδιώξεις, προς τα κράτη και τις κυβερνήσεις, προκειμένου να επιτύχει την πλήρη απελευθέρωση των αγορών και μέσω αυτής, την ελαχιστοποίηση του κόστους και τη μεγιστοποίηση του οφέλους του.

Σε συνθήκες διεθνούς κρίσης, όπως για  παράδειγμα η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007, το πανίσχυρο χρηματοοικονομικό λόμπυ, στην προσπάθεια του να  διασφαλίσει τα κεφάλαια του και να συντηρήσει τις κερδοσκοπικές επιδιώξεις  του, οδηγείται σε μεθοδεύσεις και πρακτικές,  που συγκρούονται με το ισχύον διεθνές και εθνικό θεσμικό πλαίσιο ρύθμισης των αγορών, των επιχειρήσεων και των κοινωνιών. Δηλαδή συγκρούονται με το δημοκρατικό πλαίσιο και τη λειτουργία των θεσμών του κράτους και διεκδικούν την κυριαρχία των αγορών πάνω στη Δημοκρατία

Το τραγικό της Ιστορίας είναι ότι, ασυνείδητος(;) υποστηρικτής της τρομερής ισχύος του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου,  είναι οι  τραπεζικές καταθέσεις των νοικοκυριών, των επενδυτικών οίκων, των συστημάτων ασφάλισης και των συνταξιοδοτικών οργανισμών, που το συνοδεύουν στην κερδοσκοπική πορεία του.

Είναι προφανές ως συμπέρασμα  ότι, στο παγκόσμιο οικονομικό πεδίο, η Δημοκρατία είναι σήμερα κάτω από την κυριαρχία των αγορών, ως αποτέλεσμα του μεγάλου θεσμικού ελλείμματος ρύθμισης, εποπτείας και ελέγχου των πολυεθνικών συμφερόντων και  των αγορών.  

 ΙΙ. Η εξέλιξη της έντασης μεταξύ κρατών και κυβερνήσεων και του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου.

Τα συγκροτημένα κράτη αλλά και οι προηγμένες περιφερειακές ολοκληρώσεις, όπως για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Ένωση(Ε.Ε), δυσανασχετούν στις  απαιτήσεις των αγορών, που στο όνομα της  απελευθέρωσης των   δραστηριοτήτων τους, επιδιώκουν  την πλήρη ασυδοσία τους και την κατάργηση των κοινωνικών προτύπων που έχουν θεσμοθετηθεί ιστορικά στις Δυτικές Δημοκρατίες.

Οι εκλεγμένες κυβερνήσεις, παντός τύπου, αγωνίζονται με όρους δημοκρατικής νομιμοφάνειας, να συντηρήσουν ισορροπίες μεταξύ των απαιτήσεων των επενδυτών και των αγορών  να βελτιώσουν τα κέρδη τους και των κοινωνιών, που θέλουν να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο, το εισόδημά τους και την ασφάλισή τους. Όμως σε συνθήκες κρίσης, όπως για παράδειγμα αυτή του 2007- 2008, οι ισορροπίες ανατρέπονται, οι πολιτικοί των κομμάτων διαχείρισης χρωματίζονται και αναγκάζονται να  επιλέξουν στρατόπεδο.

Στις περισσότερες των περιπτώσεων, φορτώνουν τη χρηματοπιστωτική  κρίση στα υπερχρεωμένα κράτη , επιβάλλουν πολιτικές λιτότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας και προστατεύουν μονομερώς τις τράπεζες και τους επενδυτές. Έτσι διαμορφώνουν νέου είδους ισορροπίες «διασώζουν» τις υπερχρεωμένες χώρες με τη βοήθεια των διεθνών οργανισμών (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα, G20, Κεντρικές τράπεζες, κ.α)   μεταφέρουν τα βάρη τη κρίσης στους πολίτες, αδιαφορώντας για το κοινωνικό κόστος και σταθεροποιούν τη νέα οικονομική τάξη, με περιορισμό των δημοκρατικών ελευθεριών ή και την επιβολή κατασταλτικών και αντιδημοκρατικών μέτρων, αν απαιτηθούν.

Στις ευρύτερες υπερεθνικές ολοκληρώσεις, όπως η Ε.Ε, τα πράγματα είναι ακόμη πιο εύκολα. Η συγκέντρωση ισχύος σε ένα διακυβερνητικό συμβούλιο κορυφής που δεν υπόκειται σε κανενός είδους δημοκρατικό έλεγχο διευκολύνει τη λήψη μέτρων και την επιβολή αποφάσεων στα εταιρικά – κράτη μελή, χωρίς μεγάλες δυσκολίες.

Επιλέγονται κράτη αδύναμα και υπερχρεωμένα ως πειραματόζωα, π.χ. τα κράτη του ευρωπαϊκού νότου (P.I.G.S)  και με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, που σπέρνουν τον πανικό τον φόβο και την ανασφάλεια,   υπερβαίνουν τους υφιστάμενους εταιρικούς θεσμούς, όπως έκαναν η Μέρκελ και ο Σαρκοζί  και  επιβάλουν πολιτικές που εξυπηρετούν κατά κύριο λόγο τις αγορές. Είναι χαρακτηριστική, η περίπτωση εκδίωξης εκλεγμένων κυβερνήσεων (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία), όταν το επιβάλλουν οι ανάγκες, βίαιης εφαρμογής σκληρών πολιτικών.

Τα κράτη αυτά, χρησιμοποιούνται ως υποδείγματα  καταστροφής, για να προωθηθούν συντηρητικές πολιτικές λιτότητας και περιορισμοί κοινωνικών δικαιωμάτων, σε ευρύτερο  κύκλο κρατών και οικονομιών. Είναι χαρακτηριστική, η πρόσφατη περίπτωση επιβολής μέτρων ακόμη και στις χώρες των τριών άλφα της Ε.Ε (πχ.Ολλανδία).  

Είναι αυτονόητο και εδώ το συμπέρασμα ότι, τα ελλειμματικά κράτη της Ε.Ε και όχι μόνο, πληρώνουν σε συνθήκες κρίσης χρέους, το δημοκρατικό και θεσμικό έλλειμμα της Ε.Ε. Επανέρχεται επομένως στην επικαιρότητα  το αίτημα ενός Δημοκρατικού Συντάγματος για την Ευρώπη των 27, που δεν χρειάζεται βεβαίως να μετατρέψει εδώ και τώρα την Ευρώπη σε Ομοσπονδία, απλά να καθιερώσει σήμερα μια δημοκρατική Ευρώπη, ικανή να αντιμετωπίσει με δημοκρατικό τρόπο την κρίση που την ταλανίζει.

ΙΙΙ. Η διαχείριση των κρίσεων από τις κυβερνήσεις σε εθνικό επίπεδο

Ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης σε εθνικό επίπεδο είναι ακόμη πιο περίπλοκος. Εξαρτάται από τη μορφή και την ένταση της κρίσης, τη δομή της οικονομίας της κάθε χώρας, τους υπαρκτούς συσχετισμούς των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, το πολιτισμικό επίπεδο του λαού και τις παραδόσεις του. Η πιο ακραία μορφή της κρίσης εμφανίστηκε στην Ελλάδα που αποτελούσε τον αδύνατο κρίκο της ευρωζώνης, αφού εντάχθηκε σε αυτή μέσω της «δημιουργικής λογιστικής». Η κρίση  χρέους της ευρωζώνης, χτύπησε την Ελλάδα, όταν ήδη βρίσκονταν εγκλωβισμένη στις συμπληγάδες δύο εκρηκτικών ελλειμμάτων. Του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών και του ελλείμματος του προϋπολογισμού που το 2008 είχαν φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη της τάξης του 15%. Ύψη απαγορευτικά για την βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της και προθάλαμος οικονομικής κατάρρευσης. Η κατάσταση αυτή δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία.  Ήταν αποτέλεσμα μιας άφρονος πολιτικής του δικομματικού συστήματος, που ξεκίνησε στο τέλος του προηγούμενου αιώνα και στην κορύφωσή της το 2008, σε συνθήκες υπερδανεισμού, υπερκατανάλωσης,   αλόγιστης σπατάλης και διαφθοράς, συνάντησε την κρίση χρέους της Ευρωζώνης και προκάλεσε την πλήρη κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας.

Βασικό έλλειμμα και στη χώρα μας ήταν η καθόλα αρνητική εξέλιξη της δημοκρατίας,  που είχε αφετηρία και εφαρμογή την μεταπολίτευση και κατέληξε στο τέλος της πρόσφατης δεκαετίας στο σημερινό έκτρωμα, του κοινωνικού εκφυλισμού, της διαφθοράς, της πολιτισμικής υποβάθμισης, της πολιτικής απαξίωσης και της θεσμικής και οικονομικής κατάρρευσης. Την εκρηκτική αυτή κατάσταση την έχουν κατανοήσει πλέον σε βάθος όλοι οι Έλληνες. Τα μέγα ερώτημα είναι αν μπροστά στις επικείμενες εκλογές θα ανοίξει δρόμος θετικής και δημοκρατικής διεξόδου, με την οριστική ανατροπή του επαχθούς δικομματικού σκηνικού και την ανάδειξη μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας ικανής να προωθήσει βαθιές διαρθρωτικές τομές στους θεσμούς, στην οικονομία, στην κοινωνία και στην προστασία του περιβάλλοντος  που θα εδραιώνουν μια νέα δημοκρατική, ριζοσπαστική και οικολογική τάξη πραγμάτων στην Ελλάδα. Ίδωμεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου