Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

Πλαίσιο ρύθμισης ιδιωτικών ΜΜΕ



ΕΙΣΑΓΩΓΗ



Οι πολυεθνικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί που διαχειρίζονται την τεχνολογική σύγκλιση (τεχνολογίες επικοινωνίας, πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών) διεκδικούν, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, μια μεγάλη αγορά ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, ενιαία και χωρίς σύνορα, η οποία θα λειτουργεί ασταμάτητα σε πραγματικό χρόνο. Συνενώνονται για αυτό σε ομίλους, επιχειρούν εξαγορές και συγχωνεύσεις, συμμετέχουν στο κεφάλαιο άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ρισκάρουν υψηλές επενδυτικές δραστηριότητες, οικοδομούν μια αγορά βασισμένη στο μοντέλο της παγκόσμιας ροής των κεφαλαίων, των εμπορευμάτων και της χρηματιστικής οικονομίας και των νέων τεχνολογικών επιτευγμάτων.

Η παγκόσμια επικοινωνία  δεν μπορεί να προστατευτεί πλέον ως θεμελιώδες κοινωνικό αγαθό, από την λαίλαπα των φιλοδοξιών που ξεσήκωσε η απελευθέρωση των κυμάτων και τα πανίσχυρα μιντιακά συγκροτήματα. Πολλοί τηλεοπτικοί οργανισμοί και μεγάλες εφημερίδες ανήκουν ήδη σε γιγαντιαίους ομίλους επικοινωνίας. Ελάχιστα είναι τα κανάλια και οι τίτλοι που παραμένουν ακόμα ανεξάρτητα, ενώ ελέγχονται ολοένα και περισσότερο από τις διαφημίσεις και είναι εκτεθειμένοι στις επιδιώξεις των νέων κυρίαρχων του κόσμου. Το πρόβλημα αυτό εμφανίζεται σε μεγέθυνση στις ΗΠΑ.

Η παγκόσμια μιντιακή αγορά, ασκεί τεράστια επιρροή στην εξασφάλιση  παγκόσμιας ηγεμονίας, στη μετάδοση  ενιαίας και κατευθυνόμενης ενημέρωσης ανά τον κόσμο , στην ανάπτυξη και στην οικοδόμηση διεθνών πολιτικών επιλογών, πολιτισμικών ταυτοτήτων και κοινωνικών προτύπων. Ιδιαίτερα επηρεάζει τα συστήματα εξουσιών ανά τον κόσμο, και τα συστήματα παραδοσιακής και σύγχρονης ενημέρωσης.

Ανάλογα φαινόμενα αναπτύσσονται και στην Ευρώπη. Το φαινόμενο του Μπερλουσκονισμού που με διάφορες μορφές και τρόπους εξαπλώνεται και σταθεροποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελεί ένα δείγμα γραφής. Οι τάσεις που επικρατούν στην ενιαία μιντιακή αγορά της Ε.Ε επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις. Έπειτα από διαβουλεύσεις δέκα  χρόνων ψηφίζονται οδηγίες (2007/65/ΕΚ,και πρόσφατη  2010/13/ΕΚ),  που όπως δηλώνεται, αποβλέπουν στην απελευθέρωση της αγοράς, τον διεθνή ανταγωνισμό, και την προώθηση της ευρωπαϊκής παραγωγής οπτικοακουστικών έργων που μειονεκτεί σε σχέση με τις ΗΠΑ. Η απελευθέρωση αυτή καταργεί και τα τελευταία δείγματα εποπτείας και διασφάλισης των γενικών συμφερόντων των ευρωπαίων πολιτών.

Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη σε επίπεδο εθνικού κράτους. Έχει ανατραπεί πλέον ο μύθος της τέταρτης εξουσίας, που ελέγχει τις άλλες τρεις. Η πρώτη εξουσία ασκείται στην ουσία από την οικονομία, η δεύτερη από τα ΜΜΕ που διαπλέκονται με ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, και η τρίτη, εξαρτημένη από τις  δύο προηγούμενες, είναι η πολιτική εξουσία. Η νέα αυτή αντεστραμμένη μορφή διαχείρισης των εξουσιών, αποτελεί την εξειδικευμένη μορφή εξάρτησης και διαπλοκής του παγκόσμιου συστήματος, σε επίπεδο κράτους και διεθνώς.







ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι


Οπτικοακουστικές υπηρεσίες στην Ε.Ε στη νέα ψηφιακή εποχή.



Τα οπτικοακουστικά μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στη λειτουργία των σύγχρονων δημοκρατικών κοινωνιών, στην ανάπτυξη και τη μετάδοση κοινωνικών αξιών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση για αυτήν «την κατ’ εξοχή πολιτιστική βιομηχανία», θεωρεί ζωτικής σημασίας, τα συμφέροντα των επιχειρήσεων του τομέα και το επενδυτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται με τη χάραξη  της κοινοτικής οπτικοακουστικής πολιτικής. Επιδιώκει την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς στον οπτικοακουστικό τομέα, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει με υποκριτική ευαισθησία  ορισμένους στόχους γενικού συμφέροντος.

Το ενδιαφέρον της Ε.Ε για  την επιχειρηματική ανάπτυξη του οπτικοακουστικού τομέα, υπερβαίνει κατά πολύ την πρόνοια για κανονιστικές ρυθμίσεις προς όφελος των δικαιωμάτων των πολιτών και του δημόσιου συμφέροντος. Η εμπορική πολιτική και ο ανταγωνισμός, στο όνομα της ανάπτυξης και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, προέχουν σε σημαντικό βαθμό, των απαραίτητων μηχανισμών προστασίας της αγοράς (ισχύς των επιχειρήσεων, συγκέντρωση ιδιοκτησίας, ελεύθερος ανταγωνισμός), και όχι των κανονιστικών ρυθμίσεων του περιεχομένου (ελεύθερη έκφραση, πολυφωνική ενημέρωση,  προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της προστασίας του χρήστη/καταναλωτή).

Η πολιτική της Ε.Ε στον υπόψη τομέα, χαρακτηρίζεται από δύο κατηγορίες αλληλένδετα και συμπληρωματικά μέτρα. Μέτρα κανονιστικά που κινούνται εντός ενός ευέλικτου και μεταβαλλόμενου  ρυθμιστικού περιβάλλοντος, και μέτρα κρατικής  επιδότησης υπό την μορφή μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων (MEDIA), που συμβάλλουν στην ενίσχυση της οπτικοακουστικής παραγωγής και στη δημιουργία ενός σαφούς και προβλέψιμου επενδυτικού πλαισίου,  «συμβατού» με την Συνθήκη της Ένωσης για την προώθηση της ευρωπαϊκής παραγωγής.

Παρότι η Ε.Ε έχει αναπτύξει εντυπωσιακά την παραγωγή έργων μυθοπλασίας στην Ευρώπη, το εμπορικό ισοζύγιο στον οπτικοακουστικό τομέα και ιδιαίτερα στις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, την κινηματογραφική προβολή και τα δικαιώματα διανομής βιντεοταινιών, είναι σταθερά αρνητικό, λόγω της ανισορροπίας με τις  ΗΠΑ, και ανήλθε  στις αρχές της νέας χιλιετίας σε οκτώ δις δολάρια. Το γεγονός αυτό  βαρύνει στις αναζητήσεις και στις προσεγγίσεις που επεξεργάζονται τα κέντρα  λήψης των αποφάσεων των Βρυξελλών, για να καλυφθεί  το έλλειμμα του ανταγωνισμού στους δύο κύριους τομείς της ευρωπαϊκής οπτικοακουστικής βιομηχανίας, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο.(Η πρώτη αντιπροσωπεύει τα δύο τρίτα της αγοράς, ενώ ο κινηματογράφος μαζί με τις βιντεοκασέτες καλύπτει  το 15%).

Τα τελευταία χρόνια, η οπτικοακουστική αγορά έχει παραμείνει στάσιμη, συγκρητικά με τους ρυθμούς ανάπτυξης της προηγούμενης περιόδου, μετά τις βαθιές αλλαγές της δεκαετίας  του 1990. Στον ορίζοντα δεν προβλέπονται δραματικές αλλαγές στα πρότυπα αγοράς ως φυσική εξέλιξη  (ψηφιακή τεχνολογία κινητή τηλεφωνία, 4G, 5G κ.α) εξαιτίας της έλλειψης σαφούς προστιθέμενης αξίας για τον καταναλωτή αλλά και των αβεβαιοτήτων όσον αφορά τα επιχειρησιακά σχέδια υποστήριξης.

Η επιχειρούμενη μετάβαση από τις αναλογικές ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές στις  ψηφιακές οπτικοακουστικές υπηρεσίες μέσων επικοινωνίας στην Ε.Ε, αποτελεί συνθέτη και δαπανηρή διαδικασία, που επηρεάζει όλες τις φάσεις της αξιακής αλυσίδας, τη ρύθμιση, την παραγωγή περιεχομένου, τη μετάδοση και ιδιαιτέρως τη λήψη, με κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο. Η δυσχερέστερη περίπτωση μετάβασης εντοπίζεται στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση, εξαιτίας πολλών ανασταλτικών  παραγόντων, όπως η έλλειψη συχνοτήτων ραδιοφάσματος σε ορισμένες περιοχές,το κόστος για την επίτευξη ευρείας κάλυψης, η σχετικά περιορισμένη χωρητικότητα του υπάρχοντος δικτύου, οι επιδιώξεις επιχειρηματικών συμφερόντων για πιο κερδοφόρες δραστηριότητες(συνδρομητική τηλεόραση, υπηρεσίες κατ’ απαίτηση), και οι τεράστιες μαζικές δαπάνες για τη λήψη  των προγραμμάτων    από τους καταναλωτές.(ένας αξιόπιστος  αποκωδικοποιητής στοιχίζει 50-100 Ευρώ)

Πέρα από τη ψηφιακή τηλεόραση, οι κύριες τεχνικές καινοτομίες που μπορούν να συμβάλλουν ευνοϊκά στην ανάπτυξη του οπτικοακουστικό τομέα είναι:

-Οι επίπεδες οθόνες

-Η τηλεόραση υψηλής ευκρίνειας (HDTV)

-Η διαδραστική τηλεόραση.

Το διαδίκτυο με την ανάπτυξη των γραφικών φυλλομετρητών, άλλαξε δραστικά τον τρόπο επικοινωνίας των ανθρώπων και δημιούργησε νέες δυνατότητες πρόσβασης στο οπτικοακουστικό περιεχόμενο. Σταδιακά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κερδίζουν διαρκώς επιρροή και ανταγωνίζονται τα συστημικά μέσα ενημέρωσης

Ωστόσο και αυτό εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από σημαντικά λιγότερους ανθρώπους, από ότι το κοινό που παρακολουθεί τηλεόραση. Ο μέσος χρόνος παρακολούθησης της τηλεόρασης ημερησίως, παραμένει σημαντικός στα παλαιά και στα νέα κράτη μέλη της Ένωσης. (Πάνω από 230 λεπτά την ημέρα)

Ο αριθμός των τηλεοπτικών οργανισμών που λειτουργούν στην Ε.Ε είναι εξίσου σημαντικός. Εκπέμπουν σήμερα στο κοινοτικό έδαφος πάνω από 1000   κανάλια εθνικής εμβέλειας, μέσω επίγειων πομπών, δορυφορικής και καλωδιακής σύνδεσης, σε σχέση  τα 700 του 2001. Ανάλογη ταχεία ανάπτυξη παρουσιάζουν και  τα κανάλια τοπικής εμβέλειας. Το 2004 λειτουργούσαν 220, ενώ περισσότερα από 160 εκπέμπουν από κράτος μέλος σε άλλο κράτος μέλος. Σήμερα ενδεχομένως τα παραπάνω στοιχεία να διαφέρουν κατά τι.

Ο οπτικοακουστικός τομέας εκτός του ότι, είναι ένας από τους σημαντικότερους της Ε.Ε σε ότι αφορά τη δημιουργία θέσεων εργασίας, θα συνεχίσει να έχει κεφαλαιώδη ρόλο για τη δημοκρατία, την ελευθερία της έκφρασης, τον πλουραλισμό,  την προστασία και την προαγωγή της πολιτικής, πολιτιστικής και γλωσσικής πολυφωνίας στην Ευρώπη.

Η ψηφιακή επανάσταση δεν πρέπει να αναιρεί όμως την ανάγκη καθορισμού, με τη δέουσα αυστηρότητα σε κοινοτικό επίπεδο, του κατάλληλου πλαισίου γενικού συμφέροντος. Όταν διαπιστώνεται ανάγκη θεσμικών προσαρμογών, το γενικό συμφέρον δεν πρέπει να υποχωρεί προς όφελος του εμπορίου και του ανταγωνισμού.





Το Κοινοτικό ραδιοτηλεοπτικά σύστημα ρύθμισης     

Το ιστορικό διττό ευρωπαϊκό ραδιοτηλεοπτικό σύστημα δημόσιας και ιδιωτικής τηλεόρασης καλύπτεται από ένα συνδυασμό ειδικών κοινοτικών κανόνων και  εθνικών μέσων διαφορετικής φύσης. Ακόμα σε κοινοτικό επίπεδο εφαρμόζονται και μη υποχρεωτικά μέσα (Συστάσεις του Συμβουλίου για την προστασία των ανηλίκων και της Ανθρώπινης αξιοπρέπειας)

Τα διάφορα μέσα της οπτικοακουστικής πολιτικής, που επηρεάζουν το ένα το άλλο, βασίζονται στις αρχές της συμπληρωματικότητας μεταξύ εθνικού και κοινοτικού επιπέδου καθώς και της κοινοτικής προστιθέμενης αξίας.

1. Στην  οδηγία «Τηλεόραση χωρίς Σύνορα», αρχικά και στην πρόσφατη «Οπτικοακουστικά μέσα χωρίς Σύνορα» η οποία αποτελεί το θεμέλιο λίθο της νομοθεσίας του οπτικοακουστικού τομέα της Ε.Ε και ορίζει τις προϋποθέσεις για την μετάδοση του περιεχομένου (ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών) στην εσωτερική οπτικοακουστική αγορά, δημόσια και ιδιωτική. 

Χρονολογείται από το 1989,  επικαιροποιήθηκε το 1997 και  τροποποιήθηκε το 2007, και το 2010 (Οδηγία 2010/13/ΕΚ) ώστε  να καλύψει κυρίως τις νέες μη γραμμικές υπηρεσίες εκπομπής και μετάδοσης περιεχομένου και όχι αυτό καθαυτό το περιεχόμενο του προγράμματος, που μεταφέρεται από τις υπηρεσίες αυτές, το οποίο εξακολουθεί να ρυθμίζεται, από την ίδια Οδηγία, σχεδόν όπως  και προηγουμένως.

2. Στο προσαρτημένο στη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, «Πρωτόκολλο 9 της Συνθήκης του Άμστερνταμ, για το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη», που εδραιώνει τη σημασία που προσδίδεται στο ευρωπαϊκό σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης σε σχέση με  το δημόσιο συμφέρον.

3. Στο πρόγραμμα MEDIA και άλλα  προγράμματα (Audiovisuel), ενίσχυσης της χρηματοδοτικής βάσης του οπτικοακουστικού τομέα, που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής οπτικοακουστικών μέσων της Ε.Ε. Σκοπός τους η παροχή οικονομικής υποστήριξης της παραγωγής ποιοτικών ταινιών και τηλεοπτικών προγραμμάτων, και η επιτάχυνση της προσαρμογής του στις ψηφιακές τεχνολογίες, ώστε  η ευρωπαϊκή βιομηχανία να καταστεί ανταγωνιστικότερη σε διεθνές επίπεδο. 



Η Οδηγία «οπτικοακουστικές υπηρεσίες χωρίς Σύνορα» 2010/13/EK παρέχει το νομικό πλαίσιο για τις τηλεοπτικές μεταδόσεις στο εσωτερικό της Ε.Ε, εξασφαλίζει και προωθεί την ελεύθερη παροχή διασυνοριακών τηλεοπτικών υπηρεσιών, προσδιορίζει τις  δικαιοδοσίες που έχει το κράτος μέλος επί του τηλεοπτικού οργανισμού. Η εξασφάλιση της ελεύθερης διακίνησης και παροχής διασυνοριακών τηλεοπτικών υπηρεσιών, στηρίζεται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Ρώμης και στο θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η ελεύθερη κυκλοφορία των πληροφοριών.

Η δημοκρατική αυτή προμετωπίδα της οδηγίας, που είναι γενικά αποδεκτή από όλους, κάμπτει ή περιορίζει τα τυχόν θεσμικά φίλτρα που επιβάλλονται στο όνομα της ίδιας Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την επίτευξη στόχων του δημόσιου συμφέροντος, επειδή δήθεν «εμποδίζουν» την ελεύθερη κυκλοφορία των πληροφοριών.

 Κατά συνέπεια, για την εξασφάλιση της πρωταρχικής σημασίας ελευθερίας του λόγου, προέχει η ελεύθερη κυκλοφορία των πληροφοριών και, η εφαρμογή  της ελάχιστης δυνατής  ρύθμισης για την  επίτευξη ορισμένων στόχων του δημόσιου συμφέροντος.

Η ισχύουσα οδηγία  2010/13/ΕΚ καθορίζει ότι οι υπηρεσίες των οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας υπάγονται στη δικαιοδοσία του κάθε  κράτους  μέλους, το οποίο μεριμνά για την τήρηση των κανόνων του νομικού συστήματος που ισχύει στο εν λόγω κράτος μέλος. Επίσης επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια, να προβλέπουν αυστηρότερους ή λεπτομερέστερους κανόνες στα πεδία που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Σε κοινοτικό επίπεδο η Οδηγία επιδιώκει, των συντονισμό των εθνικών νομοθεσιών των κρατών μελών, ώστε να εξασφαλίζεται ότι:

• Οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων λόγω της αυξανόμενης σημασίας που προσλαμβάνουν για τις κοινωνίες , τη δημοκρατία –ιδίως με την εγγύηση της ελευθερίας, της πληροφόρησης, της διαφορετικότητας των απόψεων και της πολυφωνίας-την εκπαίδευση και τον πολιτισμό.  

• Δεν υφίστανται φραγμοί στην ελεύθερη διακίνηση τηλεοπτικών προγραμμάτων στην ενιαία αγορά

• Οι τηλεοπτικοί σταθμοί, όπου είναι εφαρμόσιμο, αφιερώνουν τουλάχιστον το ήμισυ του χρόνου εκπομπής τους για  ταινίες και προγράμματα ευρωπαϊκής παραγωγής.

• Προωθούνται  τα ευρωπαϊκά έργα και τα έργα των ανεξάρτητων παραγωγών.

• Εφαρμόζονται μέτρα για την προστασία ορισμένων σημαντικών στόχων δημοσίου συμφέροντος όπως η πολιτισμική ποικιλότητα ως «πολιτιστική εξαίρεση».

• Το ευρύ κοινό, σε κάθε κράτος μέλος, έχει πρόσβαση σε σημαντικά γεγονότα, το οποία δεν μπορούν να περιορίζονται μόνο σε τηλεοπτικούς σταθμούς επί πληρωμή (Ολυμπιακοί Αγώνες, Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, Πρωταθλήματα UEFA κ.λ.π)

• Οι  κυβερνήσεις λαμβάνουν μέτρα για την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των ανηλίκων έναντι βίαιων ή πορνογραφικών προγραμμάτων.

• Ασκείται το δικαίωμα απάντησης  θιγόμενου πολίτη σε αθέμιτη κρητική  τηλεοπτικής εκπομπής.

• Τηρείται  η αρχή του επιτρεπόμενου  όγκου διαφημίσεων που προβάλλονται κατά μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο (μετρημένη σε ημερήσια ή ωριαία βάση).

Η Επιτροπή, όπως δηλώνει με δημόσια κείμενά της, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες αλλαγές της αγοράς και της τεχνολογίας καθώς και τις αναμενόμενες τεχνολογικές και αναπτυξιακές εξελίξεις, εξετάζει εάν οι διατάξεις της οδηγίας μπόρεσαν να εκπληρώσουν τους στόχους που επεδίωκαν, καθώς και κατά πόσο είναι απαραίτητο να ληφθούν  μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο. Ενθαρρύνει για αυτό, μέτρα της από κοινού ρύθμισης και της αυτορύθμισης.  Έχει ακόμη εγκρίνει σχέδιο δράσης που αποσκοπεί στη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου και την απλοποίηση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος. Προτίθεται μάλιστα να περιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερο το περιεχόμενο των οδηγιών στο γενικό πλαίσιο, που θα περιλαμβάνει τους στόχους,τις προθεσμίες και τα βασικά στοιχεία της νομοθεσίας. Ο νομοθέτης θα αποφαίνεται επί των βασικών στοιχείων,που εξαρτώνται από τη λήψη μιας πολιτικής απόφασης, έτσι ώστε οι τεχνικοί όροι και οι λοιπές λεπτομέρειες να διευθετούνται από εκτελεστικά μέτρα.

Έτσι η από κοινού ρύθμιση και σε ορισμένες περιπτώσεις η αυτορύθμιση αποτελούν νέα εργαλεία που μπορούν, υπό σαφώς  καθορισμένους όρους να συμβάλλουν στην εκπλήρωση  των στόχων της Συνθήκης.

Το κρίσιμο όμως θέμα που παραμένει ανοικτό, στο πλαίσιο της αναζήτησης για την αναθεώρηση της οδηγίας είναι: «Με ποια αποτελεσματικά και αναλογικά μέσα, μπορεί να διασφαλιστεί σε κοινοτικό επίπεδο, το γενικό συμφέρον, στο νέο ψηφιακό περιβάλλον».



Η Επιτροπή απάντησε προς το παρόν με τη τροποποίηση της οδηγίας Τηλεόραση χωρίς Σύνορα. Η τροποποίηση αυτή  καθιερώνει για τις γραμμικές υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, υπό το φως των εξελίξεων στην τεχνολογία και τη μετάβαση από το αναλογικό στο ψηφιακό σύστημα, την αγορά και τη συμπεριφορά των χρηστών/καταναλωτών (διευρυμένη επιλογή και ευθύνη τους), μεγαλύτερο βαθμό «ευελιξίας» των ρυθμιστικών κανόνων, ιδίως  να κάνει ελαστικότερους ορισμένους κανόνες ποσοτικών περιορισμών  σημαντικούς για την τηλεοπτική διαφήμιση, να καθιερώσει την αρχή της συρρύθμισης, και την εισαγωγή ελάχιστων κανόνων για τις μη γραμμικές(κατ’ αίτηση) υπηρεσίες, κυρίως με την εφαρμογή   της αρχής της κανονιστικής ρύθμισης από τη χώρα προέλευσης.

Στην τροποποιούμενη οδηγία εισάγονται νέοι ορισμοί: Στον ορισμό των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων περιλαμβάνονται οι γραμμικές υπηρεσίες(ρ/τ εκπομπές) τηλεόραση μέσω διαδικτύου (IP), μεταδόσεις συνεχούς ροής ή εκπομπές στο Internet. Εξαιρείται κάθε μορφή ιδιωτικής αλληλογραφίας (e-mail) Μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (SMS), όλες οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες που σκοπός των οποίων δεν είναι η παροχή οπτικοακουστικών υπηρεσιών ή αυτές που το οπτικοακουστικό περιεχόμενο είναι απλώς βοηθητικό και δεν αποτελεί τον κύριο σκοπό της υπηρεσίας.

Με μια σειρά νέων άρθρων (3γ - 3η ) καθορίζεται η δέσμη κανόνων για όλες τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών (Ο/Α) μέσων.

Οι μη γραμμικές (κατ’ αίτηση) υπηρεσίες που θα υπάγονται σε ορισμένες ελάχιστες αρχές όσον αφορά:

·         Προστασία ανηλίκων

·         Απαγόρευση προτροπής σε μίσος

·         Ταυτοποίηση/αναγνώριση παρόχων Ο/Α υπηρεσιών

·         Ταυτοποίηση/αναγνώριση της εμπορικής ανακοίνωσης

·         Ορισμένους ποιοτικούς περιορισμούς όσον αφορά εμπορικές επικοινωνίες (π.χ. οινοπνευματώδη, ή καταναλωτικής προστασίας ανηλίκων)





Οι  κύριες αλλαγές στην οδηγία γίνονται στο κεφάλαιο VI για την τηλεοπτική διαφήμιση. Εισάγονται «ευέλικτοι κανόνες» και καταργούνται περιορισμοί (κατάργηση του ημερήσιου ορίου των τριών ωρών  της τηλεοπτικής διαφήμισης, των ποσοτικών περιορισμών των τηλεαγορών, την αντικατάσταση του περιορισμού των 20λεπτών μεταξύ διακοπών για διαφημίσεις, με το δικαίωμα επιλογής της πλέον κατάλληλης χρονικής στιγμής για την εισαγωγή της διαφήμισης



Η πρόταση αυτή είναι συμπληρωματική προς την υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία, ιδίως την οδηγία 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο, που επίσης πραγματεύεται τις κατ’ αίτηση υπηρεσίες. Επειδή όμως η Οδηγία 2000/31/ΕΚ παρέχει στα κράτη μέλη (άρθρο 3 παράγραφος 4) τη δυνατότητα παρέκκλισης από την αρχή της χώρας προέλευσης, για σειρά λόγων δημόσιου συμφέροντος, ανοίγει ο δρόμος για νέες συγχύσεις στο πεδίο της εποπτείας των οπτικοακουστικών μέσων, αφού οι μη γραμμικές υπηρεσίες είναι ενδεχόμενο να υπάγονται σε διαφορετικούς κανόνες για περιεχόμενο που διανέμεται σε διαφορετικά κράτη μέλη. 





Το Πρωτόκολλο 9 για «το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη» που επισυνάφθηκε στην Συνθήκη του Άμστερνταμ και τέθηκε σε ισχύ από το 1999:

-Επικυρώνει τη σημασία και τον ιστορικό ρόλο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην υποστήριξη των δημοκρατικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών της ευρωπαϊκής κοινωνίας και στη διαφύλαξη της πολυμορφίας και του πλουραλισμού, στη φάση της εντεινόμενης  τάσης συγκέντρωσης των εμπορικών μέσων ενημέρωσης. 

-Αντισταθμίζει τα ελλείμματα, της πολυφωνίας, του πολιτικού πλουραλισμού και  της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας την ένταση του εμπορικού ανταγωνισμού και τον παραμερισμό των θετικών για την κοινωνία ηλεκτρονικών υπηρεσιών τηλε-πληροφόρησης, τηλε-υγείας τηλε-εκπαίδευσης, που μένουν εκτός των  εμπορικών δραστηριοτήτων των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών.

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο αυτό, κάθε κράτος μέλος είναι ελεύθερο να προσδιορίσει τη δομή της δημόσιας υπηρεσίας τηλεοπτικών ευρυεκπομπών (Public Broadcasting Service) και να οργανώσει τα καθήκοντά της κατά τρόπο που να εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον. Μπορεί επίσης να υποστηρίζει οικονομικά το δημόσιο σύστημα ραδιοτηλεόρασης αρκεί η χρηματοδότηση να χρησιμοποιείται για την επιδίωξη του στόχου της δημόσιας υπηρεσίας, χωρίς να επηρεάζει τις συνθήκες εμπορίου και τον ανταγωνισμό εντός της Κοινότητας σε βαθμό αντιβαίνοντα στο κοινό συμφέρον.

Όμως οι δημόσιοι οργανισμοί βρίσκονται στο στόχαστρο των ιδιωτικοποιήσεων  των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που σαρώνουν τις οικονομίες της Ευρώπης και της παγκόσμιας οικονομίας. Επιβάλλεται για αυτό θεσμική παρέμβαση, εντός και εκτός Ε.Ε, για την διασφάλιση των πλεονεκτημάτων τους και κυρίως του ρόλου τους, ως οδηγού των εξελίξεων  στις οπτικοακουστικές υπηρεσίες στην ψηφιακή εποχή.

Σύμφωνα με την προβληματική που έχει ανοίξει για τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων των δημόσιων οπτικοακουστικών μέσων, παραμένει σε εκκρεμότητα ο τρόπος ενίσχυσής τους, αν δηλαδή θα είναι συγκεκριμένος με βάση  αποφάσεις για επιδότηση, η θα επιδοτείται   με βάση  γενικές νομοθετικού χαρακτήρα  διατάξεις.   



Το πρόγραμμά MEDIA χρηματοδοτεί την τοπική παραγωγή για να καλυφθεί η ύπαρξη  ποσοστώσεων  στις ευρωπαΪκές κινηματογραφικές ταινίες. Προγράμματα MEDIA κάλυψαν τις περιόδους 1990-1995 και 1996-2000 και 2001-2006. Το τρέχον πρόγραμμα του 2007 για το οποίο διατίθεται προϋπολογισμός 755 εκατ.€ καλύπτει την περίοδο 2007-2013. και υποστηρίζει την παραγωγή, προαγωγή και διανομή ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων, όπως η μυθοπλασία (στον κινηματογράφο και την τηλεόραση), οι ταινίες τεκμηρίωσης (ντοκιμαντέρ),κινουμένων σχεδίων ή πολυμέσων, καθώς και στην προηγμένη κατάρτιση σε οικονομική χρηματοδοτική και εμπορική διαχείριση, νέες τεχνολογίες και τεχνολογίες πολυμέσων. 

Το 1998 το Συμβούλιο εξέδωσε βάσει του άρθρου 157 των Ενοποιημένων Συνθηκών Σύσταση «για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών μέσων και υπηρεσιών πληροφόρησης μέσω προώθησης εθνικών πλαισίων με σκοπό την επίτευξη συγκρίσιμου και αποτελεσματικού επιπέδου προστασίας των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». Η σύσταση αξιολογήθηκε τα πέντε τελευταία χρόνια με δύο εκθέσεις.  Η Επιτροπή ως συνέχεια της τελευταίας έκθεσης αξιολόγησης (12/12/2003), τον Απρίλιο του 2004 συνέταξε την πρόταση επικαιροποιημένης Σύστασης, ώστε η προστασία των ανηλίκων να σταθεί στο ύψος των νέων αρνητικών προκλήσεων (περισσότερες  πλατφόρμες,νέα προϊόντα, περισσότερο παράνομο περιεχόμενο).

Η Σύσταση επικεντρώνεται στο περιεχόμενο των οπτικοακουστικών υπηρεσιών  και υπηρεσιών πληροφόρησης και καλύπτει όλα τα μέσα παροχής των υπηρεσιών αυτών, από τις ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες έως το διαδίκτυο.

Επειδή η βιομηχανική και πολιτιστική πολιτική εξαιρούνται από την εναρμόνιση του δικαίου των κρατών μελών η Κοινότητα χρησιμοποιεί, όπως ισχυρίζεται,  μη δεσμευτικά νομικά εργαλεία, όπως είναι οι Συστάσεις, για να προωθεί τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που εμπεριέχονται στη Συνθήκη.

 Η υπόψη Σύσταση, είναι η μοναδική που συντάχθηκε στον τομέα των οπτικοακουστικών μέσων από το 1998 μέχρι σήμερα. ενώ την ίδια περίοδο, τόμοι μελετών, πράσινων και λευκών βιβλίων έχουν δει το φως της ευρωπαϊκής δημοσιότητας, εξυμνώντας  την ανάγκη  προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και την προστασία της παιδικής ηλικίας



Ο Ευρωπαϊκός οπτικοακουστικός τομέας, πέρα από την άμεση εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης, ιδίως των διατάξεων που σχετίζονται με τις τέσσερις θεμελιώδεις ελευθερίες (υπηρεσιών, εμπορευμάτων, κεφαλαίων, προσώπων)  επηρεάζεται και από πολλές άλλες πολιτικές, όπως η πολιτική ανταγωνισμού, η πολιτική για τα θέματα των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, για τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, για το ηλεκτρονικό εμπόριο, τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και την πολιτική για την προστασία των καταναλωτών. Οι πολιτικές αυτές συνεπώς ασκούν επιρροή και δημιουργούν επιδράσεις μεταξύ τους,  με σκοπό  την υλοποίηση  των  στόχων της Συνθήκης.



Οι γενικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου  περί ανταγωνισμού στον οπτικοακουστικό τομέα εφαρμόζονται  για τον οικονομικό έλεγχο  στα εμπορικά μέσα ενημέρωσης, και συμβάλλουν κυρίως στην  δημιουργία μιας ανοικτής και λειτουργικής  εσωτερικής οπτικοακουστικής  αγοράς. Χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της συγκέντρωσης επιχειρήσεων, που θέτουν σε κίνδυνο την ανταγωνιστική διαδικασία, που είναι αναγκαία για την  ενιαία αγορά.

Παράλληλα επιτηρείται η εφαρμογή των διατάξεων περί ανταγωνισμού της Συνθήκης και των κανόνων  σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά μέσα.

Όμως οι αρμόδιες Εθνικές Επιτροπές Ανταγωνισμού και η Επιτροπή που ελέγχει όλες τις κοινοτικές αγορές, δεν έχουν να επιδείξουν σημαντικό έργο στη διασφάλιση των όρων υγιούς ανταγωνισμού και ελέγχου της αγοράς.

Δεν έχουν διαμορφωθεί  από την Επιτροπή, σε θεσμοθετημένη βάση, κατευθυντήριες γραμμές, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο του ανταγωνισμού, με βάση τις οποίες θα κινούνται  οι κανονιστικές αρχές των κρατών μελών, όταν αξιολογούν την αποτελεσματικότητα του ανταγωνισμού στη δεδομένη αγορά και, όταν εκτιμούν τη σημαντική ισχύ μιας επιχείρησης (δεσπόζουσα θέση) στη συγκεκριμένη αγορά. Είναι επίσης υποτυπώδης ο έλεγχος, στις περιπτώσεις που η σχετική αγορά έχει λάβει διακρατική διάσταση. Ο συντονισμός και η συνεργασία των κανονιστικών αρχών είναι έμμεση και τυπική διαδικασία που πραγματοποιείται μέσω της επιτροπής επαφής, που προβλέπει η οδηγία Τηλεόραση χωρίς Σύνορα στο άρθρο 23α  . Κάτω όμως από την αδήριτη ανάγκη συνεργασίας των κανονιστικών αρχών των κρατών μελών, η Επιτροπή με πρόσφατη απόφασή της, οργανώνει συναντήσεις, αρχής γενομένης από τον Μάρτιο του 2003 (27/03/2003), των Εθνικών Κανονιστικών  Αρχών, υψηλού επιπέδου, για την καλύτερη προσέγγιση και αντιμετώπιση των θεμάτων στο  κοινοτικό πεδίο. Οι συναντήσεις του Γκρουπ υψηλού επιπέδου των κανονιστικών  αρχών, πραγματοποιείται από τότε, κατά μέσω όρο, δύο φορές το χρόνο με  τις γενικές και απροσδιόριστες στοχεύσεις, της ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ των Εθνικών  Κανονιστικών Αρχών και της επιβεβαίωσης της σταθερής εφαρμογής του κοινοτικού κανονιστικού πλαισίου.  

Η πολιτική της Ε.Ε, στον ευαίσθητο τομέα του ανταγωνισμού έχει αποτύχει. Στην κοινοτική μιντιακή αγορά συνωστίζονται  άσχετες με τον οπτικοακουστικό τομέα επιχειρήσεις και ονόματα μεγιστάνων των ΜΜΕ. Όμιλοι επιχειρήσεων, εξωχώριες επιχειρήσεις, κατασκευαστές, έμποροι όπλων, τραπεζίτες, βιομήχανοι, εφοπλιστές, τραστ εθνικά και πολυεθνικά καλύπτουν το πανόραμα ιδιοκτησίας των Ευρωπαϊκών ΜΜΕ. Παρά ταύτα αποφεύγεται επιμόνως κάθε προσπάθεια να συνταχθεί μια «αντιτράστ» κοινοτική νομοθεσία, εναντίον της σταθερής  προσπάθειας διείσδυσης, διαμεσολάβησης και  χειραγώγησης των μέσων επικοινωνίας από οικονομικά και εξωθεσμικά κέντρα.

Παράδειγμα οι περιπέτειες του συνταγματικά κατοχυρωμένου ελληνικού «βασικού μετόχου», που θρυμματίστηκε τελικά, ως ελεγκτικός μηχανισμός, στις μυλόπετρες της κοινοτικής πρακτικής περί  προστασίας του ανταγωνισμού.



Παρόλο που τα μέτρα για την εξασφάλιση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης όπως τουλάχιστον διακηρύσσει η Επιτροπή, «περιορίζουν» την πλειοψηφική συμμετοχή (στη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου), σε εταιρείες μέσων ενημέρωσης και «προλαμβάνουν», το σωρευτικό έλεγχο ή την παράλληλη συμμετοχή σε πολλές εταιρίες μέσων ενημέρωσης ταυτόχρονα, η Ε.Ε στον σημαντικό για την δημοκρατία τομέα των μέσων ενημέρωσης, εμφανίζει ελεγκτικό  έλλειμμα και αδικαιολόγητη  «ευελιξία». Αναπτύσσει  σαφή τάση για μεταφορά δήθεν των σχετικών ευθυνών στα κράτη μέλη, όπως σημειώνεται στα περισσότερα επίσημα κείμενα της Ε.Ε,  «η προστασία του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης αποτελεί πρωταρχικά καθήκον των κρατών μελών», παράλληλα όμως επεμβαίνει με αυστηρό τρόπο όταν θίγονται οι περίφημες ελευθερίες των αγορών.

Παράδειγμα η παρέμβασή της Επιτροπής, στην περίπτωση της Ελλάδας, για την άρση των περιορισμών που επέβαλλε ένα κράτος μέλος στη σύναψη δημόσιων συμβάσεων προσώπων που δραστηριοποιούνται ή συμμετέχουν σε επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης,  που ενώ αποτελούσαν συνταγματική επιταγή της χώρας, επέβαλλε στην ουσία την κατάργησή τους, στο όνομα του ελεύθερου ανταγωνισμού στην ενιαία εσωτερική αγορά.

Παράδειγμα, επίσης  που επιβεβαιώνει την εκτίμηση της μετατόπισης ευθυνών στα κράτη μέλη και την ταυτόχρονη οπισθοδρόμηση  των διατάξεων για την εφαρμογή των κανόνων δικαίου για τον  ανταγωνισμό και τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης, είναι αφαίρεση από το προοίμιο της πρόσφατης οδηγίας, Οπτικοακουστικές Υπηρεσίες χωρίς Σύνορα, της ενοχλητικής «αιτιολογικής σκέψης» αριθ.  44, που προϋπήρχε στις προηγούμενες εκδόσεις της και προσέγγιζε, τις δύο αυτές θεμελιώδεις  αρχές που αφορούν στη την διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας των μέσων ενημέρωσης.

Η αιτιολογική σκέψη αυτή σημειώνει για τις προηγούμενες Οδηγίες: «ότι η προσέγγιση τη οδηγίας 89/552/ΕΟΚ και της παρούσας οδηγίας (97/36/ΕΚ) επελέγη για να επιτευχθεί η ουσιαστική εναρμόνιση που είναι αναγκαία και επαρκής για να εξασφαλισθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των τηλεοπτικών εκπομπών στην Κοινότητα, ότι τα κράτη μέλη διατηρούν την ευχέρεια, όσον αφορά τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, να εφαρμόζουν λεπτομερέστερους ή  αυστηρότερους κανόνες στους τομείς που συντονίζονται με την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, κανόνων για την επίτευξη στόχων γλωσσικής πολιτικής,  την προστασία του δημόσιου συμφέροντος σε συνάρτηση με το ρόλο της τηλεόρασης ως πηγής πληροφοριών, εκπαίδευσης, πολιτισμού και ψυχαγωγίας, την ανάγκη να διασφαλιστεί η πολυφωνία στους τομείς της βιομηχανίας πληροφόρησης και των μέσων μαζικής ενημέρωσης και την προστασία του ανταγωνισμού, με στόχο να αποφεύγεται η κατάχρηση δεσποζουσών θέσεων και/η δημιουργία ή η ενίσχυση δεσποζουσών θέσεων μέσω συγκεντρώσεων επιχειρήσεων, συμφωνιών εξαγοράς μεριδίων ή παρόμοιων πρωτοβουλιών, ότι οι κανόνες αυτοί πρέπει να συμβιβάζονται με το κοινοτική δίκαιο».



Η προστασία του δικαιώματος του δημιουργού καλύπτεται αποσπασματικά  με  την Οδηγία 2001/29/ΕΚ, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών  δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας. Η Επιτροπή από το 2003 έχει υποβάλλει πρόταση οδηγίας σχετικά με μέτρα και διαδικασίες για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στις νέες συνθήκες. Η προτεινόμενη οδηγία θα εξασφαλίσει κατά την Επιτροπή,  ίσους όρους για τους κατόχους δικαιωμάτων στην Ε.Ε, και θα ενισχύσει τα μέτρα κατά των παραβατών και άρα θα δράσει αποτρεπτικά ως προς εκείνους που εμπλέκονται στην πλαστογραφία και την πειρατεία.



  

 



 ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Μια εναλλακτική πρόταση για την ευρωπαϊκή οπτικοακουστική ρύθμιση.

Στα συμπεράσματα της 5ης Έκθεσης της Επιτροπής – Ανακοίνωσης  προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών, τις 10/02/2006, σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας «Τηλεόραση χωρίς Σύνορα», διατυπώνεται η ανάγκη αναθεώρησης της Οδηγίας 97/36/ΕΚ(89/552/ΕΟΚ) και ταυτόχρονα σημειώνεται, ότι η Οδηγία, «συνεχίζει να εφαρμόζεται με επιτυχία και διασφαλίζει την ελεύθερη παροχή τηλεοπτικών υπηρεσιών στην Ε.Ε.»

Διαπιστώνεται δηλαδή από τη μία, ότι υπάρχει ανάγκη αναθεώρησης της οδηγίας  και από την άλλη, ότι παραμένουν σε ισχύ οι θεμελιώδεις στόχοι του δημόσιου συμφέροντος,  διατηρείται  ένα  πλαίσιο ελάχιστης εναρμόνισης στην εσωτερική αγορά και υφίσταται  ένα  ενεργό κανονιστικό  πεδίο για τη ρύθμιση του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού τομέα. Η Έκθεση δηλαδή με έναν ασαφή και αντιφατικό τρόπο, επιβεβαιώνει, το έλλειμμα κύρους, αξιοπιστίας και συνεκτικότητας στη κοινή ευρωπαϊκή πολιτική  των οπτικοακουστικών μέσων. Ανάλογες εκτιμήσεις παρατέθηκαν και στις επόμενες εκδόσεις των κοινοτικών οδηγιών «‘Οπτικοακουστικά Μέσα χωρίς Σύνορα» το 2007 (Οδηγία 2007/65/2007) και το 2010 (Οδηγία 2010/13/2010)   

Με βάση αυτή την κρίσιμη   διαπίστωση, επιβάλλεται η επεξεργασία, η διαμόρφωση, η προβολή και η προώθηση, σε θεσμικό επίπεδο, μιας ολοκληρωμένης εναλλακτικής  πρότασης, ελέγχου του οπτικοακουστικού  περιεχομένου, που να προέρχεται από τα κάτω, την ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών. Οι διαβουλεύσεις, οι συναντήσεις εθνικών αντιπροσωπειών, οι μελέτες των ειδικών,  οι επεξεργασίες και οι προτάσεις των Επιτροπών,τα θεσμικής έμπνευσης ευχολόγια, οι εκθέσεις, δεν συνέβαλλαν στη δημιουργία  ενός κοινωνικά αποδεκτού κανονιστικού  πλαισίου ρύθμισης του  οπτικοακουστικού τομέα, παρά τη γενικευμένη διαπίστωση, ότι ο οπτικοακουστικός τομέας διαδραματίζει έναν θεμελιώδη ρόλο για την δημοκρατία, την ελευθερία της έκφρασης τον πολιτικό και πολιτιστικό πλουραλισμό, την ανάπτυξη των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών των ευρωπαίων πολιτών, ανδρών και γυναικών.

Ένα πλαίσιο κοινωνικά αποδεκτών αρχών και αξιών, μπορεί να συμβάλλει, στη διαμόρφωση  μιας ριζοσπαστικής πρότασης  για τη δημοκρατική συγκρότηση  και την ανάπτυξη των υπηρεσιών του οπτικοακουστικού τομέα και  στην  ανάδειξη ενός μαζικού κινήματος υπεράσπισης των αρχών και των αξιών αυτών, για τον πλήρη εκδημοκρατισμό  και την ανθρωποκεντρική λειτουργία του σημαντικού αυτού τομέα. 

·         Η τεχνολογική σύγκλιση, που  κυοφορείται σε παγκόσμιο επίπεδο  μέσα από συγκρούσεις και ανακατατάξεις μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, πρέπει να  ελεγχθεί  και να υπαχθεί  στον πολιτικό  και κοινωνικό έλεγχο των διεθνών, περιφερειακών και εθνικών δημοκρατικών θεσμών. Εάν  παραμείνει ανεξέλεγκτη στα χέρια των πολυεθνικών  κέντρων και των διεθνών ομίλων μεγάλης οικονομικής ισχύος και εδραιωθεί  η τάση ισοπέδωσης όλων ανεξαρτήτως των υπηρεσιών ηλεκτρονικής επικοινωνίας, ως εμπορεύσιμων προϊόντων, θα λειτουργεί σε βάρος της ποιότητας και της εγκυρότητας της ενημέρωσης, της διασφάλισης των δικαιωμάτων των πολιτών, της λειτουργίας της δημοκρατίας και της ελεύθερης και πλουραλιστικής έκφρασης.

·         Η αναγκαία προώθηση του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού περιεχόμενου για οικονομικούς, αναπτυξιακούς και πολιτιστικούς λόγους στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, δεν πρέπει να γίνεται σε βάρος  της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της προαγωγής της πολιτικής, πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, της εξυγίανσης και του εκδημοκρατισμού  του θεσμικού πλαισίου των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας.

·         Η θωράκιση της ευρωπαϊκής πολιτικής του ανταγωνισμού στον ευαίσθητο τομέα των οπτικοακουστικών μέσων, αποτελεί στόχο για την αποτροπή της δημιουργίας επιχειρήσεων σημαντικής ισχύος (με δεσπόζουσα θέση στην αγορά), τόσο ως προς τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας όσο και ως προς την προάσπιση του πλουραλισμού. Η  δυνατότητα διαρκών  έλεγχων από τις διαπιστευμένες Ανεξάρτητες Κανονιστικές Αρχές, σε όλες τις δομές των επιχειρήσεων (εταιρική συγκρότηση, λειτουργία, διοίκηση, διαχείριση, εκπομπή, πρόγραμμα, διαφημίσεις),  ώστε να αποτρέπεται, η αθέμιτη ενίσχυση της ισχύος των  επιχειρήσεων, η κατάχρηση δεσποζουσών θέσεων, η αδιαφάνεια στην μετοχική  σύνθεση, η παραβίαση των ιδιοκτησιακών περιορισμών συγκέντρωσης και των ασυμβίβαστων, η χρήση  εξωθεσμικών μέσων και  συμφωνιών, η  εξαγορά μεριδίων  ή άλλων έκνομων ενεργειών, που στρεβλώνουν τον υγιή και διάφανο  ανταγωνισμό. Προώθηση και ψήφιση, για αυτούς τους λόγους, ενός ευρωπαϊκού κανονισμού (νόμου αντιτράστ) που θα ανακόψει τις τάσεις συγκέντρωσης και ανεξέλεγκτης δύναμης των οπτικοακουστικών επιχειρήσεων.



·         Η δημόσια ραδιοτηλεόραση, να διατηρήσει με θεσμικούς όρους εντός και εκτός της Ε.Ε (Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου), τον κεντρικό ρόλο όσον αφορά τη διαφύλαξη του πλουραλισμού και της ελεύθερης και πολυφωνικής έκφρασης στους τομείς της πληροφόρησης, την προστασία του δημόσιου συμφέροντος, την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, ώστε η δημόσια  τηλεόραση να καταστεί πηγή πληροφοριών, τηλε-εκπαίδευσης, τηλε-υγείας  πολιτισμού και ποιοτικής ψυχαγωγίας, πλευρές των τεχνολογικών δυνατοτήτων που θα αγνοήσει το εμπορικό επικοινωνιακό σύστημα.

 Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο των ενοποιημένων συνθηκών για το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη, προώθηση και ψήφιση ευρωπαϊκού κανονισμού(νόμου), που θα εξαιρεί από τις ιδιωτικοποιήσεις  τις δημόσιες οπτικοακουστικές υπηρεσίες και θα κατοχυρώνει το δημόσιο χαρακτήρα τους.

·         Προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού, τα οποία καθίστανται επισφαλέστερα στο ψηφιακό περιβάλλον. Ο σεβασμός πνευματικής ιδιοκτησίας,  ιδίως των ανεξάρτητων παραγωγών και η ελευθερία της  δημόσιας προβολής της, αποτελεί θεμέλιο της ζωτικότητας του οπτικοακουστικού και κινηματογραφικού τομέα  και έχει κεφαλαιώδη σημασία η πλήρης θεσμική κατοχύρωσή  της. Προώθηση και ψήφιση ολοκληρωμένης οδηγίας για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας.



·         Οι αρμόδιες Εθνικές Κανονιστικές Αρχές, όπως το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, η Επιτροπή Ανταγωνισμού,η Αρχή Eποπτείας και Eλέγχου των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ενσύρματων και ασύρματων), εποπτείας και διαχείρισης του φάσματος, η Αρχή προστασίας Προσωπικών Δεδομένων που ρυθμίζουν, αδειοδοτούν  και εποπτεύουν τη δομή, την λειτουργία, το περιεχόμενο των Παρόχων οπτικοακουστικών μέσων καθώς και τους τρόπους  μετάδοσης τους, πρέπει να ενισχυθούν και να στελεχωθούν, να είναι, διακριτές, ανεξάρτητες, να συνεργάζονται μεταξύ τους και να συντονίζονται με θεσμικό τρόπο με τις αρμόδιες αρχές εποπτείας της Ε.Ε. 

Η ευρυεκπομπή περιεχομένου  (Broadcasting) που σηματοδοτεί το πρωταρχικό  κανονιστικό πεδίο, πρέπει να ρυθμίζεται με έναν  ενιαίο και διακριτό τρόπο.  Όλοι οι Πάροχοι Περιεχομένου αλλά και οι Πάροχοι δικτύων μετάδοσης  θα ελέγχονται με βάση τα ίδια ρυθμιστικά πλαίσια.

·         Τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών  αποτελούν ένα πλήθος διαθέσιμων και διαφορετικών δικτύων που συνεχώς διευρύνεται (Internet, δορυφόροι, δίκτυα σταθερής ασύρματης πρόσβασης, δίκτυα κινητών τηλεφώνων 3G,4G, κλασικά δίκτυα ραδιοφώνου και τηλεόρασης). Η κανονιστική ρύθμισή τους σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να είναι επίσης ενιαία και ανεξάρτητη, μέσω μιας Εθνικής Επιτροπής Επικοινωνιών. 

Η ρύθμιση και η εποπτεία  του  ανταγωνισμού απαιτεί  γενικούς και ειδικούς ελέγχους της αντίστοιχης αγοράς (ανάλυση της αγοράς, εκτίμηση της σημαντικής ισχύος της αγοράς) σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες του  ανταγωνισμού, της φορολογίας και της προσέγγισης των νομοθεσιών του Ευρωπαϊκού Δίκαιου περί Ανταγωνισμού, που προβλέπονται από τον Τίτλο VI της ενοποιημένης Συνθήκης και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού  πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά της  ανεξάρτητα και να  ανταλλάσσει πληροφορίες με τις άλλες Κανονιστικές αρχές, οι οποίες  απαιτούνται για την εφαρμογή των αρχών του δίκαίου περί ανταγωνισμού (με σύστημα on line σύνδεσης), και τον έλεγχο της ισχύος της επιχείρησης του μέσου, τη θέσης της στην αγορά, τη δομής της και  τις  δραστηριότητές της, στην Ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά και τις Εθνικές αγορές.



Ανάλογη ρύθμιση πρέπει να γίνει για την Αρχή  Προστασίας και Διασφάλισης  Προσωπικών δεδομένων, η οποία θα εποπτεύει και το διαδίκτυο. Η οδηγία, 95/46 /ΕΚ, της 24/10/1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα  και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και η οδηγία 97/66/ΕΚ, της 15/12/1997, περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα  και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα ισχύουν εξ ολοκλήρου και για τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Οι οδηγίες αυτές   θεσπίζουν ένα κοινοτικό  νομικό πλαίσιο στον τομέα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και μπορεί να  αποτελέσει τη  βάση για την εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ των κρατών μελών, αφού ένα μέρος των νέων κατ’ αίτημα οπτικοακουστικών υπηρεσιών είναι κοινό με υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, που εποπτεύονται από την Οδηγία 2000/31/ΕΚ της 8/6/2000 για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου (Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο)

Οι αρχές αυτές πρέπει  είναι άρτια εξοπλισμένες, να λειτουργούν μεταξύ κράτους και αγοράς ως ρυθμιστικά, εποπτικά και δημοκρατικά  αντίβαρα, στις τάσεις ασυδοσίας και απορύθμισης που προωθούν τα πολυεθνικά συμφέροντα και οι όμιλοι οπτικοακουστικών επιχειρήσεων ή τα εκάστοτε κυβερνητικά  επικοινωνιακά επιτελεία, που επιδιώκουν τη διαμόρφωση όρων διαμεσολάβησης και διαπλοκής με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. 

Τα κράτη μέλη θα δημοσιεύουν τα καθήκοντα που ανατίθενται στις Εθνικές κανονιστικές αρχές, ώστε να είναι εύκολα προσιτά. Θα εξασφαλίζουν τη διαβούλευση και την συνεργασία μεταξύ τους και ιδιαίτερα με τις Εθνικές Αρχές Ανταγωνισμού, στις οποίες ανατίθεται η εφαρμογή του δικαίου προστασίας του χρήστη/καταναλωτή

οι Εθνικές Κανονιστικές Αρχές  πρέπει να συντονίζονται από μια Ευρωπαϊκή Ομάδα Ρυθμιστικών Φορέων υπό την ευθύνη της Επιτροπής, που θα συγκροτείται σε δύο κλάδους, ένα για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και έναν άλλο ξεχωριστό, για την εποπτεία και τις ρυθμίσεις περιεχομένου. Οι ομάδες αυτές θα αποτελούν τους κατάλληλους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση της συνεργασίας και του συντονισμού των εθνικών κανονιστικών αρχών. Ήδη λειτουργούν ανάλογες συντονιστικές επιτροπές στα  πλαίσια των αντίστοιχων Οδηγιών με περιορισμένες ή ασήμαντες αρμοδιότητες (επιτροπή επαφής με βάση το άρθρο 23α της οδηγίας Τηλεόραση χωρίς Σύνορα, επιτροπή ΟΝΡ, βάσει του άρθρου 9 της οδηγίας 90/387/ΕΟΚ, επιτροπή γενικών και ειδικών αδειών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών βάσει του άρθρου 14 της οδηγίας 97/13/ΕΚ).    



  • Το κανονιστικό  πεδίο μετάδοσης, θα ρυθμίζεται με την Οδηγία πλαίσιο  2002/21/ΕΚ σχετικά με το κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών,  η οποία συνοδεύεται από  τέσσερις «ειδικές οδηγίες»,  που αφορούν στην αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία 2002/20/ΕΚ), στην  πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία 2002/19/ΕΚ), στην καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών (οδηγία 2001/22/ΕΚ)  στην επεξεργασία  δεδομένων  προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα (οδηγία 97/66/ΕΚ). Η εναρμόνιση των οδηγιών στο  εθνικό δίκαιο των κρατών μελών  πρέπει να γίνει με ενιαίο και ανεξάρτητο τρόπο, ώστε να αποφευχθεί η αλλοίωσή ή/και η παραποίησή τους  μέσω του κατακερματισμού των διατάξεων τους.



  • Το κανονιστικό πεδίο του περιεχομένου και οι πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, θα εποπτεύονται με τη  νέα οδηγία πλαίσιο(2010/13/ΕΚ), «Οπτικοακουστικά Μέσα χωρίς Σύνορα» που συνοδεύεται και αυτή  από τέσσερεις «ειδικές οδηγίες»  οι οποίες θα αφορούν:



          α) στην αδειοδότηση: Οι πάροχοι οπτικοακουστικών υπηρεσιών, θα ελέγχονται για τη διαφάνεια και την οικονομική αυτοτέλεια, τη μετοχική σύνθεση του κεφαλαίου της επιχείρησής τους, την προέλευση των μέσων χρηματοδότησής της, την τήρηση των  απαγορεύσεων και των ασυμβίβαστων, την οικονομική βιωσιμότητά της, την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος (σεβασμό της προσωπικότητας, την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της παιδικής ηλικίας, τους όρους και τις απαγορεύσεις για τις διαφημίσεις), την ποιότητα του προγράμματος, την αντικειμενική ενημέρωση, τη διασφάλιση της πολιτικής πολυφωνίας και της ισότιμης πρόσβασης των κομμάτων, το σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα,  την προαγωγή των ευρωπαϊκών έργων και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, τη διασφάλιση ελεύθερης πρόσβασης  σε εκπομπές που παρουσιάζουν μείζονος σημασίας αθλητικά και άλλα γεγονότα, που ενδιαφέρουν την πλειοψηφία  των πολιτών του κάθε κράτους μέλους, έστω και αν υπάρχουν από πριν αποκλειστικά δικαιώματα για  κάποιο οπτικοακουστικό οργανισμό, την προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού και των συγγενικών δικαιωμάτων, την αποδοχή  χωρίς παρεκκλίσεις των Δημόσιων Κωδίκων Δεοντολογίας, ως απαράβατο όρο χορήγησης της αδείας, την προστασία των καταναλωτών/χρηστών. Η ανανέωση των αδειών που θα εκδίδονται θ γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα με βασικό κριτήριο τη συμπεριφορά των παρόχων στην τήρηση των κοινοτικών οδηγιών και των εθνικών κανόνων δικαίου σε όλα τα αναφερόμενα στην αδειοδότηση επίπεδα.

        

          β) στην εποπτεία και τον έλεγχο, του περιεχομένου μετάδοσης, των διαφημίσεων και του δικαιώματος απάντησης (monitoring:                    Διαρκής εποπτικός έλεγχος των παρόχων οπτικοακουστικού περιεχομένου για την τήρηση των νόμιμων προϋποθέσεων με βάση τις οποίες αδειοδοτήθηκαν,   για την προστασία του χρήστη/καταναλωτή, την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των πολιτών, ανδρών και γυναικών, του ιδιωτικού βίου, της παιδικής ηλικίας, την αποτροπή πολιτικών, κοινωνικών και φυλετικών διακρίσεων, την υποκίνηση σε μίσος λόγω φυλής, φύλου, εθνικότητας και πολιτικών πεποιθήσεων, για το δικαίωμα της άμεσης απάντησης θιγόμενου  στη ζώνη της σχετικής εκπομπής, το μόνιμο και σαφή διαχωρισμό του συντακτικού περιεχομένου και από τη διαφήμιση, την εφαρμογή των απαγορεύσεων προβολής ορισμένων βλαπτικών προϊόντων και διαφημίσεων. Αποτελεσματική συμβολή στην εποπτεία και τον έλεγχο του περιεχομένου έχουν οι  Δημόσιοι Κώδικες Δεοντολογίας, που θα είναι σαφείς, εξειδικευμένοι και εκ των προτέρων γνωστοί, για κάθε τομέα εποπτείας, των ενημερωτικών εκπομπών και των εκπομπών πολιτικού περιεχομένου, της ψυχαγωγίας και των διαφημίσεων. ΟΙ Κώδικες θα κοινοποιούνται στην Επιτροπή της Ε.Ε όπου   θα επαληθεύεται ότι είναι συμβατοί με το κοινοτικό δίκαιο και θα δημοσιεύονται στην εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Κανόνες κοινής ρύθμισης και αυτορύθμισης, μπορεί να λειτουργήσουν θετικά με την προϋπόθεση ότι θα εδράζονται και θα εναρμονίζονται με τους δημόσιους κώδικες δεοντολογίας, με βάση τους οποίους οι δημόσιες αρχές ασκούν τον έλεγχο της τήρησής των δημόσιων κανόνων δεοντολογίας. 

        

           γ) στην  διασφάλιση του  ανταγωνισμού:

Οι πάροχοι οπτικοακουστικού περιεχομένου ελέγχονται από την Επιτροπή   διαρκώς, για την ομαλή και σύννομη λειτουργία των οπτικοακουστικών επιχειρήσεων, την τήρηση του δίκαιου του ανταγωνισμού, την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων διαφάνειας στην ιδιοκτησία (μετοχική σύνθεση, συγχωνεύσεις, εξαγορές, μεταβιβάσεις),  την επιβολή  συγκεκριμένων τεκμηρίων και κριτηρίων για τον καθορισμό της θέσης τους και της ισχύος τους στη εσωτερική αγορά, τον έλεγχο της συγκέντρωσης και της δεσπόζουσας θέσης, την αποφυγή κατάχρησης ισχύος  ή μονοπωλιακής θέσης,  την αυστηρή  εφαρμογή των προκαθορισμένων και αποδεκτών περιορισμών στην παράλληλη ιδιοκτησία (οριζόντια ή διαγώνια), των ασυμβίβαστων, τη διαφάνεια και τη νομιμότητα στις αποφάσεις τους και στις αλλαγές του ιδιοκτησιακού καθεστώτος τους.



           δ) στον πλουραλισμό των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων: ΟΙ πάροχοι οπτικοακουστικών υπηρεσιών υποχρεούνται να διασφαλίζουν, την πολυφωνία, την αντικειμενική ενημέρωση, την πολιτική και πολιτιστική πολυμορφία, την ισότιμη πρόσβαση των κοινοβουλευτικών κομμάτων στις τηλεοπτικές εκπομπές. Με ευθύνη της Eurostat, να δημιουργηθεί ένα διαφανές, έγκυρο και αξιόπιστο θεσμικό πλαίσιο αναλύσεων, μετρήσεων  και ερευνών της οπτικοακουστικής αγοράς, το οποίο θα υποστηρίζεται, θα ελέγχεται και θα προωθείται σε εθνικό επίπεδο,  από τις  Εθνικές Στατιστικές Υπηρεσίες, με τη συμβολή και τη συμμετοχή πανεπιστημιακών φορέων και άλλων μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, σε ανταγωνιστική σχέση με τις τυχόν ιδιωτικές εταιρίες μετρήσεων. Οι κανόνες, οι παραδοχές, οι όροι και οι επιστημονικές τεχνικές με βάση τις οποίες θα πραγματοποιούνται οι έρευνες και οι μετρήσεις  της οπτικοακουστικής αγοράς, της τηλεθέασης και της  ακροαματικότητας στους τρεις βασικούς τομείς (της ενημέρωσης, της ψυχαγωγίας και της επιμόρφωσης), στον έλεγχο της ποσότητας και της ποιότητας   των διαφημίσεων, θα καθορίζονται από την Ε.Ε και θα εφαρμόζονται με ενιαίο τρόπο από όλα τα κράτη μέλη,  η  δε εφαρμογή τους  θα ελέγχεται από την Euro stat, προκειμένου να αποτραπεί ο στρεβλός και παραμορφωτικός τρόπος προσδιορισμού  της ισχύος και της επιρροής των οπτικοακουστικών επιχειρήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους  ασκούν  με εικονικό και καταχρηστικό τρόπο αυτή την  επιρροή στην κοινή γνώμη, την  πολιτική, τους  πολιτικούς τον πολιτισμό.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου