Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Εθνικό Ενεργειακό Σύστημα

Το Ενωσιακό ενεργειακό θεσμικό οικοδόμημα  έχει ήδη ενσωματωθεί πλήρως στο ελληνικό δίκαιο  με  το  Νόμο 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για έρευνα παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς, Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις». Οι ισχυρές θεσμικές δεσμεύσεις που υπάρχουν σε αυτό το θεσμικό πλαίσιο, σε ορισμένες περιπτώσεις είναι διαφορετικές και σε άλλες αντιπαραθετικές  με τις μέχρι σήμερα υπαρκτές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Στις νέες  συνθήκες μετά και από τις σημαντικές θεσμικές τομές που πραγματοποιηθήκαν στο Ευρωπαϊκό και  Εθνικό Ενεργειακό Σύστημα, το ενεργειακό περιβάλλον της χώρας είναι πλέον ριζικά διαφορετικό από αυτό που γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες.

Σύμφωνα με την ισχύουσα ελληνική νομοθεσία η δομή του ενεργειακού συστήματος είναι:

Κρατική εποπτεία και ρύθμιση.

● Η άσκηση των ενεργειακών δραστηριοτήτων τελεί υπό την εποπτεία του κράτους, η οποία ασκείται από τον αρμόδιο Υπουργό (ΥΠΕΚΑ) και τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας.

● Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Ο έλεγχος, η ρύθμιση και η εποπτεία της αγοράς ενέργειας, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής,  ασκούνται από τη ΡΑΕ. 

Η οργάνωση, η λειτουργία και η διαχείριση, το νομικό καθεστώς, η διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, οι αρμοδιότητες, όπως οργάνωση ρύθμιση και εποπτεία των αγορών Ηλεκτρικής ενέργειας(ΗΕ) και Φυσικού Αερίου (ΦΑ), η προστασία των καταναλωτών κ.α αρμοδιότητες που αφορούν στην άσκηση των ενεργειακών δραστηριοτήτων, καθορίζονται από το «Μέρος Πρώτο» του ν 4001/2011, στα κεφάλαια περί Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ)


Δομή του ηλεκτρενεργειακού συστήματος.

Μετά τις αλλαγές που «εναρμόνισαν», σε πρώτη προσέγγιση, το Ελληνικό Ενεργειακό Σύστημα με την ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά ενέργειας η κατάσταση έχει διαμορφωθεί ως εξής:

Τομέας ανταγωνισμού: Με τις δραστηριότητες  παραγωγής, εισαγωγών  και  προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, από παραγωγούς ιδιωτικών συμφερόντων και της ΔΕΗ Α.Ε

 ● Μη ανταγωνιστικός τομέας:   Α.Ε Εταιρείες Διαχείρισης Δικτύων 

√ Για τα Δίκτυα  Μεταφοράς: Η διαχείριση του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας(ΕΣΜΗΕ) ανατίθεται σε θυγατρική της ΔΕΗ ΑΕ με την επωνυμία «Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας» (ΑΔΜΗΕ ΑΕ),  Θυγατρική της ΔΕΗ 100%  (Ιδιοκτήτης και Διαχειριστής του Συστήματος Μεταφοράς) που οδηγείται στο «θυσιαστήριο» των ιδιωτικοποιήσεων. Ίσως αν υλοποιηθεί θα  είναι μαζί με την Ολυμπιακή τα μεγάλα σκάνδαλα εκποίησης «αντί πινακίου φακής» δημόσιας περιουσίας

√ Για τα Δίκτυα Διανομής: Η κυριότητα του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΗΕ ΑΕ) ανήκει αποκλειστικά στη ΔΕΗ ΑΕ.  Για αυτό χορηγείται στο ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, Θυγατρική της ΔΕΗ  100%,  Άδεια Αποκλειστικότητας της κυριότητας του Δικτύου καθώς και Άδεια Παραχώρησης της Διαχείρισης του ΕΔΔΗΕ στο Διαχειριστή του ΔΕΔΔΗΕ, από τη ΡΑΕ 

● Διαχείριση Αγοράς Ηλεκτρισμού (Χονδρεμπορική και Λιανική):  Λειτουργός Αγοράς η Εταιρεία  ΛΑΓΗΕ  ΑΕ με  βασικό μέτοχο  το Ελληνικό  Δημόσιο  ( Το ποσοστό του Δημοσίου στη μετοχική σύνθεση του ΛΑΓΗΕ,  καθορίζεται με ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής).

Παραγωγοί ΑΠΕ  εκτός Ανταγωνισμού Αγοράς Ενέργειας, με δικαίωμα προτεραιότητας και εγγυημένων τιμών ένταξης στο Σύστημα, των Σταθμών Παραγωγής  ΑΠΕ (Ν 3468/2006 άρθρο 9) που συμπληρώθηκε  με πρόσφατο νόμο.

Με βάση τις εναλλακτικές δυνατότητες της οδηγίας, το Ελληνικό Δημόσιο επέλεξε για τη διαχείριση του Συστήματος Μεταφοράς, τη δημιουργία Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς (ΙΤΟ)

Τα προβλήματα που εμφανίστηκαν κατά το θεσμικό διαχωρισμό αρμοδιοτήτων μεταξύ κύριου του Συστήματος Μεταφοράς (ΔΕΗ) και του Ανεξάρτητου Διαχειριστή (ΔΕΣΜΗΕ και αργότερα ΑΔΜΗΕ, ΛΑΓΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ) ρυθμίστηκαν  με το Νόμο 4001/2011. Οι Ρυθμίσεις αυτές δεν ήταν υποχρεωτικές σύμφωνα με τις οδηγίες της Ε.Ε  ΕΚ/72/2009 και ΕΚ/73/2009 αλλά επιλογή των κομμάτων του δικομματισμού ΠΑΣΟΚ και ΝΔ που διαχειρίστηκαν την εναρμόνιση του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου στο εθνικό νομικό σύστημα

● Τα κύρια νέα στοιχεία  των πιο πρόσφατων ρυθμίσεων στο Σύστημα Ενέργειας είναι:

√ Εξασφάλιση αποτελεσματικού διαχωρισμού των δραστηριοτήτων της Μεταφοράς και της Διανομής

√ «Καλύτερη λειτουργικότητα» των αγορών  ΗΕ και ΦΑ

√ Ενίσχυση της Ανεξαρτησίας της Ρυθμιστικής Αρχής  Ενέργειας (ΡΑΕ)

√ Θεσμικό πλαίσιο “διαχωρισμού παραγωγής και δικτύων” στη λειτουργία των αγορών ενέργειας. Εταιρείες Δικτύων  (ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ), Εταιρεία Διαχείρισης της Αγοράς Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ)

√ Πρόσθετες Ρυθμίσεις Ευρωπαϊκού Επιπέδου όπως:

√ Αναβαθμισμένη και ελεγκτική λειτουργία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER)

√ Αποτελεσματική συνεργασία των Διαχειριστών Δικτύων Μεταφοράς με στόχο την αύξηση του Διασυνοριακού Εμπορίου και τη λειτουργία του νέου οργανισμού ENTSO-E(Transmission System Operators for Electricity) και ENTSO-G για ΦΑ

√ Συντονισμός των εξωτερικών σχέσεων στον τομέα της ενέργειας με τη συμβολή του έργου  των εθνικών ρυθμιστικών  αρχών(ΡΑΕ), μέσω του Συμβουλίου Εθνικών Ρυθμιστών Ενέργειας (CEER) και του Οργανισμού Ρυθμιστικών Αρχών (AGER).

√ Εγκαθίδρυση  μηχανισμού ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις διακυβερνητικές συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών στον τομέα της ενέργειας (Απόφαση 994/2012/ΕΕ), COM (2012)218 Τελικό

 Οι ριζικές αλλαγές  που σηματοδοτούν  το σημερινό νέο θεσμικό στάτους είναι:

√ Η δημιουργία αγορών ενέργειας  χονδρικής και λιανικής, στον ηλεκτρισμό (ΗΕ) και το Φυσικό Αέριο (ΦΑ)

√ Η διείσδυση στους τομείς παραγωγής και προμήθειας, των ιδιωτών παραγωγών και προμηθευτών με παράλληλη υποβάθμιση και περιορισμό του δημόσιου, κεντρικού ενεργειακού ρόλου της ΔΕΗ Α.Ε

√ Ο διαχωρισμός των Δικτύων (Μεταφοράς και Διανομής) για την ανεξάρτητη και ισότιμη πρόσβαση των παραγωγών και των προμηθευτών στις αγορές ενέργειας.

√ Η δημιουργία νέων θεσμικών οργάνων για τη λειτουργία, ρύθμιση και εποπτεία  των αγορών ενέργειας (ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ, ΛΑΓΗΕ)

√ Η σημαντική ενίσχυση και διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της Εθνικής Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ).

√ Η διείσδυση του Φυσικού Αερίου και των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο μίγμα καυσίμων

√ Η προνομιακή μέχρι σήμερα διείσδυση και ανάπτυξη την Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας(ΑΠΕ)  σε (αιολική και φωτοβολταϊκά) στο Εθνικό Ενεργειακό Σύστημα.

√ Ο ασφυκτικός έλεγχος και η διεισδυτική εποπτεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των θεσμικών ενεργειακών  μηχανισμών της, στη ρύθμιση, λειτουργία και ανάπτυξη της εγχώριας Ενεργειακής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και Φυσικού Αερίου.

√ Η δραστική βύθιση της ενεργειακής ζήτησης λόγω της πολύμορφής οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, τη μακρόχρονη ύφεση και τη συρρίκνωση της κατανάλωσης.

√ Οι δεσμευτικές, δια των μνημονίων απαιτήσεις της τρόικα για περαιτέρω φιλελευθεροποίηση του εθνικού ενεργειακού συστήματος, ιδιαιτέρως, για την παραγωγική συρρίκνωση και το διαμελισμό της ΔΕΗ, την απελευθέρωση των τιμολογίων ρεύματος, τη μετοχοποίηση κατ’ αρχήν και την προοπτική εκποίησης προσφάτως των μη ανταγωνιστικών εταιριών των δικτύων διανομής την ιδιωτικοποίηση ΔΕΗ και του Δικτύου Μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ), εταιρειών Φυσικού Αερίου (ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ) και πετρελαίου (ΕΛΠΕ)

Διαπιστώσεις.

Το ισχύον, νεοφιλελεύθερης έμπνευσης θεσμικό ενεργειακό πλαίσιο στην Ευρώπη και στην Ελλάδα (ηγεμονία των αγορών), παρά τις φιλόδοξες προβλέψεις που το συνόδευσαν, τις θεσμικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν, αλλά και λόγω της  έντονης  ιδιομορφίας του τομέα της ενέργειας, δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει επαρκώς τις απαιτήσεις των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης και της χώρας μας και κυρίως να διασφαλίσει χαμηλές τιμές στα τιμολόγια. Η Ε.Ε είναι πολύ πίσω στο επίπεδο της ολοκληρωμένης ανάπτυξης του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος.
Απαιτούνται τεράστοι επενδυτικοί πόροι πολλών δίς Ευρώ, για την αντικατάσταση παλαιών εγκαταστάσεων, για την επέκταση και ανάπτυξη δικτύων μεταφοράς και έξυπνων δικτύων διανομής, για ανάπτυξη των ΑΠΕ και των εναλάκτικών πηγών ενέργειας και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας  

Η εξάρτηση της Ευρώπης μεγαλώνει, οι επενδυτικές ανάγκες για την υλοποίηση του μεγαλεπήβολου σχεδίου δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν σε συνθήκες ύφεσης, το θεσμικό πλαίσιο παρουσιάζει στρεβλώσεις και προβλήματα στην εφαρμογή του, και οι ευρωπαίοι καταναλωτές δεν απολαμβάνουν οφέλη. Τα τιμολόγια της ενέργειας συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία (θα αυξάνονται σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις μέχρι το 2030), ο βαθμός  συγκέντρωσης των μεγάλων ευρωπαίων ηλεκτροπαραγωγών (απόκτηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά) διευρύνεται σε πλήρη αντίθεση με τις πραγματικές ανάγκες της οριζόντιας ανάπτυξης των παραγωγικών επενδύσεων για την ενέργεια χωρίς άνθρακα.

Αλλαγές στο Εθνικό Σύστημα Ενέργειας
Ειδικότερα οι αλλαγές που εισήχθηκαν στο Εθνικό Ενεργειακό Σύστημα, παρουσίασαν  στρεβλώσεις και ανεπάρκειες, λόγω της συστηματικής νομοθετικής προσπάθειας των κυβερνήσεων από το 1999 μέχρι σήμερα, να διευκολύνουν (με κάθε  θυσία) τη δημιουργία της Χονδρεμπορικής Αγοράς Ενέργειας σε μια μικρή ενεργειακή αγορά και την ευνοϊκή και εγγυημένη είσοδο των ιδιωτών παραγωγών και προμηθευτών στο Ενεργειακό Σύστημα της χώρας. Κυριότερες στρεβλώσεις που μεθοδεύτηκαν ήταν:

√ Στην Αγορά  Ηλεκτρικής Ενέργειας(Χονδρική και Λιανική).

√ Στο Νομικό καθεστώς της Ανεξαρτησίας της ΡΑΕ.

√ Στο Θεσμικό πλαίσιο διαχωρισμού των επί μέρους τομέων των δικτύων.

√ Στο σκόπιμο, θεσμικό περιορισμό της ανάπτυξης της ΔΕΗ και το διαχωρισμό των δικτύων της  σε Επιχειρήσεις θυγατρικές, στην άνιση μεταχείρισή της εντός  της αναδυόμενης αγοράς ενέργειας, προς όφελος των ιδιωτών παραγωγών.

√ Στην ανορθολογική διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό σύστημα

Εκτός από τις στρεβλώσεις και τις ανεπάρκειες, προκλήθηκαν  ακόμη και παρανομίες και εγκληματικές ενέργειες από ιδιώτες προμηθευτές, όπως οι πρόσφατες στον τομέα προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, συνεπεία  του ελαστικού και πελατειακού  τρόπου μεταχείρισης και ανοχής των θεσμικών οργάνων της αγοράς στις συναλλαγές τους με τους ιδιώτες παραγωγούς προμηθευτές.

Το αρνητικό κλίμα στη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού, οξύνθηκε με την ταχύρυθμη, άναρχη, και σπάταλη ρύθμιση στη διείσδυση των ΑΠΕ στο Σύστημα, που προκάλεσε σοβαρό οικονομικό άνοιγμα στην αγορά ηλεκτρισμού και υπερχρέωση του ΛΑΓΗΕ της εταιρίας διαχείρισης των συναλλαγών της αγοράς που συνεχώς διευρύνεται

Στις σημερινές συνθήκες της κρίσης και των μνημονιακών δεσμεύσεων της χώρας, μεθοδεύεται η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση τομέων της ενέργειας στον ηλεκτρισμό (ΔΕΗ, ΑΔΜΗΕ), στο ΦΑ (ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ) και στον τομέα των εταιριών πετρελαίου (ΕΛΠΕ) και εξόρυξης.

Παράλληλα η ΡΑΕ, επιχειρεί να «μεταλλάξει» τους όρους λειτουργίας της Αγοράς Ενέργειας στον Ηλεκτρισμό και το ΦΑ, πάντα με γνώμονα τον περιορισμό των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ στην Αγορά Ενέργειας, τη ρύθμιση των δυσκολιών και των στρεβλώσεων που προκαλούν οι διαρκείς απαιτήσεις ιδιωτών παραγωγών και την  «ομαλοποίηση» στην  άναρχης εισαγωγής των ΑΠΕ.  Ήδη έχει ψηφιστεί πρόσφατα και νέος περί ΑΠΕ νόμος.

Οι προτάσεις της ΡΑΕ συνεχίζουν κινούνται ακριβώς στις ίδιες κατευθύνσεις και στους ίδιους διαβλητούς στόχους που υπηρέτησε η Ρυθμιστική Αρχή, από την έναρξη της λειτουργίας της Αγοράς Ηλεκτρισμού, προκειμένου να διατηρηθούν και να διευκολυνθούν περαιτέρω, τα συμφέροντα των ιδιωτών παραγωγών σε βάρος της ΔΕΗ, της οποίας ο ρόλος περιορίζεται σε εκείνον ενός συρρικνωμένου και ασήμαντου παραγωγού, αλλά και για να αρθούν, ορισμένες προκλητικές στρεβλώσεις  που προκάλεσαν την πλήρη αναξιοπιστία και αφερεγγυότητα  της Αγοράς Ενέργειας, ακόμα και από τους συντηρητικούς πρώην Διοικητές  της ΔΕΗ, Τ. Αθανασόπουλο και Ι Παλαιοκρασσά που στιγμάτισαν την τότε αναδυόμενη αγορά ενέργειας ως αγορά «μαϊμού». Το στρεβλό κλίμα της αγοράς ηλεκτρισμού επιδεινώθηκε με την ανορθολογική και αντιοικονομική εισαγωγή των ΑΠΕ στο Σύστημα Ενέργειας.

Οι νέες προτάσεις της ΡΑΕ – Ιούλιος του 2012

● Πρόσβαση τρίτων σε λιγνίτες και νερά

● Προσαρμογή ρυθμιστικών κανόνων Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους

● Ανασχεδιασμός Μηχανισμού Διασφάλισης Ισχύος

● Διαχείριση Υδροηλεκτρικών Σταθμών

● Επανεξέταση οικονομικών κινήτρων και μηχανισμών στήριξης ΑΠΕ

● Ίδρυση φορέα κάλυψης των οικονομικών προβλημάτων ττων συναλλαγών της αγοράς

● Άρση στρεβλώσεων στα ρυθμιζόμενα τιμολόγια προμήθειας

● Απεμπλοκή των τιμολογίων προμήθειας από τη συλλογή φόρων 

● Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού - Συμβατότητα και αποδοτική λειτουργία με το Target Model της εσωτερικής αγοράς ενέργειας της Ε.Ε.

Συμπεράσματα

Η ΡΑΕ με τις  επιλογές της:

√ Της πρόσβασης τρίτων στους λιγνίτες και τα υδροηλεκτρικά, ανοίγει το δρόμο για τη δημιουργία περισσότερων καθετοποιημένων επιχειρήσεων μετά από το διαμελισμό της ΔΕΗ, για την αντιμετώπιση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματός της, λόγω της χρήσης από τη ΔΕΗ  διευρυμένου μίγματος καυσίμου. Σήμερα οι ιδιώτες διαθέτουν μόνο μονάδες ΦΑ για ηλεκτροπαραγωγή Οι όροι και οι διαδικασίες αυτής της μεθοδευμένης  πρόσβασης τρίτων στους λιγνίτες και τα νερά   είναι προς σοβαρή διερεύνηση.

√ Της σταδιακής κατάργησης του Μηχανισμού Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους (ΜΑΜΚ) και την ταυτόχρονη αναθεώρηση του Μηχανισμού Διασφάλισης Επαρκούς Ισχύος (ΑΔΙ) για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και συνδέει μάλιστα την κατάργηση του ΜΑΜΚ μια την αναθεώρηση του ΑΔΙ με την πρόοδο στη εξέλιξη της δημοπράτησης λιγνιτικής ισχύος προς τους ιδιώτες παραγωγούς

 √ Το μοντέλο αγοράς προσαρμοσμένο μάλιστα στο Ευρωπαϊκό Μοντέλο Αγοράς(target model), με βάση και τη διεθνή μελέτη που εκπόνησε η ΡΑΕ, καθώς και τα εναλλακτικά σενάρια που αυτή προβάλει (μερικής ή πλήρους εναρμόνισης στο ενιαίο ευρωπαϊκό μοντέλο) και χρήζουν σοβαρής και εμπεριστατωμένης διερεύνησης, συνεχίζει την ίδια αδιέξοδη πολιτική της με την καλύψει του υπεύθυνου αρμόδιου Υπουργού ΠΕΚΑ.

Δεν  μπορούν επομένως να προχωρήσουν οι σημερινές επιδιώξεις της ΡΑΕ και κατ’ επέκταση της συγκυβέρνησης, αν δεν διευκρινισθούν οι αβεβαιότητες, περί νέου καθετοποιημένου μοντέλου αγοράς, πριν η ΡΑΕ προχωρήσει σε οποιαδήποτε τροποποίηση του ισχύοντος μοντέλου (mandatory pool). Μια  πρόωρη αλλαγή του μοντέλου αγοράς, εικονικά  καθετοποιημένου ή με νέες παραμορφώσεις για να αντιμετωπιστεί το συγκριτικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ΔΕΗ,  θα αποτύχει ξανά. Το  πλεονέκτημα της ΔΕΗ απέναντι  στους ιδιώτες παραγωγούς θα διατηρηθεί εκτός και αν η ΔΕΗ διαμελιστεί, γεγονός που δεν θα το επιτρέψει ο Ελληνικός λαός και ο ΣΥΡΙΖΑ.  Αποτέλεσμα να αναζητηθούν εκ νέου νέες στρεβλώσεις και μεθοδεύσεις όπως αυτές που μεθοδεύουν ΥΠΕΚΑ και ΡΑΕ  για να αποφύγουν οι ιδιώτες τον περιορισμό της συμμετοχής τους  και τη μείωση των κερδών τους, σε βάρος του Δημόσιου συμφέροντος.

Πάντως δεν νοείται οποιαδήποτε συζήτηση για ομαλή λειτουργία της αγοράς ενέργειας χωρίς την άμεση κατάργηση των μηχανισμών που εμποδίζουν την ανάπτυξη ανταγωνισμού. Σημαντικότερο πρόβλημα  αποτελεί ο Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους, που μαζί με το μηχανισμό διασφάλισης επαρκούς ισχύος (πιστοποιητικά ΑΔΙ) και το μηχανισμό υποβολής των προσφορών έγχυσης, συνθέτουν μια απαράδεκτη στρέβλωση για να περιοριστούν οι ανταγωνιστικές δυνατότητες της ΔΕΗ σε βάρος του δήθεν «υγιούς ανταγωνισμού» στην παραγωγή ενέργειας.

Σύμφωνα με αυτό το πλαίσιο, επιτρέπεται σε μονάδες του Συστήματος με ακριβό καύσιμο (φυσικό αέριο) να παραμένουν σε λειτουργία όταν δεν είναι απαραίτητες, για την οικονομική κάλυψη των αναγκών του Συστήματος, υποκαθιστώντας μονάδες με φτηνό εγχώριο καύσιμο (λιγνίτη), και να αμείβονται σε τιμή που καλύπτει πλήρως το μεταβλητό τους κόστος και  περιθώριο κέρδους 10% επιπλέον.

Η στρέβλωση αυτή,  προκαλεί υπερβολική και αδικαιολόγητη διόγκωση των δαπανών της χονδρικής αγοράς και έχει σαν συνέπεια την υπέρμετρη επιβάρυνση των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας, και αποτέλεσμα οι περισσότεροι ιδιώτες προμηθευτές να διακόπτουν τη λειτουργία τους μέσα στο έτος. Αντιθέτως η  ΔΕΗ, ως προμηθευτής τελευταίας καταφυγής, να αντιμετωπίζει σημαντικό πρόβλημα ρευστότητας και ραγδαία κλιμακούμενη δυσχέρεια στην εκπλήρωση υποχρεώσεων της προς τρίτους, με αποτέλεσμα η αγορά να οδηγείται σε κατάρρευση και τα τιμολόγια του ρεύματος στα ύψη.

Για τους παραπάνω λόγους επιβάλλεται:

1.Άμεση κατάργηση των κανόνων υποβολής προσφοράς έγχυσης από τις μονάδες παραγωγής, ώστε να περιορισθεί η κατάχρηση του δικαιώματος υποβολής προσφοράς στην οποία το πρώτο βήμα αντιστοιχεί στο 30% της μέγιστης διαθέσιμης ισχύος της μονάδας. Το δικαίωμα αυτό θα μπορεί να αξιοποιείται μόνο από την οριακή ή οριακές μονάδες, ώστε να αποφεύγονται οι πολλαπλές κρατήσεις και επανεκκινήσεις των μονάδων αυτών κατά τη διάρκεια της ημέρας. Και προφανώς πλήρης κατάργηση της προσαύξησης που καταβάλλεται πλέον του μεταβλητού κόστους στο Μηχανισμό Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους.  Επιβάλλεται η άμεση χωρίς στάδια αντικατάστασή του, ενδεχομένως με τον ριζικό επανασχεδιασμό του Μηχανισμού Διασφάλισης Ισχύος.
2.Είναι αξιοσημείωτο ότι παράλληλα με την όποια προσπάθεια ενίσχυσης της διαφάνειας  του ισότιμου ανταγωνισμού και της ελευθέρωσης της χονδρεμπορικής αγοράς ενέργειας στη νέα πιο εξελιγμένη μορφή της, που συγχρόνως θα εναρμονίζεται με το νέο ευρωπαϊκό μοντέλο εσωτερικής αγοράς ενέργειας, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί και  η επαναρρύθμιση των τιμολογίων στη λιανεμπορική αγορά, ενέργεια που επιβάλλει άλλωστε το τρίτο μνημόνιο. Για την διατήρηση των σχετικά χαμηλών τιμολογίων του ρεύματος, πρέπει να εξευρεθεί μια εναλλακτική λύση, κάποιας μορφής εναλλακτικής επιδότησης αποδεκτής από την Ε.Ε, που δεν θα μετακυλύει το πρόσθετο κόστος της αύξησης των τιμολογίων  στους ευάλωτους καταναλωτές και τα ελληνικά νοικοκυριά, μετά την κατάργηση των σταυροειδών επιδοτήσεων των τιμολογίων που εφαρμόζουν μέχρι σήμερα οι Κυβερνήσεις.
3.Οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί στην Ελλάδα αποτελούν εγκαταστάσεις πολλαπλού κοινωφελούς σκοπού (Ύδρευση, Άρδευση, Περιβάλλον, Παραγωγή Ανανεώσιμης Ενέργειας και άλλες χρήσεις) για αυτό η διαχείρισή τους αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα. Επομένως η κατάρτιση ενός λεπτομερούς Κώδικα Διαχείρισης Υδροηλεκτρικών Σταθμών και Υδάτινων Πόρων πρέπει να προηγηθεί και να ολοκληρωθεί πριν από την καθιέρωση του νέου μοντέλου ενεργειακής αγοράς. Για την μεταπώληση ηλεκτρενέργειας από τους λιγνίτες με τη δέσμευση να διοχετεύεται στην κατανάλωση είναι θέμα προς διερεύνηση. 
4.Η προσπάθεια ελευθέρωσης και της αγοράς Φυσικού Αρείου(ΦΑ) και στην Ελλάδα καθώς και η διαφοροποίηση στο μέγιστο δυνατό των πηγών του ΦΑ, του υπερμεγέθους ποσοστού  συμμετοχής του στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και την διοχέτευση του στο δευτερογενή και τριτογενή τομέα με την χρήση του στην άμεση καύση για ουσιαστική και όχι σπάταλη  βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού και στη μείωση του κόστους παραγωγής ενέργειας, με την αξιοποίηση εγχώριων ενεργειακών πόρων από ΑΠΕ και λιγνίτη, αποτελεί σημαντική εθνική προσπάθεια που απαιτεί σοβαρό μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό, εναρμονισμένο με τους στόχους του ευρωπαϊκού ενεργειακού οδικού χάρτη για το 2050, που απουσιάζει προφανώς από την κυβερνητική πολιτική της καταρρέουσας συγκυβέρνησης    

Για την εναρμόνιση της λειτουργίας της Ελληνικής αγοράς με το Ενιαίο Μοντέλο της Ευρωπαϊκής Αγοράς Ενέργειας (Target Model) απαιτούνται επίσης σημαντικές  και πάρα πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, της σημερινής στρεβλής αγοράς, που θα συμπεριλαμβάνουν και τις διμερείς συμβάσεις μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών και της διασαφήνισης του μοντέλου  χρηματιστηριακής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς  και πρόσθετες επενδύσεις σε έργα υποδομής (νέες διασυνδέσεις και δίκτυα).

Είναι προφανές ότι οι προτάσεις της ΡΑΕ οδηγούν την αγορά  ηλεκτρισμού καθ’ ολοκληρία στα χέρια της ιδιωτικής  παραγωγής, περιορίζουν τις δραστηριότητες της ΔΕΗ και διευκολύνουν τον επικείμενο διαμελισμό  της με την περιβόητη «πρόσβαση τρίτων» στους λιγνίτες και τα νερά.

Το σχέδιο της ΡΑΕ δικαιώνει την πάγια θέση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς που από την αρχή της δημιουργίας της αγοράς ενέργειας το 1999, είχε αρνητική θέση για την συγκρότηση αγοράς ενέργειας και είχε επισημάνει σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τόνους, τις προσπάθειες των κυβερνήσεων του πάλαι ποτέ δικομματισμού να βιάσουν τον ηλεκτρενεργειακό τομέα και να τον ωθήσουν προς μια στρεβλή και ψευδεπίγραφη μορφή αγοράς, κόντρα και στις εναλλακτικές δυνατότητες που τότε επέτρεπαν οι κοινοτικές οδηγίες, προκειμένου να εξυπηρετήσουν την άνετη και ασφαλή, χωρίς κανένα επιχειρηματικό ρίσκο διείσδυση των ιδιωτών παραγωγών. Επί πλέον σήμερα επικαθορίζει  το νέο μείζονα πολιτικό στόχο του ΣΥΡΙΖΑ, της αναθεώρησης της πολιτικής της πλήρους ιδιωτικοποίησης του τομέα της ενέργειας όταν αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες.

Οι προτάσεις του  ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στη νέα πραγματικότητα, θα συνοδεύουν τον πολιτικό αγώνα για την πλήρη ανατροπή του νεοφιλελεύθερου εκτρώματος που φιλοτέχνησαν οι Κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και η συγκυβέρνηση  στην ενέργεια με τον αγώνα  για τη βελτιστοποίηση της αγοράς  ηλεκτρισμού και τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος, των καταναλωτών, της ασφάλειας του εφοδιασμού, της αξιοποίησης των ΑΠΕ, για τους στόχους της προστασίας του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής, την προστασία  των ευάλωτων καταναλωτών και των ελληνικών νοικοκυριών.

Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ    θα επικεντρωθούν:

√ Στην υπεράσπιση της  ΔΕΗ ως Δημόσιας, καθετοποιημένης επιχείρησης ηλεκτρισμού, σύμφωνα με την οικονομική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και την αποτροπή κάθε προσπάθειας ιδιωτικοποίησης του ΑΔΜΗΕ και της ΔΕΗ .

√ Στην αλλαγή του θεσμικού πλαισίου της ΡΑΕ προκειμένου να καταστεί πράγματι Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή συνταγματικά κατοχυρωμένη και ανεπηρέαστη από κυβερνητικές και επιχειρηματικές επιρροές και εξαρτήσεις.

√ Στην εναρμόνιση του Ελληνικού Συστήματος στο Ευρωπαϊκό μοντέλο (Target Model) προκειμένου από το 2015 με όρους κατά το δυνατόν προσαρμόσιμους στο εθνικό ενεργειακό σύστημα, που θα ελαχιστοποιούν  τις αυθαιρεσίες και τις επιχειρούμενες κάθε φορά στρεβλώσεις, αφού η Ε.Ε επιβάλλει  ασφυκτικό  έλεγχο  και εποπτεία των αγορών, σύμφωνα με το  ευρωπαϊκό πλαίσιο κανόνων λειτουργίας της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς.

√ Στην ομαλοποίηση και ορθολογικοποίηση των όρων εισαγωγής των ΑΠΕ στο Εθνικό Ενεργειακό Σύστημα.

√ Στην προστασία των ελλήνων καταναλωτών από τις συνεχείς αυξήσεις τιμολογίων και στην ειδική μέριμνα για τις ευάλωτες κοινωνικές κατηγορίες σε συνδυασμό με τις γεωγραφικές και μορφολογικές ιδιαιτερότητες της χώρας (εκτεταμένη νησιωτική περιοχή, ορεινές και παραμεθόριες περιοχές).

√ Στην πλήρη απεμπλοκή των δραστηριοτήτων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας από την είσπραξη τελών υπέρ τρίτων(δημοτικός φόρος, δημοτικά τέλη, ΕΕΤΗΔΕ, τέλος ΕΡΤ,ΔΕΤΕ, κ.α)

√ Ριζικές αλλαγές για την άρση των  στρεβλώσεων της αγοράς ενέργειας (αγορά εφεδρειών, μηχανισμών ισχύος, κανόνα 30%) στη διερεύνηση του θεσμού των  δημοπρασιών λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων, στην εναρμόνιση με το Ενιαίο ευρωπαϊκό μοντέλο αγοράς.
Ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ.

Η ανάπτυξη της παραγωγής των ΑΠΕ στο όνομα του τελευταίου πριν την κατάρρευση μύθου της «πράσινης ενέργειας», οδηγήθηκε σε άκρως άναρχη κατάσταση. Η εμπειρία μετά από την οκταετή ταχύρυθμη μεγέθυνση «των ΑΠΕ» με βάση τους Νόμους 3468/2006, 3851/2010 και 4093/2012 δείχνει ότι το θεσμικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ, ακολούθησε τον ίδιο ανορθολογικό, σπάταλο και εξωπραγματικό τρόπο όπως όλες οι μέχρι σήμερα δραστηριότητες «ανάπτυξης» του ενεργειακού τομέα. Λείπουν το όραμα, η πολιτική και η κατάλληλη μακρόπνοη σχεδίαση. Η ανισσόροπη αυτή κατάσταση απογείωσε τις εγγυημένες τιμές (κυρίως στα Φ/Β) μαζί με τη δημόσια επιδότηση, αναστάτωσε την αγορά των ΑΠΕ και δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες για υψηλά κέρδη. Χωρίς τις αναγκαίες μελέτες, ολοκληρωμένη ενεργειακή πολιτική και μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό ψηφίστηκαν νόμοι δεν καθορίστηκαν  αντικειμενικοί στόχοι και δεν εκτιμηθήκαν επιπτώσεις από την ανορθολογική  εφαρμογή τους. Υποστηρίζονται ανώριμες και ακριβές τεχνολογίες καθώς και γιγαντιαία έργα με υψηλές τιμές με το μηχανισμό του “fast track” και στόχευση για μεγάλα κέρδη, με συνέπεια να επιδεινώνεται η ήδη αρνητική κατάσταση στον πολύπαθο τομέα ενέργειας, που συνεχίζει να δέχεται επιβαρύνσεις από πολλές πλευρές τις οποίες καλούνται να καλύψουν οι καταναλωτές και πρόσφατα οι μικροπαραγωγοί ενέργειας.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει το επικίνδυνο αδιέξοδο που προκλήθηκε, είναι η πρόσφατη «προσπάθεια» ρύθμισης που επιχειρήθηκε με τον τελευταίο νόμο 4093/2012. Το Νοέμβριο του 2012 που ψηφίστηκε ο Νόμος, ήταν γνωστό το μεγάλο έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ, που έφτανε τα 350 εκατομμύρια €. Λόγω του αρχικού σχεδιασμού διείσδυσης των ΑΠΕ. Πρόσφατα ο ΛΑΓΗΕ ανακοίνωσε ότι παρά την οριζόντια  «διόρθωση» του θεσμικού πλαισίου των εγγυημένων τιμών, το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ εκτοξευθηκε στα 555 εκατ. Ευρώεκατομμύρια € εντός του 2013 και στο τέλος του 2014, αν η κατάσταση παραμείνει ως έχει θα ανέλθει στο αστρονομικό ποσό του εν'ος  εκατομμυρίου  € περίπου. Η κατάσταση επομένως επιδεινώνεται όλο και περισσότερο με δυσμενείς συνέπειες στην εξέλιξη του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας γενικότερα, αλλά και στην εθνική οικονομία και στους καταναλωτές. Προσφάτως με νέο σχ. Νόμου που ψηφίζεται στη Βουλή επιχειρούνται και νέες «διορθώσεις» στα ζητήματα αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας των ΑΠΕ και μεγάλων Υδροηλεκτρικών σταθμών, τιμών αποζημίωσης ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ και όρων δόμησης για αιολικές εγκαταστάσεις,  που είναι εξίσου αποσπασματικές και ανεπαρκείς. Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες ακολουθείται διαφορετική πορεία. Οι τιμές κατά κανόνα έχουν φθίνουσα πορεία  ακολουθώντας τη μείωση του κόστους των επενδύσεων λόγω της ραγδαίας εξέλιξης της τεχνολογίας, χωρίς να υποτιμάται η προσπάθεια της σταθερής διείσδυσης των ΑΠΕ και χωρίς να υποτιμάται ο σημαντικός ρόλος τους στην παραγωγική ανάπτυξή τους.

Απαιτείται άμεσα ένα σοβαρό και εφικτό και ολοκληρωμένο  θεσμικό πλαίσιο προσαρμοσμένο στις πραγματικές ανάγκες διείσδυσης των ΑΠΕ, με επανασχεδιασμό των υποστηρικτικών μηχανισμών τους, με στόχο να τις κατευθύνουν προς τον κρίσιμο και σημαντικό ρόλο τους, της ανάπτυξης του ενεργειακού τομέα της χώρας σε ανταγωνιστικά επίπεδα, και να συμβάλουν στην παραγωγή καθαρής και φτηνής ενέργειας, προς όφελος της οικονομίας της προστασίας του περιβάλλοντος και της ανακούφισης των ελληνικών νοικοκυριών που στενάζουν κάτω από την ανάλγητη πολιτική των μνημονίων της συγκυβέρνησης. Σχέδιο που θα επιχειρήσει να το σχεδιάσει και να το προωθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.  
Ο ρόλος της ΔΕΗ         
Σήμερα που τα πάντα καταρρέουν στην Ελλάδα, επιβάλλεται να αναθεωρηθούν επιλογές και οικονομικά δόγματα που οδήγησαν τη χώρα σε αδιέξοδο και βαθιά παρατεταμένη κρίση. Πρέπει  να τονιστεί ότι μόνο ένα ισχυρό, εκσυγχρονισμένο και παραγωγικό, δημόσιο οικονομικό σύστημα θα μπορούσε να ανοίξει δρόμο θετικής διεξόδου από την πολυδιάστατη κρίση που μαστίζει τη χώρα. Ειδικότερα η αξιοποίηση του  δημόσιου ενεργειακού τομέα, όπως αυτός είναι συγκροτημένος σήμερα στη χώρα μας, με μια ολοκληρωμένη, και καθετοποιημένη Επιχείρηση τη ΔΕΗ στον Ηλεκτρισμό, και ανάλογες Δημόσιες επιχειρήσεις στα ορυκτά καύσιμα (Πετρέλαιο, Φυσικό Αέριο), σε μια χώρα όπως  η Ελλάδα με παράδοση  60 ετών  επιτυχημένης σχετικά ενεργειακής δραστηριότητας.

Η διαπίστωση αυτή δεν εκπορεύεται από μια αναχρονιστική αντιμεταρρυθμιστική ή συντηρητική ιδεολογία, αλλά από την πασιφανή διαπίστωση ότι όπου εφαρμόστηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια το  νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα  της απελευθέρωσης της οικονομίας για την απαλλαγή από το επάρατο κράτος, οδήγησε στην κατάρρευση των πιο προηγμένων οικονομιών. Άλλωστε ένα σχέδιο ανόρθωσης και εκσυγχρονισμού του δημόσιου τομέα καθόλου δεν αποκλείει τον ιδιωτικό τομέα να δραστηριοποιηθεί στους τομείς όπου το κέρδος αποτελεί επενδυτικό κίνητρο.

Η αντιμετώπιση της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008 έδειξε ότι η διάσωση των εθνικών οικονομιών των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, έγινε από το κράτος και όχι από το ιδιωτικό επιχειρηματικό κεφάλαιο, που σε συνθήκες κρίσης ούτε επενδύει ούτε αναπτύσσεται. Ο μόνος τρόπος για παράδειγμα, να αντιμετωπιστεί η κατάρρευση τραπεζικών συστημάτων ήταν η κρατική εθνικοποίηση των τραπεζών. Μέθοδος που εφαρμόστηκε και στην Ε.Ε για τη διάσωση τραπεζών και βεβαίως εφαρμόζεται τώρα και στη χώρα μας.(Περιπτώσεις  ΕΤΕ, Eurobank, αναδιάρθρωση τραπεζικών ομίλων)

Επομένως το ζητούμενο σήμερα για τα κράτη που εφάρμοσαν συνθήκες άκρατης και απελευθερωμένης μεγέθυνσης και βρίσκονται σε συνθήκες κρίσης ή σε αναζήτηση ενός νέου τύπου ανάπτυξης, είναι ότι υπάρχει διέξοδος για μια νέα προοπτική ευημερίας, για τον άνθρωπο, την ενέργεια, το περιβάλλον, τον πλανήτη και την κλιματική αλλαγή, με την ανάδειξη του δημόσιου τομέα ως ατμομηχανή ανάπτυξης.  Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο και για τη χώρα μας και ειδικότερα  στην ενέργεια, που αποτελεί πρώτη αναπτυξιακή προτεραιότητα που από ιστορικές, πολιτιστικές, οικονομικές συνθήκες, ο Δημόσιος Τομέας έπαιζε πάντα ρόλο ατμομηχανής ανάπτυξης, ρόλος που επανέρχεται με ένταση σε συνθήκες κρίσης και ύφεσης, αφού είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι σε συνθήκες κρίσης το ιδιωτικό κεφάλαιο δεν επενδύει και χρειάζονται δημόσιες επενδυτικές προσπάθειες για να κινηθεί μια κατεστραμμένη οικονομία.

Επομένως απαιτείται ένα ριζικά διαφορετικό οικονομικό υπόδειγμα, με συγκεκριμένα οικολογικά όρια ακόμη και στο μακροοικονομικό επίπεδο, περιορισμό των νεοφιλελεύθερων δογμάτων στην παγκόσμια και εθνική οικονομική τάξη ( απορρύθμιση, αποκρατικοποίηση, απελευθέρωση, εντατικοποίηση κ.α),εκσυγχρονισμό και επενδυτική επαναδραστηριοποίηση του δημόσιου τομέα της οικονομίας ως «εθνικού πρωταθλητή», αφού όπως ισχυρίζονται οι έγκυροι αναλυτές, δεν μπορούν οι ιδιώτες επιχειρηματίες να προωθήσουν ανταγωνιστικές επενδύσεις. Ανάδειξη του τρίτου κοινωνικού τομέα της οικονομίας ως νέου δυναμικού πόλου για την αύξηση της απασχόλησης και την οικολογική προστασία του περιβάλλοντος, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες ενός νέου εναλλακτικού οικολογικού –κοινωνικού μοντέλου διεξόδου από την πολύπλευρη κρίση, με ήπια μορφή ανάπτυξης, με αιχμή τις μακρόπνοες δημόσιες και οικολογικές επενδύσεις (υγεία, παιδεία, πολιτισμό, μόρφωση, ψυχαγωγία, προστασία του περιβάλλοντος, και ιδιαίτερα στην ενέργεια), δηλαδή μια νέου τύπου βιώσιμη ανάπτυξη, με  σεβασμό προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον, στην οποία κυρίαρχη αιχμή είναι η καθαρή, φτηνή και ανανεώσιμη ενέργεια.

 Είναι γνωστό ότι η ΔΕΗ, μαζί και με άλλες δημόσιες επιχειρήσεις, αποτέλεσαν την ατμομηχανή της όποιας μορφής και ποιότητας ανάπτυξης επέτυχε αυτός ο τόπος τα τελευταία 60 χρόνια. Σήμερα η περίοδος αυτή έφτασε στο τέλος της, με την άφρονα και ασυνάρτητη πολιτική που ακολούθησαν μετά την μεταπολίτευση όλες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ στους τομείς της ενέργειας, αλλά και οι τελευταίες μνημονιακές κυβερνήσεις, χωρίς βεβαίως να απαλλάσσεται από ευθύνες και το συνδικαλιστικό κίνημα που αν και πανίσχυρο στους τομείς αυτούς, ήταν συντεχνιακό και εξαρτημένο από κομματικά και κυβερνητικά κέντρα κατά τη μεγαλύτερη περίοδο.

Η φθίνουσα πορεία των μεγάλων αυτών δημόσιων επιχειρήσεων που σήμερα ειδικώς θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλους «εθνικών πρωταθλητών» και να συμβάλουν στην προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας, αν υπάρξει ποτέ τέτοια, αποτελεί το μεγάλο πλήγμα στην «καρδιά» της οικονομίας αυτής της χώρας.

Η διάλυση της Ολυμπιακής ήταν η αρχή, η εκποίηση του ΟΤΕ το επόμενο βήμα, ο διαμελισμός  της ΔΕΗ, του ΑΜΗΕ και του ΟΣΕ θα είναι το τέλος της τραγωδίας.

Το μέλλον της μεγαλύτερης δημόσιας επιχείρησης της χώρας είναι αβέβαιο. Ήδη υπάρχει προσύμφωνο με την τρόικα για την αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ. Το σχέδιο αυτό θα υλοποιηθεί σε τρεις φάσεις μέχρι το 2016. Το πρώτο στάδιο περιλαμβάνει τον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό του ΑΔΜΗΕ της θυγατρικής της ΔΕΗ που ελέγχει τα δίκτυα με πώληση της εταιρείας και διατήρησης ενός μειοψηφικού ποσοστού (35%) στο Δημόσιο. Διαδικασία που  ανατράπηκε σήμερα και προωθείται η εκποίηση του ΑΔΜΗΕ.

Το επόμενο στάδιο περιλαμβάνει τη διαδικασία σύστασης και εκχώρησης σε ιδιώτες παραγωγούς της λεγόμενης «Μικρής ΔΕΗ». Ενός καθετοποιημένου κομματιού της ΔΕΗ στο οποίο θα μεταβιβαστεί, πριν από την πώλησή του, το 30% του παραγωγικού δυναμικού της ΔΕΗ που θα περιέχει ορυχεία, μονάδες λιγνιτικές, υδροηλεκτρικές και Φυσικού Αερίου, καθώς και κομμάτι της εμπορίας μαζί με τους εργαζόμενους που αναλογούν στα προς πώληση περιουσιακά στοιχεία. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για την ολοκλήρωση του της εκποίησης μέσα στο 2016. Για την υπόλοιπη ΔΕΗ, θα υπάρξει σχέδιο αναδιάρθρωσης που θα συμπεριλαμβάνει αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή.

Τέλος με το αναθεωρημένο μνημόνιο η κυβέρνηση ανέλαβε και τη δέσμευση μηδενισμού του ελλείμματος της αγοράς ΗΕ μέσα στο 2014 και διασφάλιση μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας, προφανώς με τροποποίηση της χονδρεμπορικής αγοράς ΗΕ και όριο το τέλος του 2014 που τίθεται σε εφαρμογή το ευρωπαϊκό μοντέλο Target Model, συγκρότησης της ενεργειακής εσωτερικής ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας Ηλεκτρισμού και ΦΑ, πράγμα αδύνατον με βάση την ελληνική πραγματικότητα της κρίσης, Ενδεχομένως να απαιτείται η αναβολή προσαρμογής  για μια διετία προκειμένου να ολοκληρωθεί η προετοιμασία  του εθνικού συστήματος για τη σύνδεσή του στο Target Model.      
Η πραγματικότητα για τα τιμολόγια ρεύματος

Τα τελευταία χρόνια έγιναν πολλές αυξήσεις τιμολογίων ύψους περίπου 30% και μεθοδεύτηκαν σοβαρές τροποποιήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ που αύξησαν σημαντικά την τιμή του ρεύματος. Επιβλήθηκε η κλιμάκωση της τιμής τους και ο αναλυτικότερος διαχωρισμός τους, προκειμένου να εξυπηρετηθούν, το ανερχόμενο κόστος προμήθειας του μίγματος των καυσίμων, να αμβλυνθούν οι διαμαρτυρίες των διαφόρων κοινωνικών κατηγοριών αλλά και να απορροφηθεί ομαλότερα η εκρηκτική και ασυνήθης για τα ελληνικά δεδομένα αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ και να διευκολυνθεί η διείσδυση των ΑΠΕ στο μίγμα καυσίμου.

Πρέπει να τονιστεί ακόμη ότι πριν επιβληθεί η περιβόητη απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τα τιμολόγια ρεύματος της ΔΕΗ ήταν πολύ πιο χαμηλά από τα σημερινά επίπεδά τους και συντριπτικά χαμηλότερα από τα τιμολόγια των άλλων χωρών της Ε.Ε. Από το 2002 μέχρι σήμερα το ηλεκτρικό ρεύμα στις βιοτεχνίες έχει αυξηθεί κατά 50%. Το 2002 για παράδειγμα η σύγκριση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για οικιακούς καταναλωτές της Ένωσης σε μονάδες εναρμονισμένου κόστους ήταν 4,1 μονάδες για την Ελλάδα, 6,5  για την Ε.Ε (μέση τιμή) και πολύ περισσότερες (13-15 μονάδες), για τις βόρειες χώρες της ευρωζώνης. Σήμερα οι τιμές στα τιμολόγια ρεύματος βρίσκονται γύρω στους μέσους όρους της Ε.Ε.

Όμως νέα δεδομένα δημιουργούν προϋποθέσεις για ανατροπή των πρόσφατων αυξήσεων(01/01/2013) ή των δήθεν μικρότερων που αναμένονται.

Μετά την πρόσφατη απόρριψη της πρότασης της Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την απόσυρση 900 εκατομμυρίων    δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου η ευρωπαϊκή αγορά ρύπων, που είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο, κατέρρευσε και η τιμή ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα CO2 έπεσε στο 2,6 € από τα επίπεδα 3,3-4 € που είχε διατηρηθεί τον τελευταίο καιρό, εξ’ ου και η προσπάθεια της Επιτροπής να τονώσει την αγορά ρύπων  με την απόσυρση ρύπων 900 εκατομμυρίων €.

Όμως στη χώρα μας, ο υπολογισμός των τιμολογίων ρεύματος, που θα ίσχυαν από την 1η Ιανουαρίου του 2013, έγινε με υπολογισμό τιμής ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακος CO2 στα 7 €. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) σε € από την τιμή 0.00195 €/kWh, με ανύπαρκτους τελικά φόρους ρύπων, ανήλθε από 01/01/2013 σε 0.00599 €/kWh 

Ανάλογα προβλήματα τιμολογιακής πολιτική παρουσιάζονται και στην τιμολόγηση των ΑΠΕ. Η αλματώδης αύξηση των νέων μονάδων ΑΠΕ ξεπέρασε κατά πολύ το στόχο διείσδυσης των ΑΠΕ (ιδιαίτερα των Φ/Β) και προκαλεί πρόσθετα  οικονομικά ελλείμματα στην ήδη καταρρέουσα αγορά. Αποτέλεσμα να ανασταλεί μέχρι 31/12/2013 η σύναψη νέων Συμβάσεων Σύνδεσης Φ/Β σταθμών παραγωγής προκειμένου  να αποτραπεί η συνεχώς διογκούμενη αύξηση του ελλείμματος του λογαριασμού χρηματοδότησης των ΑΠΕ  από το ΛΑΓΗΕ που στο τέλος του 2013 θα ανέλθει στα 700 εκατομμύρια € και δεν ληφθούν μέτρα το 2014 θα υπερβεί το 1,4 δις εκατομμύρια €. Μέσω του λογαριασμού αυτού καλύπτονται ως γνωστόν οι εγγυημένες υψηλές τιμές της ενέργειας από  ΑΠΕ,  που εγχέουν στο σύστημα επιτείνοντας τις ήδη υπάρχουσες στρεβλώσεις της χονδρεμπορική αγοράς από την σκανδαλώδη  μεταχείριση των παραγωγών ΦΑ, η οποία κατευθύνει πολύτιμους οικονομικούς πόρους προς τα ορυκτά καύσιμα, επιτείνοντας τη σύγχυση σχετικά με το μείγμα και το κόστος της παραγόμενης ηλεκτρενέργειας, σε μια χώρα που διαθέτει πολύτιμους εγχώριους ενεργειακούς πόρους (ΑΠΕ, λιγνίτη και υδροηλεκτρικά).ΟΙ νέες διορθώσεις που επιχειρούνται με το πρόσφατο Σχεδ. Νόμου επιτείνουν τις συγχύσεις και παραμορφώνουν για μια ακόμη φορά τις τιμές αποζημίωσης ενέργειας από ΑΠΕ

 Νέο ενεργειακό όραμα για την ηλεκτρενέργεια με μια  ΔΕΗ ως βασική παραγωγική ενεργειακή δύναμη καθετοποιημένη εκσυγχρονισμένη και κοινωνικά ελεγχόμενη, έναν ΑΔΜΗΕ δημόσιο και παραγωγικό για την ανάπτυξη Δικτύων Μεταφοράς και έναν ΔΕΔΔΗΕ  για την ταχεία και εκτεταμένη ανάπτυξη των σύγχρονων και έξυπνων δικτύων διανομής  

Ανησυχητικό είναι  επίσης ότι οι κυβερνήσεις και η ίδια η ΔΕΗ, με τις αυταπάτες της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, έχουν καθυστερήσει σοβαρά να προωθήσουν με ορθολογικό τρόπο την ομαλή μετάβαση της χώρας στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη δημιουργία μιας οικονομίας χαμηλού άνθρακα. Καί όλα αυτά όταν:

Η   αύξηση των νέων μονάδων ΑΠΕ ξεπέρασε κατά πολύ το στόχο διείσδυσης των ΑΠΕ (ιδιαίτερα των Φ/Β) τα  οικονομικά ελλείμματα στην περιβόητη αγορά ηλεκτρενέργειας παραμένουν εκρηκτικά. Αποτέλεσμα να ανασταλεί μέχρι 31/12/2013 η σύναψη νέων Συμβάσεων Σύνδεσης Φ/Β σταθμών παραγωγής προκειμένου  να αποτραπεί η συνεχώς διογκούμενη αύξηση του ελλείμματος του λογαριασμού χρηματοδότησης των ΑΠΕ  του ΛΑΓΗΕ που στο τέλος του 2013 θα ανέλθει στα 700 εκατομμύρια € και δεν ληφθούν μέτρα το 2014 θα υπερβεί το 1,4 δις εκατομμύρια €. Μέσω του λογαριασμού αυτού καλύπτονται ως γνωστόν οι εγγυημένες υψηλές τιμές της ενέργειας από  ΑΠΕ,  που εγχέουν στο σύστημα επιτείνοντας τις ήδη υπάρχουσες στρεβλώσεις της χονδρεμπορική αγοράς ηλεκτρενέργειας από την εξίσου σκανδαλώδη  μεταχείριση των παραγωγών ΦΑ η οποία κατευθύνει πολύτιμους οικονομικούς πόρους προς τα ορυκτά καύσιμα, επιτείνοντας τη σύγχυση σχετικά με το μείγμα και το κόστος του στην παραγόμενη ενέργεια, σε μια χώρα που διαθέτει πολύτιμους εγχώριους ενεργειακούς πόρους (ΑΠΕ, λιγνίτη και υδροηλεκτρικά).

Δεν υπάρχει επομένως τεκμηριωμένη και βιώσιμη απόφαση για το  μίγμα καυσίμου που θα χρησιμοποιήσει η χώρα από εδώ και εμπρός (το μίγμα καυσίμου των σταθμών παραγωγής της ΔΕΗ αποτελείται σήμερα από Λιγνίτη κατά  47%, Φ.Α κατά 24%, Υδροηλεκτρικά κατά 7% πετρέλαιο κατά 8 %, ΑΠΕ 11%, Διασυνδέσεις 3,5 %). Με βάση την πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ( Έκθεση προόδου για τις ΑΠΕ)  το μερίδιο της συμμετοχής των ΑΠΕ στο εθνικό ενεργειακό ισοζύγιο ήταν για το 2010 9,7%, σήμερα έχει ανέλθει στο 10,55%. Το 2020 σύμφωνα με το υφιστάμενο πλαίσιο πολιτικής, αποτελούμενο από νομικά δεσμευτικούς στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές για να επιτευχθούν οι στόχοι που για τη χώρα μας ανέρχονται στο 18% δεν θα απαιτηθούν περισσότερες προσπάθειες μετά την έκρηξη μεγέθυνσης των ΑΠΕ και την σημαντική πτώση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας    

Η ΔΕΗ όμως ειδικότερα δεν έχει συμβάλλει στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), αφού παράγει από ΑΠΕ μόνο 500 MWh (το 1% της ενεργειακής παραγωγής της) και 45000 MWh από τους συμβατικούς σταθμούς παραγωγής (το 99% της παραγωγής της) μετά από 12 χρόνια εξαγγελιών και πλειάδας νομοθετικών ρυθμίσεων του ΠΑΣΟΚ της Ν.Δ και των μνημονιακών κυβερνήσεων, στον τομέα των ΑΠΕ.

Τα μεγάλα προβλήματα της απαξίωσης και του επικείμενου διαμελισμού της, η απώλεια των στόχων της και η μετάλλαξή της σε φοροεισπράκτορα της Δημόσιας διοίκησης των μνημονιακών χαρατσιών, σε κατασταλτικό μηχανισμό του κράτους και σε  σπόνσορα της ΕΡΤ, συνθέτουν τα κρίσιμα προβλήματα στον δημόσιο τομέα της ενέργειας, όπως αυτός εκφράζεται με τη ΔΕΗ  ΑΕ, μια ερμαφρόδιτη σήμερα επιχείρηση μεταξύ του Δημόσιου και του Ιδιωτικού τομέα, που δυστυχώς όπως όλα τα άλλα στη χώρα μας βρίσκεται σε πλήρες αδιέξοδο. Ήδη οι ανεξόφλητοι λογαριασμοί μετά την εμπλοκή της στην είσπραξη των χαρατσιών ανέρχονται στο 1,3 δις €, πέραν των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει από τον «στραγγαλισμό» της στην Αγορά Ενέργειας. Προσφάτως προβάλλεται η αναιτιολόγητη και εγκληματική για την ενεργειακή υποδομή της χώρας προσπάθεια εκποίησης του ΑΔΜΗΕ χωρίς κανένα απολύτως λόγο που να συνδέεται με τη δημοσιονομική προσαρμογή ή το χρέος της χώρας.

Ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ Αρθούρος Ζερβός σχολιάζοντας προσφάτως τα οικονομικά αποτελέσματα του 2012 της ΔΕΗ δήλωσε μεταξύ άλλων:

«Οι στρεβλώσεις που παραμένουν στη λειτουργία της αγοράς όπως ο Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους επιβάρυναν (τα ετήσια) αποτελέσματά μας με € 319,2 εκατ. Το συνολικό κόστος αγορών ενέργειας ανήλθε σε € 92,1/MWh έναντι μεσοσταθμικής Οριακής Τιμής του Συστήματος (ΟΤΣ) € 56,6/MWh. Γεγονός που δείχνει την απόκλιση μεταξύ της τιμής που διαμορφώνεται στην αγορά με βάση την προσφορά και τη ζήτηση ενέργειας και το (αυξημένο) κόστος αγοράς ενέργειας που καλείται να πληρώσει η ΔΕΗ». Όμως κανένας εισαγγελικός λειτουργός δεν αντέδρασε μετά την δήλωση αυτή του Προέδρου της ΔΕΗ.      

Ο ΣΥΡΙΖΑ  σε κοινοβουλευτικό επίπεδο έχει συμβάλλει στην ανάδειξη των προβλημάτων αυτών με επάρκεια.

Στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη θεσμική υπόσταση , τη λειτουργία και τις μελλοντικές επιδιώξεις διαμελισμού της προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο μύθος της ιδιωτικοποίησης της αγοράς ενέργειας ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να διαμορφώσει την δική του πρόταση προοπτικής που θα μπορεί να υλοποιηθεί όταν επιτύχει την κυβερνητική εξουσία στις νέες συνθήκες με την προϋπόθεση ότι θα εξυπηρετήσουν την δική του αναπτυξιακή πρόταση στην οποία ο ρόλος της ΔΕΗ μπορεί να είναι καταλυτικός.

• Η ΔΕΗ να παραμείνει ως δημόσια ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρενέργειας.

•Ο ΑΔΜΗΕ  και ο ΔΕΔΔΗΕ που αποτελεούν τη βασική ηλεκτρενεργειακή υποδομή να παραμείνουν στο Δημόσιο

  Για την περίπτωση που επιχειρηθεί νέος διαμελισμός της (εκποίηση μικρής ΔΕΗ) ή του ΑΔΜΗΕ, να δημοσιοποιηθεί η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα αποκαταστήσει τη θεσμική συγκρότηση και τη  λειτουργία της σύμφωνα με το πρόγραμμά του.

• Η ΔΕΗ με δική της απόφαση μπορεί να διαθέσει στην αγορά ενέργεια από την λιγνιτική παραγωγή ιδιοκτησίας της, προς τρίτους με την προϋπόθεση ότι η ενέργεια θα διοχετεύεται με θεσμικού χαρακτήρα εγγυήσεις στους τελικούς καταναλωτές μέσω συμβολαίων με τιμές που θα καθορίζονται σε επίσημες διαφανείς δημοπρασίες που θα αντανακλούν στο πλήρες κόστος της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής συν ένα εύλογο κέρδος.

• Οι ιδιώτες παραγωγοί να έχουν πρόσβαση στους εγχώριους ενεργειακούς  πόρους,  λιγνίτη  νερά και ΑΠΕ, με όρους υγιούς ανταγωνισμού, που δεν τους αποκλείει από την οποιαδήποτε επενδυτική προσπάθεια για συμμετοχή στην εξόρυξη ή την κατασκευή νέων λιγνιτικών ή υδροηλεκτρικών μονάδων σύμφωνα με τον εκάστοτε  εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό με στόχο να αποκτήσουν και οι ιδιώτες παραγωγοί, που μέχρι σήμερα δραστηριοποιήθηκαν στην παραγωγή ηλεκρενέργειας με μονάδες φυσικού αερίου, μίγμα καυσίμου αντίστοιχο και ανταγωνιστικό προς εκείνο της ΔΕΗ με μια μόνο προϋπόθεση να επενδύσουν με ίδιους πόρους .

  Άμεση κατάργηση από τη Χονδρεμπορική αγορά των δύο μηχανισμών που προκαλούν τις στρεβλώσεις και νοθεύουν τον υγιή ανταγωνισμό, διότι διαμορφώνουν τη χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, με διοικητικά μέτρα και όχι με όρους προσφοράς και ζήτησης. Άμεση κατάργηση του Μηχανισμού Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους και επανασχεδιασμός του Μηχανισμού Διασφάλισης Ισχύος με την αναπροσαρμογή του τιμήματος η οποία θα είναι ενιαία για όλες τις μονάδες παραγωγής ανεξαρτήτως καυσίμου, αφού όλες παρέχουν ισχύ στο Σύστημα

• Δημιουργία κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα «αγοράς εφεδρειών» ηλεκτρικής ενέργειας με σκοπό την αμοιβή των αναγκαίων ευέλικτων εφεδρικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής και όχι μέσω του Μηχανισμού Διασφάλισης Ισχύος (με δυνατότητες ταχείας αυξομείωσης ισχύος και δυνατότητες για συχνές εκκινήσεις και σβέσεις της λειτουργίας τους) για τις ανάγκες που έχουν προκύψει λόγω της διαλείπουσας λειτουργίας των αιολικών συστημάτων.

• Οι δημόσιες επιχειρήσεις ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΙΕ να προχωρήσουν σε σχεδιασμούς ανάπτυξης των δικτύων Μεταφοράς και Διανομής προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη και ορθολογική επέκταση των ΑΠΕ, να μειωθούν σταδιακά οι μεγάλες θερμικές και ρυπογόνες μονάδες, με ταυτόχρονο περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων για παραγωγή καθαρής ενέργειας στο μέλλον χωρίς άνθρακα   

Η τακτική άλλων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων εκτός μνημονιακής πλειοψηφίας

Το ΚΚΕ, παρά τις προσπάθειες του να αναδείξει το πρόβλημα της ενέργειας στη σωστή του διάσταση, χάνει σε αξιοπιστία και σοβαρότητα, γιατί φιλτράρει το ενεργειακό πρόβλημα μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της αντιευρωπαϊκής του υστερίας. Διακηρύσσει σαν στόχο  τη δημιουργία κινήματος των εργαζομένων στην ενέργεια, αποκλείοντας βεβαίως, σύμφωνα με την πολιτική του, τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής και οικολογικής αριστεράς που μπορούν να αποτελέσουν  εν δυνάμει τον κύριο κορμό ενός σύγχρονου και μαζικού λαϊκού μετώπου στο χώρο αυτό.

Το σημαντικότερο όμως έλλειμμα παρέμβασης  εμφανίζεται στο κοινωνικό πεδίο, στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ η μαζικότερη και αντιπροσωπευτικότερη δευτεροβάθμια οργάνωση στον χώρο της ενέργειας, δεν μπόρεσε να βρει έναν αγωνιστικό βηματισμό ανάλογο με εκείνους που πιστώθηκε παλιότερα στην  ιστορική της διαδρομή γιατί εν πολλοίς αποδέχτηκε τη φιλοσοφία του εγχειρήματος και διαφώνησε σε επί μέρους τακτικές. Η ΓΣΕΕ δεν έχει και δεν θέλει να  κατανοήσει τη σπουδαιότητα του προβλήματος. Δεν έχει  αντιληφθεί ότι μετά τον ΟΤΕ και την Ολυμπιακή μπαίνουν στο στόχαστρο η ΔΕΗ και ο ΑΔΜΗΕ που όμως δεν διαχειρίζονται τις  τηλεπικοινωνίες αλλά το κρίσιμο κοινωνικό αγαθό την Παραγωγή και την Μεταφορά ενέργειας. Δεν έχει συλλάβει τις ανάγκες της μετά την κρίση προοπτικής της οικονομίας που δεν πρόκειται εύκολα να κινηθεί χωρίς έναν εύρωστο και αξιόπιστο δημόσιο τομέα της οικονομίας με πρώτη αιχμή υποδομών την ενέργεια.

Ζητούμενο επομένως είναι η δημιουργία ενός μαζικού αυτόνομου οικολογικού και ριζοσπαστικού κινήματος στον χώρο της ενέργειας που θα επιχειρήσει να ανατρέψει τους αυτοσχεδιασμούς και την άναρχη διείσδυση του ιδιωτικού επιχειρηματικού κεφαλαίου κατά τα πρότυπα του ΟΤΕ και της Ολυμπιακής. Θα επιβάλλει τη δημιουργία ενός σύγχρονου, δημόσιου ενεργειακού τομέα, δημόσιων υπηρεσιών ρύθμισης, παραγωγής και διαχείρισης ηλεκτρικής ενέργειας, με όρους διασφάλισης ενός κοινωνικού αγαθού και όχι της εμπορευματοποίησης του, ως τυχαίου χρηματιστηριακού προϊόντος και μια ΔΕΗ Δημόσια, καθετοποιημένη, εκσυγχρονισμένη και κοινωνικά ελεγχόμενη. Θα επεξεργαστεί και θα προωθήσει, μαζί με τον ΑΔΜΗΕ  ένα εναλλακτικό-οικολογικό σχέδιο ενεργειακής κάλυψης της χώρας, με  επάρκεια και ασφάλεια, με διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας με πλήρη σεβασμό στις οικολογικές απαιτήσεις για την προστασία του κλίματος, για μια οικονομία χωρίς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, για μια ΔΕΗ     και ενός ΑΔΜΗΕ  ικανούς να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα ενεργειακά προβλήματα στη χώρα μας και να τα συνδέσουν με το ευρωπαϊκό όραμα της ενέργειας για το 2020 και την ενέργεια χωρίς άνθρακα το 2050.

•Το πρόβλημα των ρυθμιζόμενων τιμολογίων ρεύματος σε έναν επανασχεδιασμό των κανόνων λειτουργίας της Χονδρεμπορικής και λιανικής αγοράς είναι μείζον πολιτικό ζήτημα που πρέπει να συζητηθεί και να επανασχεδιαστεί σε πολιτικό και θεσμικό  επίπεδο με μια απαράβατη προϋπόθεση την κοινωνική συναίνεση για φτηνή και καθαρή ενέργεια.  

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου