Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Ελληνική κοινωνία προκλήσεις διεξόδου


Οι αιτίες της κοινωνικής εξαθλίωσης στην Ελλάδα, πέραν  από τις εγκληματικές πολιτικές των μνημονιακών κυβερνήσεων που τις επιδείνωσαν σε υπέρτατο βαθμό και τη σκόπιμη καθυστέρηση της ευρωπαϊκής ελίτ να παρέμβει, προστατεύοντας το ασύδοτο και κερδοσκοπικό ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, στο  μεγαλύτερο μέρος τους, είναι οικονομικές και σχετίζονται κυρίως  με ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας.  Κυρίαρχο ρόλο στις ιδιαιτερότητες έπαιξαν:

● Το ελληνικό κράτος όπως αυτό διαμορφώθηκε και εξελίχθηκε ιστορικά από τις αρχές της ίδρυσής του το 1829.

● Η εκτεταμένη πρόφορντική μορφή της οικονομίας των αυτοαπασχολουμένων και των οικογενειακών επιχειρήσεων, που δημιουργήθηκαν ως συνέπεια ενός ιδιόμορφου κοινωνικού αποκλεισμού που εφαρμόστηκε κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο με πολλά θετικά και αρνητικά στοιχεία και  έκτοτε αποτέλεσαν την κυριότερη  παραγωγική βάση της χώρας.


H συντεχνιακού χαρακτήρα κοινωνική οργάνωση, το πελατειακό πολιτικό σύστημα συναλλαγής και διαμεσολάβησης με την κοινωνία, ο εισαγόμενος και ασύδοτος καταναλωτισμός, ιδίως  μετά την ένταξη της χώρας στην Ε.Ε.

Η εξέλιξη του Ελληνικού κράτους
Το ελληνικό κράτος ήταν για ενάμισι αιώνα περίπου ο μοχλός οικοδόμησης «της κοινωνικής οργάνωσης και της  οικονομικής ανάπτυξης». Ακόμη και μετά την μεταπολίτευση του 74 έλεγχε ασφυκτικά όλους τους αρμούς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Ο ιδιόμορφος αυτός «κρατισμός» ήταν αποτέλεσμα της μακράς ιστορικής προσπάθειας διαμόρφωσης της κατακερματισμένης ελληνικής κοινωνίας, που ξεκίνησε με τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους  μετά την επανάσταση του 21 και οικοδομήθηκε διαχρονικά με την ασφυκτική και διαρκή παρέμβασή του. Αυτή  η ιδιόμορφη λειτουργία του κράτους, διαμόρφωσε την ιδεολογία του κρατισμού που βασίλευσε στη χώρα μέχρι τις ημέρες μας. Εξασφάλιζε την «τάξη και ασφάλεια», έλεγξε τη Δημόσια Διοίκηση και τα Συνδικάτα, συνέβαλλε στη συγκρότηση κοινωνικών κατηγοριών και τάξεων κατά τις επιδιώξεις του και στη συνέχεια τις οδήγησε στη συναλλαγή μέσω του πελατειακού συστήματος για τη διασφάλιση της αναπαραγωγής του.
Μετά το άνοιγμα της ελληνικής οικονομίας προς τα έξω, στις αρχές της δεκαετίας του 50, οι     παρεμβάσεις του κράτους εντάθηκαν στην προσπάθεια συγκρότησης εθνικής οικονομίας και παραγωγικής βάσης στη χώρα. Η συγκρότηση του εθνικού τραπεζικού συστήματος, στις αρχές της δεκαετίας του 50, η ανάπτυξη δημόσιων και κοινωφελών επιχειρήσεων, οι κοινωνικοποιήσεις στις αρχές της δεκαετίας του 80 των «προβληματικών επιχειρήσεων» αποτέλεσαν φάσεις συγκρότησης του κράτους που ενίσχυσαν την ένταση της παρέμβασής του  στην οικονομία, η οποία σταδιακά υπέκυψε στην επιρροή ενός ευρύτερου συστήματος πελατειακών σχέσεων στις οποίες ενεπλάκησαν δίπλα στο κράτος και τα κόμματα εξουσίας. Το κράτος έγινε τελικά, ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας και κινητήριος μοχλός της οικονομίας.
Το σύστημα πελατειακών σχέσεων.
Το οικονομικό σύστημα της χώρας, μετά από διαδοχικές παρεμβάσεις  «σοσιαλμανίας»  και ανάδειξης των πελατειακών σχέσεων σε κυρίαρχη πολιτική των κομμάτων, θύμιζε κακέκτυπο χώρας του υπαρκτού σοσιαλισμού, σε πλήρη αντίθεση με το πρότυπο που καλλιεργούσαν οι τότε συστημικές δυνάμεις  με το γνωστό σύνθημα «ανήκωμεν εις την δύσιν». Ο δημόσιος τομέας σταδιακά διογκώθηκε υπέρμετρα και ο ιδιωτικός στο μεγαλύτερο μέρος του έγινε συμπληρωματικός και «κρατικοδίαιτος».
Το σύστημα πελατειακών σχέσεων αναδείχτηκε ως στέρεη και αποδοτική πολιτική αρχικά από τους νικητές του εμφυλίου που επιχείρησαν να προφυλάξουν τον ευρύτερο δημόσιο τομέα από τη διείσδυση ατόμων με αντίθετα φρονήματα και να οικοδομήσουν κοινωνική  κατηγορία δημόσιων υπαλλήλων φιλική προς το σύστημα. Ο ιδιόμορφος αυτός κοινωνικός αποκλεισμός διερράγη κατά την περίοδο της χούντας η οποία αναμόρφωσε το πελατειακό σύστημα προς ίδιον όφελος. Η τακτική αυτή μορφοποιήθηκε  και  εδραιώθηκε στην πορεία, τη δεκαετία του  70, ως άτυπη μορφή συναλλαγής κράτους και κοινωνίας, η οποία με τη σειρά της,  αποτέλεσε τη βάση  και της κοινωνικής αλλοτρίωσης.
Μετά τη μεταπολίτευση οι πελατειακές σχέσεις ανανεώθηκαν  και εμπλουτίστηκαν και αποτέλεσαν την υποδομή της πολιτικής του ανανεωμένου πελατειακού δικομματισμού. Έτσι στην Ελλάδα δεν διαμορφώθηκαν ποτέ διαδικασίες προσλήψεων μέσω αδιάβλητων προκηρύξεων, ή αδιάβλητων μειοδοτικών διαγωνισμών στις προμήθειες και τα έργα του δημοσίου, όταν σε όλη την Ευρώπη οι αξιοκρατικές και αδιάβλητες διαδικασίες προσλήψεων και διαγωνισμών είχαν ξεκινήσει έναν αιώνα πριν.
Ανεπιτυχείς οι προσπάθειες μεταρρυθμίσεων.
Στην Ελλάδα το 1995 ψηφίστηκε ομόφωνα από τη Βουλή των Ελλήνων ο νόμος «Πεπονή» που καθιέρωνε αδιάβλητες διαδικασίες διαγωνισμών μέσω  ΑΣΕΠ, που όμως με σωρεία τροπολογιών του σχετικού νόμου που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια ο θεσμός αποδυναμώθηκε μέχρι εκφυλισμού του. Ανάλογες διαβλητές και αδιαφανείς διαδικασίες αναπτύχθηκαν και στους δημόσιους μειοδοτικούς διαγωνισμούς έργων και προμηθειών του Δημοσίου. Ουδέποτε σε αυτή τη χώρα λειτούργησε ο περιβόητος υγιής ανταγωνισμός αντίθετα όλες οι διαγωνιστικές διαδικασίες του Δημοσίου αποτελούσαν και αποτελούν ακόμη πεδίο συναλλαγής και εναρμονισμένων πρακτικών.
Μεγάλα Δημόσια έργα από το απώτερο παρελθόν μέχρι σήμερα αποτέλεσαν εφαλτήρια σκανδάλων, οικονομικών διαγκωνισμών και συγκρούσεων. Την ίδια χρονιά που ψηφίστηκε ό νόμος για το ΑΣΕΠ, ψηφίστηκε και ο νόμος περί ιδιωτικής τηλεόρασης με τον οποίο θεσμοθετήθηκε ό έλεγχος της διαπλοκής μέσω  της διαφάνειας,  και του πόθεν έσχες καθώς και μέσω του  αποκλεισμού των προμηθευτών και των εργολάβων του Δημοσίου  από τη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου των ιδιοκτητών ραδιοτηλεοπτικών επιχειρήσεων. Όμως και ο νόμος αυτός  ουδέποτε τηρήθηκε, αφού έλεγχος διαφάνειας δεν έγινε ποτέ στις ραδιοτηλεοπτικές  επιχειρήσεις  από τότε μέχρι σήμερα και ο νόμος τελικά στην ουσία ακυρώθηκε (Υπόθεση βασικού μετόχου) .
Το κομματικό κράτος και η συγκρότηση της κοινωνίας συναλλαγών.
Τα κόμματα διεύρυναν την επιρροή τους και την εξουσίας τους παρέχοντας αφειδώς θέσεις εργασίας και χρήμα προς δανεισμό στους πάντες, ιδιαίτερα μετά την καθιέρωση του ευρώ. Με βάση το πελατειακό σύστημα διαμορφώθηκε και εδραιώθηκε μια άτυπη  συμφωνία με την κοινωνία. Όροι συναίνεσης και αποδοχής, ήταν οι παντός είδους κρατικές παροχές και διευκολύνσεις, προς όλες ανεξαιρέτως τις κοινωνικές ομάδες εργαζομένων, συνταξιούχων, αυτοαπασχολουμένων, κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών, αγροτών. Οι μεγάλοι ιδιώτες επιχειρηματίες και το εφοπλιστικό κεφάλαιο, αντικειμενικά απολάμβαναν τη μερίδα του λέοντος μέσω της ολικής φορολογικής αποφυγής τους και τα ανεξόφλητα τραπεζικά θαλασσοδάνεια που υπερέβησαν κατά πολύ το έλλειμμα του ετήσιου προϋπολογισμού. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, μετά το «βρώμικο 89», που αποτέλεσε ως γνωστόν την αφετηρία του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της χώρας, ένα νέο κυρίαρχο οικονομικό μόρφωμα πήρε την πρώτη θέση στην κρατικοδίαιτη συναλλαγή, το μόρφωμα των «νταβατζήδων». Αποτελούσαν την ομάδα των επιχειρηματικών ομίλων που κατέλαβαν τον τομέα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και κυριάρχησαν στο οικονομικό επίπεδο με αιχμή τις προμήθειες και τα δημόσια έργα.
Την διεύρυνση των πελατειακών σχέσεων ενίσχυσε προφανώς και εκ των πραγμάτων η πολυπληθέστερη κοινωνική ομάδα των αυτοαπασχολουμένων. Σε αυτή την ομάδα, των αγροτών, των βιοτεχνών, των επαγγελματιών, των εμπόρων, των μικρών οικογενειακού χαρακτήρα επιχειρήσεων, το σύστημα πελατειακών σχέσεων λειτούργησε εξίσου καταλυτικά.
Συντεχνιακές επιδιώξεις.
Η κάθε μια ομάδα ξεχωριστά διεκδικούσε και εξασφάλιζε προστασία απέναντι στον ανταγωνισμό, στους κινδύνους της αγοράς, στις αρνητικές οικονομικές εξελίξεις, στις επιβαρύνσεις των φόρων και της κοινωνικής ασφάλισης, είτε  με απευθείας διάλογο και ευνοϊκές συμφωνίες με το κράτος είτε  εμμέσως με συναλλαγή. Η κάθε ομάδα επιτύγχανε με βάση τους ψήφους και διαμεσολαβούσε ειδικές ρυθμίσεις  ιδιαίτερα φορολογικά καθεστώτα, επιδοτήσεις, αποζημιώσεις, ευνοϊκές δυνατότητες δανεισμού, φορολογικές περαιώσεις κάθε μορφής και έκτασης. Σε διαφορετική περίπτωση επεδίωκε τη συναλλαγή και εξασφάλιζε το ίδιο η ανάλογο αποτέλεσμα. Μετά την δημοσιονομική κατάρρευση του 2010  η γνωστή θεωρία του «δεν πληρώνω» πήρε καθολική μορφή για όλες τις κοινωνικές κατηγορίες πλην των  μισθωτών και των συνταξιούχων που αποτέλεσαν τα μόνιμα υποζύγια των πενιχρών εσόδων του κράτους.
Τις συνθήκες της δικομματικής μορφής πελατειακών σχέσεων και ευνοϊκών ρυθμίσεων σε κοινωνικές ομάδες και στρώματα, ήλθε να απογειώσει η ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και στη συνέχεια στην ευρωζώνη καθώς και το ενιαίο νόμισμα το ευρώ. Η βελτίωση της ρευστότητας τα χαμηλά  επιτόκια και οι ευκολίες δανεισμού, οι αγροτικές επιδοτήσεις κ.α, τόνωσαν  ιδιαίτερα τα εισοδήματα και ενίσχυσαν  την καταναλωτική  ζήτηση που διευρύνθηκε ταχύτατα σε όλα τα καταναλωτικά, παρασιτικά και οικονομικά πεδία και συνέβαλλε καταλυτικά στην παραμόρφωση της παραγωγικής βάσης της χώρας, που σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταλλάχτηκε σε ούλτρα καταναλωτική, αλλοτρίωσε στον ύψιστο βαθμό τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, εκτίναξε τα στεγαστικά και τα καταναλωτικά δάνεια στο ζενίθ και υπερθέρμανε μια ασταθή και αβέβαιη οικονομία η οποία κατέρρευσε μόνο με τη δημοσιοποίηση της δημοσιονομικής κρίσης.
Παράλληλα τα οργανωμένα συντεχνιακά συμφέροντα ρύθμισαν από κοινού με το πελατειακό κράτος τα εισοδήματά τους σε υψηλά επίπεδα ερήμην των δυνατοτήτων της οικονομίας και τα συμφωνηθέντα θεωρούντο κεκτημένα ακόμη και αν οι οικονομικές συνθήκες (π.χ κρίση) άλλαζαν δραματικά. Κάθε ορθολογική απόπειρα τροποποίησής τους, σύμφωνα με τα δεδομένα της πραγματικής οικονομίας, προκαλούσε έντονες συντεχνιακές αντιδράσεις, με επί κεφαλής τα συνδικάτα που ισχυροποιήθηκαν μετά τη μεταπολίτευση στον ευρύτερο δημοσιοποιημένο τομέα και λειτούργησαν ως ατμομηχανή προς όφελος ολόκληρου του συνδικαλιστικού κινήματος που από κυβερνητικό μετατράπηκε σε συντεχνιακό και λειτουργούσε χωρίς όραμα, χωρίς αρχές και χωρίς διεκδικητικά όρια, που στις περισσότερες περιπτώσεις υπερέβαιναν την αντοχή της οικονομίας του αντίστοιχου κλάδου απασχόλησης
Την ίδια περίοδο την εθνική οικονομία λυμαίνονταν προκλητικά  οι  «νταβατζήδες», οι παντός είδους εισαγωγείς πολυτελών ειδών, αυτοκινήτων, ηλεκτρονικών συσκευών, καλλυντικών, φαρμάκων  κ.α   προϊόντων, οι εργολάβοι των μεγάλων έργων (Αεροδρόμιο Ελ Βενιζέλος, Μετρό, Ολυμπιακά Έργα, Αγορές Πολεμικών Εξοπλισμών, Εκτροπή Αχελώου κ.α).
Η φοροδιαφυγή, η εισφοροδιαφυγή και η παντός είδους παραβατικότητες  και σκάνδαλα άνθησαν και συνέβαλλαν στο πάρτι της κατανάλωσης και της εξωπραγματικής, πέραν των δυνατοτήτων της οικονομίας, διαβίωσης εκτεταμένων κοινωνικών κατηγοριών και στρωμάτων, στην απορύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, στη διόγκωση του Δημόσιου Χρέους, και στη δημιουργία των  διδύμων θανατηφόρων ελλειμμάτων. Του ελλείμματος του προϋπολογισμού και του ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών που εκτινάχτηκαν σε μια δεκαετία σε διψήφια νούμερα, επικίνδυνα για την οικονομική δημοσιονομική ισορροπία της χώρας πολύ πριν από το χτύπημα της κρίσης.
Η περίοδος μετά την κρίση.
Η κρίση χρέους της Ευρώπης το 2008 που ακολούθησε την χρηματοοικονομική κρίση, βρήκε την ελληνική κοινωνία σε πολιτικό λήθαργο και καταναλωτική υστερία. Η κοινωνική έκρηξη που ακολούθησε το πρώτο μνημονιακό χτύπημα, με το κίνημα των πλατειών δεν πέτυχε την οργανωμένη και συντονισμένη πολιτική αφύπνιση του ελληνικού λαού, διαχύθηκε άναρχα και εκτονώθηκε σε πολιτικό επίπεδο(άλλαξαν τρείς μνημονιακές κυβερνήσεις), δεν μπόρεσε τελικά να ανατρέψει με πολιτικούς όρους το ανίκανο πολιτικό προσωπικό που ευθύνονταν για την εξέλιξη της δημοσιονομικής κρίσης που τελικά με την «πολιτική σοκ που εφαρμόστηκε, η ανεπιτυχής μέχρι σήμερα προσπάθεια  δημοσιονομικής προσαρμογής, φορτώθηκε με κοινωνικά ανάλγητο και ταξικά προκλητικό τρόπο στις πλάτες των αδύναμων κοινωνικών κατηγοριών και στρωμάτων.
Το χτύπημα σοκ προκάλεσε σύνθετες διεργασίες στην κοινωνία, φόβο, πανικό, θυμό, κατάθλιψη, εξαθλίωση, αυτοκτονίες, εκκόλαψη του «αυγού το φιδιού» κ.α. Το σημαντικότερο όμως ζήτημα που ανέκυψε ήταν το γεγονός ότι η τσακισμένη αυτή κοινωνία δεν βρέθηκε ενώπιον μιας εναλλακτικής πολιτικής πρότασης και ενός συγκροτημένου και ισχυρού πολιτικού σχηματισμού, ικανού να ανοίξει θετική  διέξοδο από τη βαθιά οικονομική κρίση που με ταχείς ρυθμούς οδηγήθηκε η οικονομία της χώρας.
 
Η παρέμβαση της Αριστεράς.
Το πολιτικό αυτό αδιέξοδο επιχείρησε να το καλύψει ο ΣΥΡΙΖΑ που στη φάση της κρίσης επιχειρούσε τη δική του πολιτική, οργανωτική και προγραμματική συγκρότηση την οποία επέτυχε τελικώς μόλις το 2013. Η ελληνική κοινωνία με πρωτοπόρες τις δυνάμεις της  Ριζοσπαστικής  Αριστεράς εκτίμησε αυτή την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ και τον ανέδειξε σε πολιτική δύναμη κυβερνητικής εξουσίας. Τηρουμένων των αναλογιών και των ιδιαιτεροτήτων στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε μια πορεία που σε μεγάλο βαθμό προσομοίαζε πολιτικά με εκείνη του  τέλους της δεκαετίας του 80. Μαζί με την ολοκλήρωση της συγκρότησής του, αναδείχτηκε σε αξιόπιστη πολιτική δύναμη που διεκδικεί σήμερα με αξιώσεις την κυβερνητική εξουσία
Όμως, όπως είναι  γνωστόν, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Η κατάσταση των οικονομικών αδιεξόδων της χώρας, τα σοβαρά προβλήματα δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας  που αντιμετωπίζει όλος ο ευρωπαϊκός Νότος, τα δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ε.Ε σε μια περίοδο διεθνούς οικονομικής αστάθειας και αβεβαιότητας, και η πολιτική σύγχυση της κοινωνίας καθιστούν το πρόβλημα της διεξόδου της χώρας από την κρίση ακόμα πιο σύνθετο και σοβαρό. Ένα νεότευκτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στον προθάλαμο της κυβερνητικής εξουσίας ψηλαφίζει τις προγραμματικές του διακηρύξεις και αναζητεί συμμαχίες σε ένα κλίμα εχθρικό ακόμα και στο χώρο της Αριστεράς. Μια κοινωνία τραυματισμένη, πανικόβλητη και διχασμένη που δεν τολμά, παρά τα σκληρά χτυπήματα που έχει δεχτεί να κάνει την πολιτική έκπληξη και να επιλέξει μια καθαρή αλλαγή πλεύσης της χώρας. Μια Ε.Ε που δεν έχει μέχρι τώρα καλύψει το δομικό πρόβλημα που την ταλανίζει και δεν μπορεί να συντονίσει τα βήματά της προκειμένου να επιτύχει μια οριστική και μόνιμη διέξοδο από την κρίση χρέους που διχάζει τα κράτη μέλη της και μια κρίση ανταγωνιστικότητας που υπονομεύει τη συνοχή της και μια ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ προσκολλημένη στο μονεταρισμό και στην υποταγή των αγορών δεν την καθιστούν αξιόπιστο συνομιλητή, στην υπό τον  ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχόμενη κυβερνητική εξουσία.
Οι προκλήσεις.
Ιδού λοιπόν η μεγάλη πρόκληση για το ΣΥΡΙΖΑ, που πρέπει να πείσει τη συγκεκριμένη και αποδιοργανωμένη ελληνική κοινωνία, ότι είναι πολιτικά ώριμος να αναλάβει την κυβέρνηση, έχει πρόταση διεξόδου που θα οδηγήσει τη χώρα σε βελτιωμένες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, θα διαπραγματευθεί τα προβλήματα του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της χώρας με τους εταίρους της Ε.Ε με σύνεση και αποφασιστικότητα, θα κατανείμει τα βάρη που θα οδηγούν στην αναδιοργάνωση του κράτους, την ανάπτυξη της νέας οικονομίας και την ανόρθωση της εξαθλιωμένης  κοινωνίας  με διαφανή και κοινωνικά δίκαιο τρόπο, θα αναδείξει τη δημοκρατία, τη συμμετοχή και τον κοινωνικό έλεγχο του λαού στις αποφάσεις πρωταρχικό πολιτικό του στόχο, θα καθιερώσει της αξίες της ισότητας ευκαιριών, της αξιοκρατίας,  της διαφάνειας και του κράτους δικαίου,  για όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες άνδρες και γυναίκες που ζουν στο έδαφος της χώρας μας, θα προσαρμόσει την πορεία της χώρας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με όρους εθνικής αξιοπρέπειας, θα αποτελέσει τελικώς δείγμα αριστερής και δημοκρατικής διακυβέρνησης με δικαιοσύνη, ελευθερία και ισονομία, και πολιτισμική ανάταση στο  νέο πολυπολιτισμικό περιβάλλον της γηραιάς και δημογραφικά ελλιπούς  Ευρώπης, θα αναπτερώσει την ελπίδα της ευρωπαϊκής αριστεράς για μια ευρύτερη προοδευτική αλλαγή προς τον κοινωνικό μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής κοινωνίας.                    


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου